Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

Η δολοφονία του Καποδίστρια

Η δολοφονία του Καποδίστρια

Η δολοφονία του Καποδίστρια

Τα βασικά μέτρα που πήρε ο Καποδίστριας – Οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν από ορισμένες πολιτικές του – Τα σχέδια για τη δολοφονία του – Το μοιραίο πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 στο Ναύπλιο – Οι αντιδράσεις και ο απόηχος της δολοφονίας του Κυβερνήτη

Μια από τις σημαντικότερες μορφές της νεοελληνικής ιστορίας, είναι αναμφίβολα ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος κυβερνήτης της νεότερης Ελλάδας. Δεν θα ασχοληθούμε σήμερα με τη ζωή του και τη θητεία του ως υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας, αλλά αφού κάνουμε μια  αναφορά στη θητεία του ως Kυβερνήτη του ελληνικού κράτους, θα επικεντρωθούμε, κυρίως, στη δολοφονία του και θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε, όσο περισσότερο γίνεται, τους λόγους που οδήγησαν τους Μαυρομιχαλαίους να σκοτώσουν τον Καποδίστρια. Βέβαια, όπως και σε κάθε ιστορικό γεγονός, οι σκοτεινές πτυχές θα υπάρχουν πάντα…

Ο ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ο Ιωάννης Καποδίστριας, γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1776. Τον Απρίλιο του 1827, η Γ' Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, ύστερα από πρόταση των οπλαρχηγών της Επανάστασης, τον εξέλεξε προσωρινό κυβερνήτη της Ελλάδας για διάστημα 7 ετών, παρά τις αντιδράσεις των Φαναριωτών και των Υδραίων. Ο Καποδίστριας, πληροφορήθηκε την εκλογή του τον Μάιο στο Παρίσι. Επισκέφθηκε τον τσάρο Νικόλαο στην Πετρούπολη για να του ανακοινώσει την παραίτησή του από τη θέση του Υπουργού Εξωτερικών.
Ο τσάρος, του χορήγησε ισόβια τιμητική σύνταξη 60.000 φράγκων, την οποία όμως ο Καποδίστριας δεν δέχτηκε.



Επισκέφτηκε στη συνέχεια το Λονδίνο, όπου έλαβε αρνητική απάντηση στο αίτημά του για οικονομική βοήθεια, καθώς πριν λίγες μέρες είχε πεθάνει ο φιλέλληνας πρωθυπουργός Τζορτζ  Κάνιγκ, ενώ στο Παρίσι, έγινε δεκτός με μεγαλύτερη εγκαρδιότητα αλλά δεν πήρε συγκεκριμένη απάντηση στο αίτημά του για χορήγηση δανείου. Το Νοέμβριο του 1827, έφτασε στην Ανκόνα, όπου τον περίμενε το πλοίο του τον είχε υποσχεθεί ότι θα έστελνε η βρετανική κυβέρνηση να τον μεταφέρει στην Ελλάδα. Εκεί πληροφορήθηκε και για την Ναυμαχία του Ναβαρίνου (20/10/1827). Οι άσχημες καιρικές συνθήκες, δεν επέτρεψαν στον Καποδίστρια να ξεκινήσει για την Ελλάδα πριν το τέλος του 1827. Μόλις στις 6 Ιανουαρίου 1828, μετά από σύντομη επίσκεψη στην Μάλτα, έφτασε στο Ναύπλιο, ενώ πέντε μέρες αργότερα αποβιβάστηκε στην Αίγινα, την προσωρινή έδρα της "Αντικυβερνητικής Επιτροπής".

Η κατάσταση που είχε να αντιμετωπίσει ο Καποδίστριας, ήταν δραματική. Από στρατιωτικής πλευράς, η επανάσταση ψυχορραγούσε. Ολόκληρη η Πελοπόννησος, με εξαίρεση τη Μάνη και την Αργολίδα βρισκόταν στα χέρια του Ιμπραήμ και το μεγαλύτερο μέρος της Στερεάς Ελλάδας, το εξουσιάζει ο Κιουταχής. Ο τότε, υπουργός των Εσωτερικών και της Αστυνομίας Ανδρέας Λόντος, του είπε χαρακτηριστικά: " Έχουμε ακόμα και μερικά νησιά στο Αρχιπέλαγος (Αιγαίο), μα δεν έχουμε σχέσεις με τους νομάρχες. Τα εξουσιάζουν οι κουρσάροι". Τα οικονομικά του κράτους, βρισκόταν σε άθλια κατάσταση. Λέγεται ότι, στα δημόσια ταμεία, ο Καποδίστριας βρήκε ένα (1), μόνο νόμισμα.



Ήταν παλιό, ισπανικό και ίσως μάλιστα και κάλπικο!

Υπήρχε πλήρης ανασφάλεια στην ξηρά και τη θάλασσα, πλήρης παράλυση στη δημόσια διοίκηση, την παιδεία και τη δικαιοσύνη ενώ στο υπουργείο εξωτερικών, το μόνο έγγραφο που μπόρεσε να φυλάξει στα αρχεία ο υπουργός Γλαράκης, ήταν το γράμμα των τριών ναυάρχων για τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου!
Ο Καποδίστριας κατάλαβε ότι μόνος του έπρεπε να αναλάβει το τιτάνιο έργο της ανασυγκρότησης. Οι προύχοντες και οι Φαναριώτες που κυβερνούσαν ως τότε την Ελλάδα, αντιμετωπίζονταν με δυσπιστία από τον λαό. Έτσι, αποφάσισε να ανακαλέσει προσωρινά το δημοκρατικό αλλά δυσεφάρμοστο Σύνταγμα της Τροιζήνας. Η Βουλή διαλύθηκε και στη θέση της ιδρύθηκε το "Πανελλήνιο", ένα συμβουλευτικό κυρίως σώμα, που το αποτελούσαν 27 μέλη. Καθώς όμως η εξουσία παρέμεινε ουσιαστικά στα χέρια του Καποδίστρια, τα πρόσωπα που ο ίδιος επέλεξε για το Συμβουλευτικό και τις άλλες διοικητικές θέσεις, άρχισαν να δυσφορούν. Κάποιοι μάλιστα παραιτήθηκαν. Άρχισαν έτσι να δημιουργούνται οι πρώτοι αντιπολιτευτικοί πυρήνες, που όμως είχαν μηδαμινή απήχηση στον λαό.


Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Ένα από τα πρώτα μέτρα που πήρε ο Καποδίστριας, ήταν η ανασύνταξη του στρατού και του στόλου.

Ανέθεσε στους Κανάρη και Μιαούλη να εξαλείψουν την πειρατεία στο Αιγαίο, που δυσφημούσε τον ελληνικό Αγώνα στο εξωτερικό. Οι δύο θρυλικοί ναυμάχοι τα κατάφεραν και αυτό το γεγονός, ανύψωσε το κύρος της χώρας μας διεθνώς.



Αποκαταστάθηκαν, σταδιακά, η ασφάλεια και η ευνομία στις πόλεις και στην ύπαιθρο, όπως και στις υπόλοιπες ελληνικές θάλασσες. Έπρεπε όμως να ανακαταληφθεί έγκαιρα η Στερεά Ελλάδα έτσι ώστε να δημιουργηθεί τετελεσμένο γεγονός όταν θα κρινόταν το θέμα των συνόρων της Ελλάδας από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Με προσωπικές ενέργειες, επαφές με Φιλέλληνες, ευφυείς διπλωματικούς χειρισμούς και χάρη στις σημαντικές στρατιωτικές επιτυχίες των ελληνικών δυνάμεων στη Στερεά Ελλάδα, ο Καποδίστριας  πέτυχε από την απλή αυτονομία της Πελοποννήσου και λίγων νησιών, που προέβλεπε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου(1830), ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, αλλά με τα σύνορα στη γραμμή Αχελώου – Σπερχειού.
 Επωφελούμενος και από την πλήρη νίκη των Ρώσων στον πόλεμό τους με την οθωμανική αυτοκρατορία και τη Συνθήκη της Αδριανούπολης (14 Σεπτεμβρίου 1829), εξασφάλισε τη "μετάθεση" των συνόρων στη γραμμή Παγασητικού – Αμβρακικού Κόλπου, κάτι που έγινε αποδεκτό και από τους Οθωμανούς τον Ιούλιο το 1832. Σημαντικό ήταν το έργο του στους τομείς της παιδείας, της δικαιοσύνης, των δημοσίων έργων, της κτηνοτροφίας, του εμπορίου και της ναυτιλίας. Ακόμα και η ίδρυση βιομηχανικών ήταν στα σχέδια του, με βάση το σιδηρομετάλλευμα της Ερμιονίδας και τον ορυκτό άνθρακα της Εύβοιας.



Η γεωργία ήταν μεγάλο στοίχημα για τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος πίστευε πολύ στην ανάπτυξή της. Ίδρυσε Πρότυπη Γεωργική Σχολή στην Τίρυνθα, παραχώρησε στους αγρότες οικονομικές και φορολογικές διευκολύνσεις, εισήγαγε νέες μεθόδους καλλιέργειας, σύγχρονα μηχανήματα και μετακάλεσε ειδικούς επιστήμονες. Έπρεπε όμως οι ακτήμονες καλλιεργητές να αποκτήσουν τη δική τους γη. Η διανομή της εθνικής γης, είχε όμως και πολιτικές προεκτάσεις. Ο Καποδίστριας σκόπευε να συνδέσει το δικαίωμα της ψήφου με το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, δημιουργώντας μια ισχυρή τάξη μικροϊδιοκτητών καλλιεργητών που θα αποτελούσαν το στήριγμα της εξουσίας του..

Υπήρχαν όμως αντιδράσεις αρχικά από τις ξένες δυνάμεις, καθώς η εθνική γη είχε υποθηκευτεί στο σύνολό της ως εγγύηση για τα "δάνεια της ανεξαρτησίας" (Λονδίνο 1824 – 1825). Επίσης, ο Καποδίστριας βρήκε απέναντι του τα οργανωμένα συμφέροντα των κοτζαμπάσηδων που επεδίωκαν τον σφετερισμό των εθνικών κτημάτων για δικό τους όφελος.


ΤΑ ΛΑΘΗ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ – ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ

Έτσι, από τον 1830, συσπειρώθηκαν εναντίον του πολλοί αρχομανείς πολιτικοί, οι κοτζαμπάσηδες και οι πλοιοκτήτες της Ύδρας, ενώ οι στρατιωτικοί αρχηγοί και ο λαός βρισκόταν στο πλευρό του. Οι ενέργειες των αντικυβερνητικών, κατευθύνονταν συχνά από τους διπλωματικούς αντιπροσώπους των Άγγλων και των Γάλλων, που πίστευαν ότι είναι όργανο της ρωσικής πολιτικής στην Ανατολή. Η δραστηριότητα της αντιπολίτευσης, που κατευθυνόταν από την Ύδρα, κυρίως μέσω της εφημερίδας "Απόλλων", του Πολυζωΐδη,στις αρχές του 1831 κορυφώθηκε. Σημειώθηκαν αντικυβερνητικές εξεγέρσεις στη Μάνη και την Ανατολική Στερεά, ενώ υδραίικα πλοία, παρακινούσαν τα κυκλαδονήσια σε αποστασία. Ο Καποδίστριας κατόρθωσε να καταστείλει τις περισσότερες από αυτές, αλλά στις αρχές Αυγούστου, οι Υδραίοι έπεισαν τον Μιαούλη να καταλάβει τα πολεμικά πλοία στο ναύσταθμο του Πόρου. Ο Καποδίστριας, ζήτησε βοήθεια από τις ναυτικές μοίρες των συμμάχων, μόνο όμως ο Ρώσος Ρικόρντ ανταποκρίθηκε.



Ο Μιαούλης, στις 13/8/1831, ανατίναξε τα δύο μεγαλύτερα πλοία του πολεμικού στόλου. Το χάσμα πλέον ανάμεσα στον Καποδίστρια και τους αντιπάλους του, ήταν αγεφύρωτο.

Είχε βέβαια κι ο Κυβερνήτης κάνει λάθη. Κατά την κοπή του πρώτου εθνικού νομίσματος, του φοίνικα, υπήρξαν παραλείψεις και εκτεταμένη κιβδηλοποιία. Κατηγορήθηκε ακόμα και για το ότι  στο νόμισμα συνυπήρχαν ο μυθικός φοίνικας και το σημείο του σταυρού. Να σημειώσουμε ότι ο φοίνικας, για πολλούς Έλληνες που σπούδασαν, όπως κι ο Καποδίστριας, στο πανεπιστήμιο της Πάντοβα στην Ιταλία, "προοιώνιζε την ανάστασιν του Έθνους". Πρώτος μάλιστα τον χρησιμοποίησε ο Κρητικός Πάνδημος, που συνέστησε στους συμφοιτητές του να κάνουν το ίδιο.



Πάντως ο φοίνικας δεν "επιβλήθηκε" παντού. Στις σφραγίδες παρέμεινε η Παλλάδα Αθηνά.

Επίσης, πολλές αντιδράσεις προκαλούσαν με τις ενέργειές τους ο αδελφός του, Βιάρος και ο νομικός, Ιωάννης Γεννατάς. Υπήρξε σύγκρουση των δύο με τους Κλωνάρη και Σούτσο, κατά τη σύνταξη της ποινικής νομοθεσίας, ενώ ο τρόπος που χειρίστηκε ο Βιάρος Καποδίστριας ως υγειονομικός επίτροπος την πανώλη που παρουσιάστηκε στην Ύδρα το 1828 (Μάιος), έκανε τους νησιώτες εχθρούς του Κυβερνήτη. Λίγο αργότερα, δημιουργήθηκαν τα πρώτα κόμματα. Το ρωσόφιλο, οι οπαδοί του οποίου ονομάζονταν Ναπαίοι (από κάποιον Νάπα, Ναυπλιώτη φανατικό ρωσόφιλο), ενώ ειρωνικά κι ο ίδιος ο Καποδίστριας λεγόταν Νάπας, το αγγλόφιλο, οι οπαδοί του οποίου ονομάζονταν Μπαρλαίοι (από τον Βασίλη Μπάρλα, φανατικό οπαδό και κάποτε πληρεξούσιο του Μαυροκορδάτου) και το γαλλικό, με τους μοσχόμαγκες (από την τάπια, το οχύρωμα, του Μόσχου, όπου σύχναζαν οι... αλάνηδες του Ναυπλίου).



Ακόμα κι ο Αδαμάντιος Κοραής, φανατικός υπέρμαχος του Καποδίστρια αρχικά, έγινε πολέμιός του. Έγραψε χαρακτηριστικά: "Η Ελλάς δεν ανέστη, τάφον μόνον ήλλαξε και από νεκροθάπτην Τούρκον επέρασεν εις Έλληνα!"
Η επιλογή ως βασιλιά της Ελλάδας του πρίγκιπα του Σαξ Κάμπουργκ Λεοπόλδου από τις Μεγάλες Δυνάμεις, "σκόνταψε" στον Καποδίστρια, που απ' ό,τι φαίνεται δυσανασχaτησε με το ότι δεν θα έμενε ούτε για εφτά χρόνια στην ηγεσία του ελληνικού κράτους. Αυτό προκάλεσε νέες αντιδράσεις, ενώ εκφράσεις όπως "τύραννος" άρχισαν να ακούγονται όλο και πιο συχνά για τον Καποδίστρια.

Μεγάλες αντιδράσεις υπήρχαν από τους Μανιάτες, που ξεσηκώθηκαν και απειλούσαν ότι θα κινηθούν κατά του Καποδίστρια.

Επικεφαλής των 5.000 Μανιατών ήταν ο Κωνσταντής Μαυρομιχάλης. Λέγεται ότι είχαν σημαίες με ζωγραφισμένους πάνω τους τον Λυκούργο και τον Λεωνίδα και ζητούσαν "Ελευθεροτυπία και Σύνταγμα".



Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, που ζούσε στο Ναύπλιο, ζήτησε από τον Καποδίστρια να πάει στη Μάνη να ηρεμήσει τους συντοπίτες του. Ο Καποδίστριας όμως δεν τον άφησε. Να σημειώσουμε ότι τους Μαυρομιχαλαίους που ζούσαν στο Ναύπλιο, τους παρακολουθούσε η Αστυνομία. Ο Τσανής Μαυρομιχάλης και ο γιος του, Κατσάκος, ήταν φυλακισμένοι. Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης δεν άκουσε τον Καποδίστρια και πήγε τελικά στη Μάνη. Ο Καποδίστριας έστειλε τον Κανάρη να ηρεμήσει τους Μανιάτες. Ο Ψαριανός μπουρλοτιέρης ζήτησε να μιλήσει με τους Μαυρομιχαλαίους. Αν και αυτοί δεν ήθελαν επαφές με τους κυβερνητικούς, εμπιστευόμενοι τον Κανάρη δέχτηκαν να μιλήσουν μαζί του. Έτσι ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης κι ο αδελφός του, Κωνσταντής, ανέβηκαν στο καράβι του Κανάρη. Ξαφνικά, το καράβι σήκωσε άγκυρα κι έφυγε για το Ναύπλιο.

Εκεί, ο Πετρόμπεης φυλακίστηκε στο Ιτς Καλέ ως "ένοχος εσχάτης προδοσίας", ενώ ο Κωνσταντής, ως λιποτάκτης, τέθηκε υπό "αστυνομική επιτήρηση".

Ο Κανάρης φαίνεται ότι είχε εντολή να συλλάβει τους Μαυρομιχαλαίους, το έκανε όμως με δολερό τρόπο. Μόλις έμαθε τα γεγονότα, ο Καποδίστριας εξοργίστηκε:

"Η πράξη αυτή του Κανάρη είναι άτιμη! Μ' αυτά τα λάθη τους, τα δημόσια όργανα θα μου φέρουν κανένα διάβολο στο κεφάλι". Οι αντιδράσεις εναντίον του Καποδίστρια, από συγκεκριμένες πάντα πλευρές, είχαν αρχίσει να γίνονται ανεξέλεγκτες.

Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ


Ο Καποδίστριας όμως δεν φαινόταν διατεθειμένος να ξεφύγει από τον δρόμο που είχε χαράξει. Ένας από τους φανατικότερους αντικαποδιστριακούς ήταν ο Ζωγράφος, τον οποίο η Αστυνομία συνέλαβε για να τον εκτοπίσει από το Ναύπλιο. Εκείνος ζήτησε να δει τον Κυβερνήτη κι ο Καποδίστριας δέχτηκε. Μετά τη συζήτηση που είχαν, ο Ζωγράφος όχι μόνο δεν εξορίστηκε, αλλά έγινε μέλος του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Όμως ο Βιάρος μεσολάβησε στον αδελφό του και ο Καποδίστριας πήρε πίσω τον διορισμό του Ζωγράφου. Έξαλλος αυτός, έφυγε από το Ναύπλιο, λέγοντας στον φίλο του Λόντο: "Ένα πιστόλι θα μας σώσει απ' τον άνθρωπο τούτο". Έφτασε στην Ύδρα, όπου ο Λάζαρος Κουντουριώτης ακούγοντας τα παραπάνω λόγια έταξε 1.000 βενέτικα φλουριά σε όποιον σκότωνε τον Καποδίστρια.



Ήδη τα σχέδια για τον "φόνο του τυράννου", όπως έλεγαν, καταστρώνονταν. Η πρώτη δολοφονική απόπειρα έγινε με "όργανο" τον υπηρέτη του Καποδίστρια, Νικολέτο.

Ένας "κουρελής Υδραίος" κατά τον ίδιο, του έδωσε 25.000 γρόσια και του ζήτησε να φαρμακώσει τον Κυβερνήτη.

Στη συνέχεια εξαφανίστηκε. Ο Νικολέτος έριξε φαρμάκι στον καφέ του Καποδίστρια, αλλά προδόθηκε από τη συμπεριφορά του. Ο Κυβερνήτης του είπε να κρατήσει τα χρήματα και να μην πει τίποτα σε κανέναν για το περιστατικό και ούτε καν τον απομάκρυνε από κοντά του. Κατάλαβε όμως ότι τα πράγματα ήταν πολύ πιο σοβαρά απ' ό,τι νόμιζε.



Του προτάθηκε από τους ξένους πρεσβευτές να του δώσουν φρουρούς, εκείνος όμως αρνήθηκε. Σύντομα μαθεύτηκε στο Ναύπλιο ότι οι Μαυρομιχαλαίοι είχαν αγοράσει καινούργια κουμπούρια.
Ο Αστυνόμος της πόλης Ποταμιάνος έβαλε ανθρώπους του να παρακολουθούν κάθε κίνηση του Κωνσταντή Μαυρομιχάλη και του Γιωργάκη (ή Μπεϊζαντέ), του δευτερότοκου γιου του Πετρόμπεη.

Ο Γιώργης είχε μεγάλη έχθρα εναντίον του Καποδίστρια και είχε ορκιστεί ότι θα τον σκοτώσει. Το είπε μάλιστα και στον Πάνο Ράγκο, φίλο δικό του αλλά και του Κυβερνήτη, να του το μεταφέρει.



Ο Καποδίστριας ένιωσε έκπληξη και είπε στον Ράγκο ότι όποιος κάνει κάτι τέτοιο, μαζί με τον ίδιο θα σκοτώσει και την πατρίδα. Στις προτροπές του νομάρχη Αξιώτη και του αστυνόμου Ποταμιάνου να φυλακίσουν τον Γιώργη Μαυρομιχάλη, ο Καποδίστριας ήταν αντίθετος. Όταν η Μαντώ Μαυρογένους του έγραψε επιστολή με την οποία τον ενημέρωσε ότι οι Μαυρομιχαλαίοι ετοιμάζονται να τον σκοτώσουν, εκείνος έκαψε το γράμμα. Κι όταν ένας Σμυρνιός ντελάλης, ο οποίος φαίνεται ότι κάτι είχε πληροφορηθεί, πήγε στο Κυβερνείο και του είπε να φυλάγεται, ο Καποδίστριας σήκωσε αδιάφορα τους ώμους του. Οι Μαυρομιχαλαίοι ζήτησαν να νοικιάσουν το σπίτι του Μιχάλη Ιατρού που βρισκόταν απέναντι από το Κυβερνείο, όμως ο ιδιοκτήτης του κάτι υποψιάστηκε και δεν τους το παραχώρησε. Έγινε προσπάθεια από τον αγωνιστή του '21 και ιστορικό Ιωάννη Φιλήμονα να "τα βρουν" ο Καποδίστριας με τους Μαυρομιχαλαίους. Ο Βιάρος συμβούλεψε τον αδελφό του να ζητήσει από τον Πετρόμπεη να φέρει όλους τους συγγενείς του από τη Μάνη στο Ναύπλιο για ασφάλεια, προκειμένου να συμφιλιωθεί μαζί του.

Δυστυχώς, ο Καποδίστριας τον άκουσε και σε αυτό. Ο Πετρόμπεης, μόλις πληροφορήθηκε από τον Φιλήμονα τι ζητούσε ο Κυβερνήτης, έγινε έξαλλος, καθώς το θεώρησε προσβλητικό και ατιμωτικό.



Η ηλικιωμένη μητέρα του Πετρόμπεη και ο αδελφός του Γιάννης, γνωστός και ως Κατσής, ζήτησαν από τον Ρώσο ναύαρχο Ρίκορντ να μεσολαβήσει, γιατί έβλεπαν ότι και ο Καποδίστριας θα σκοτωνόταν αλλά και δικοί τους άνθρωποι θα είχαν επίσης άσχημο τέλος. Η συνάντηση κανονίστηκε να γίνει το Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου, στις 5 το απόγευμα. Λίγη ώρα πριν, έφτασε το ευρωπαϊκό ταχυδρομείο στον Καποδίστρια. Στον "Ταχυδρόμο του Λονδίνου" υπήρχε ένα δημοσίευμα για την τυραννική διοίκησή του και τον άδικο διωγμό των Μαυρομιχαλαίων. Μάλις το διάβασε ο Κυβερνήτης, έγινε έξαλλος και πήγε ως το Παλαμήδι για να ηρεμήσει. Επιστρέφοντας, βρήκε τον Ρίκορντ να τον περιμένει και του έδειξε την εφημερίδα. Στον έκπληκτο Ρώσο είπε ότι "είναι υποχρεωμένος να προστατεύσει την αξιοπρέπειά του ως το τέλος" και ότι "δεν δέχεται να δει τον Μαυρομιχάλη". Ο Πετρόμπεης είχε ήδη μεταφερθεί από το Ιτς Καλέ στο Κυβερνείο. Ο Ρίκορντ προσπάθησε να μεταπείσει, μάταια όμως, τον Καποδίστρια. Απογοητευμένος, μετέφερε στον Μαυρομιχάλη την άρνηση του Κυβερνήτη να τον δει. Ο Πετρόμπεης είπε τότε: "Ποτέ δεν καρτερούσα να μου φερθεί τόσο άπρεπα ο Κυβερνήτης. Να με πομπεύει με φρουρούς μέσα στα σοκάκια του Αναπλιού και να με διώχνει με τέτοια καταφρόνια. Αν δε σέβεται το όνομά μου, πρέπει τουλάχιστον να λογαριάζει τις θυσίες της φαμελιάς μου στον Αγώνα". Έτσι πήρε τον δρόμο της επιστροφής στη φυλακή. Ζήτησε από τους φρουρούς του να περάσει από το σπίτι όπου έμεναν ο αδελφός του,  Κωνσταντής κι γιος του, Γιώργης. Όταν τον είδαν εκείνοι από το παράθυρο, τον ρώτησαν γεμάτοι αγωνία τι έγινε. Δείχνοντάς τους με νοήματα τους φρουρούς δεξιά κι αριστερά τους είπε: "Βλέπετε". Ήταν κατά κάποιο τρόπο το σύνθημα για τη δολοφονία του Καποδίστρια...

Το επόμενο πρωί, ο Καποδίστριας ετοιμάστηκε να πάει στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα. Ήταν περίπου 5:30 το πρωί. Ο αδελφός του Αυγουστίνος λέγοντάς του ότι είδε κάποιο φοβερό όνειρο, προσπάθησε να τον αποτρέψει. Ο Κυβερνήτης γέλασε και έφυγε για την εκκλησία. Στον δρόμο του επιτέθηκε ένα μαύρο σκυλί, που πρόλαβε κι έσκισε την ρεντιγκότα (είδος ανδρικού πανωφοριού <γαλλ. redingote<αγγλ.riding-coat, σακάκι ιππασίας) του. Επέστρεψε στο σπίτι του, άλλαξε ρεντιγκότα και έφυγε ξανά για την εκκλησία. Μια βουβή γριά ζητιάνα, με άναρθρες κραυγές, προσπάθησε να τον σταματήσει. Μάταια όμως... Ο Καποδίστριας συνέχισε, αφού της έδωσε μερικά νομίσματα, να βαδίζει προς το ραντεβού του με τη μοίρα. Τον συνόδευαν οι σωματοφύλακές του, Γιώργος Κοζώνης, Κρητικός, που είχε χάσει το δεξί του χέρι στο Νεόκαστρο το 1825, και ο στρατιώτης Δημήτριος Λεωνίδας, από την Τρίπολη.

Την ίδια ώρα, οι Μαυρομιχαλαίοι, που το προηγούμενο βράδυ ετοίμαζαν κάθε λεπτομέρεια του σχεδίου τους, μαζί με τους Λόντο και Καλαμογδάρτη, ξεκινούσαν με δυο παλικάρια τους και δυο πολιτοφύλακες, τον Ανδρέα Γεωργίου και τον Γιάννη Καραγιάννη, που είχαν οριστεί να  τους παρακολουθούν, αλλά έγιναν όργανά τους, για τον Άγιο Σπυρίδωνα.
Μόλις τους είδε στην είσοδο της εκκλησίας, ο Καποδίστριας κοντοστάθηκε και σκέφτηκε να φύγει. Προχώρησε όμως προς το μέρος τους και τους χαιρέτησε με ένα νεύμα. Τότε, ο Κωνσταντής άρπαξε τον Κυβερνήτη και τον πυροβόλησε πίσω από το αφτί, ενώ ο Γιώργης τον μαχαίρωσε δύο φορές κάτω από την κοιλιά. Και ο Καραγιάννης πυροβόλησε κατά του Καποδίστρια, ωστόσο αστόχησε. Ο Καποδίστριας πέθανε ακαριαία. Ο Κωνσταντής καταδιώχθηκε κι αφού τραυματίστηκε από τον Κοζώνη και τον Φωτομάρα, πέθανε μερικές ώρες αργότερα. Ο Γιώργης κατέφυγε στη γαλλική πρεσβεία. Υπάρχει η άποψη ότι οι Μαυρομιχαλαίοι ενήργησαν σαν όργανα των Αγγλογάλλων, οι οποίοι είχαν υποσχεθεί ότι θα τους φυγαδεύσουν.  Ο κόσμος συγκεντρώθηκε έξω από την πρεσβεία και απειλούσε ότι θα την κάψει. Ο Γάλλος πρέσβης Ρουάν κι ο Άγγλος αντιπρεσβευτής Ντόκινς διαμαρτυρήθηκαν στον Πορτογάλο φιλέλληνα Αλμέιδα, φρούραρχο του Ναυπλίου, ο οποίος τους ζήτησε επιτακτικά να παραδώσουν τον Γιώργη (ή Μπεϊζαντέ θυμίζουμε) Μαυρομιχάλη, για να παραπεμφθεί σε δίκη. Πραγματικά, ο Γιώργης παραδόθηκε και φυλακίστηκε αρχικά στο Ιτς Καλέ και αργότερα στο Παλαμήδι.
Στις 7 Οκτωβρίου 1831, έγινε η δίκη του Μαυρομιχάλη και των δύο πολιτοφυλάκων Γεωργίου και Καραγιάννη. Ο Γιώργης Μαυρομιχάλης, που είχε συνήγορο υπεράσπισης τον Σκωτσέζο φιλέλληνα Μάσον, και ο Γιάννης Καραγιάννης καταδικάστηκαν σε θάνατο και ο Ανδρέας Γεωργίου σε φυλάκιση δέκα ετών.

Ο Μαυρομιχάλης εκτελέστηκε στις 10 Οκτωβρίου, ενώ η εκτέλεση του Καραγιάννη αναβλήθηκε, καθώς υποσχέθηκε ότι θα μαρτυρήσει κι άλλους ενόχους. Αργότερα, στους δύο πολιτοφύλακες δόθηκε αμνηστία και αφέθηκαν ελεύθεροι.

Οι αγωνιστές του 1821, πολλοί από τους οποίους έβαψαν μαύρα τα φέσια τους, και ο απλός κόσμος θρήνησαν τον Ιωάννη Καποδίστρια. Λίγο πριν τη δολοφονία του, οι Υδραίοι αντίπαλοί του, με επικεφαλής τον Λάζαρο Κουντουριώτη, αποφάσισαν να συμφιλιωθούν μαζί του. Δεν πρόλαβαν όμως.

ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΕΙΠΑΝ ΚΑΙ ΕΓΡΑΨΑΝ:

"Κείνοι που δολοφόνησαν τον Καποδίστρια, δολοφόνησαν την Ελλάδα", Ζαν Εϊνάρ, Γαλλοελβετός τραπεζίτης και φιλέλληνας.

"Ο Κυβερνήτης κέρδισε πολύ μετά τον θάνατό του. Αν σηκωνόταν από τον τάφο του, όλη η Ελλάδα θα 'τρεχε να τον προσκυνήσει", Ανδρέας Ζαΐμης.
"Πολλαί αρεταί, εκόσμουν τον άνδρα. Σεμνά ήσαν τα ήθη του, ακέραιος ο χαρακτήρ του και αγαθή η διάθεσίς του", Σπυρίδων Τρικούπης.
"Ναι, κύριε, η Γαλλία και η Αγγλία είναι που δολοφόνησαν τον αδερφό μου", Αυγουστίνος Καποδίστριας, απευθυνόμενος προς τον φιλέλληνα και ιστορικό Φρίντριχ Τιρς.

"Δεν μετράς καλά φιλόσοφε... Ανάθεμα στους Αγγλογάλλους που ήσαν η αιτία κι εγώ έχασα τους δικούς μου και το Έθνος έναν άνθρωπο που δεν θα τονε ματαβρεί, και το αίμα του με παιδεύει ως τώρα..." Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης (1840) προς τον ιατροφιλόσοφο Πύρρο, που κατηγόρησε τον Ι. Καποδίστρια.

"Όποτες ήτανε στην Ελλάδα αυτός ο Μαυροκορδάτος, την έφαγε... Ποιος σκότωσε τον Καποδίστρια παρ' αυτός; Και θέλει να μιλάει ακόμα!" Θεόδωρος Γρίβας, οπλαρχηγός του 1821 στη Βουλή (26/1/1845), παρουσία του Μαυροκορδάτου.

ΠΗΓΕΣ: ΕΓΚ/ΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ Τ. 27, έκδ. 2007
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, τ. 4, Εκδοτική Αθηνών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ι. ΣΚΛΑΒΟΥΝΟΣ, "Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ", Εκδόσεις Παπαζήση 2011,
ΤΑΚΗΣ ΛΑΠΠΑΣ: "ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ" (Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ), 1972
πηγή 

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2017

Δημόκριτος


Το Πρώτο Εθνικό Νομισματοκοπείο. Άργος 1822 – Αίγινα 1828



Η Πρώτη Εθνική Συνέλευση των Επαναστατημένων Ελλήνων [1] εξουσιοδοτεί τον Πρόεδρο του Εκτελεστικού σώματος Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, να υλοποιήσει μία από τις σημαντικές αποφάσεις της. Να δημιουργηθεί δηλαδή το συντομότερο δυνατό Ελληνικό Εθνικό Νόμισμα, χωρίς να περιμένουν να ολοκληρωθεί με επιτυχία η Επανάσταση του Έθνους. Το όνομά του ορίστηκε να είναι η Δραχμή.
Η Παναγία η Κατακεκρυμμένη. Φωτογραφία του Γάλλου Αρχαιολόγου Antoine Bon (;) περίπου στα 1930.
Ένα χρόνο περίπου μετά την καταστροφή του από τον Κιοσέ Πασά Μουσταφάμπεη ή Κεχαγιάμπεη (24/4/1821) [2] το Άργος αποφασίστηκε να είναι η έδρα του πρώτου Ελληνικού Νομισματοκοπείου.Το μοναστήρι της Παναγίας της Κατακεκρυμένης (της Πορτοκαλούσας), που δεσπόζει στην πλαγιά του Λόφου της Λάρισας κάτω από το Πελασγικό Κάστρο του Άργους, έκριναν ότι είναι το καλύτερο και ασφαλέστερο μέρος για να κοπούν τα πρώτα ελληνικά νομίσματα.
Στην Καρδαμύλη της Μεσσηνιακής Μάνης ένας κιβδηλοποιός είχε στήσει ένα μηχάνημα κοπής κίβδηλων νομισμάτων (ανθούσε τότε η κιβδηλοποιία). Ήταν το μόνο γνωστό και διαθέσιμο που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αμέσως. Έτσι τον Μάρτιο του 1822 ο Δημήτριος Καλαμαριώτης εξουσιοδοτήθηκε ν’ αγοράσει αυτήν τη «μάκινα» όπως την έλεγαν και να την φέρει στο Άργος. Πράγματι αγοράστηκε και οι εργασίες για την ετοιμασία τα κοπής της Δραχμής ξεκίνησαν, αλλά προχωρούσαν αργά και με προβλήματα. Χρειάζονταν χρυσός, ασήμι και χαλκός. Τα λάφυρα από την Άλωση της Τριπολιτσάς (23/9/1821) είχαν μοιρασθεί τα περισσότερα στους νικητές καπετανέους και στους στρατιώτες τους. Πρότειναν να λιώσουν τ’ ασημένια σκεύη από τις εκκλησίες, ως έσχατη και άμεση λύση για την εύρεση ασημιού.
Έπρεπε, επίσης, να βρεθεί ικανός χαράκτης για την χάραξη της δραχμής. Βρέθηκε στο πρόσωπο ενός ικανού τεχνίτη στην κατασκευή ασημένιων αντικειμένων  και κιβδηλοποιού, του Αρμενικής καταγωγής Χατζηγρηγόρη Πυροβολιστή (Χατζή – Κιρκορ), που διορίστηκε ως Πρώτος Έλληνας χαράκτης του Εθνικού Νομισματοκοπείου. Ως πρώτα νομίσματα αποφασίσθηκε ότι θα κοπούν, το ασημένιο πεντάδραχμο και ο χάλκινος οβολός.
Στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα τα οθωμανικά νομίσματα που κυκλοφορούσαν ήταν –βασικά- τα ασημένια «γρόσια» και οι «παράδες».
Στις 16/3/1822 ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος με διάταγμά του καθόρισε τις επίσημες ισοτιμίες όλων των γνωστών νομισμάτων που κυκλοφορούσαν τότε στην απελευθερωμένη από την εθνική επανάσταση Ελλάδα. Όπως:
  • Τα χρυσά νομίσματα του σουλτάνου Αχμέτ του Γ’, τα λεγόμενα  «φουντούκια», που κυκλοφόρησαν από το 1703 έως το 1730, ισοδυναμούσαν με 11 γρόσια και 20 άσπρα το καθένα.
  • Τα χρυσά νομίσματα του σουλτάνου Μαχμούτ τα αποκαλούμενα από τον λαό «Μαχμουδιέδες» που κυκλοφορούσαν από το 1730 έως 1754 και ισοδυναμούσαν με 26 γρόσια το καθένα.
  • Τα χρυσά νομίσματα του Μουσταφά του Γ’, τα ονομαζόμενα από τον λαό «Αϊναλιά» και ισοδυναμούσαν με 33. Ήταν από τα πλέον περιζήτητα και ακριβά.
  • Τα γαλλικά ναπολεόνια, οι βρετανικές λίρες, οι κορώνες.
  • Τα αυστριακά νομίσματα της Μαρίας Θηρεσίας, τα ονομαστά «Τάλιρα Ρεγγίνα» (σ’ αυτά είχαν ιδιαίτερη προτίμηση οι Υδραίοι και νησιώτες καπετάνιοι καραβοκύρηδες. Όλα αυτά και άλλα ξένα νομίσματα, 26 συνολικά, είχαν τη δική του ισοτιμία με το γρόσι, όπως την προσδιόριζε το διάταγμα της 16/3/1822.
Δράμαλης (Μαχμούτ) πασάς (1780 – 1822)
Οι εργασίες του πρώτου Εθνικού Νομισματοκοπείου στο μοναστήρι της Παναγίας της Κατακεκρυμένης στο Άργος διεκόπησαν αρχές Ιουλίου 1822 λίγο πριν ολοκληρωθούν. Γιατί η μεγάλη στρατιά του Μαχμούτ Πασά (1788-1822) πέρασε τον Ισθμό της Κορίνθου χωρίς αντίσταση και στις 13 Ιουλίου 1822 μπήκε στο Άργος. Η πόλις καταστράφηκε ξανά για δεύτερη φορά μέσα σε 15 μήνες και εκατοντάδες κάτοικοί του σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Έτσι ναυάγησε – λόγω Δράμαλη- η πρώτη προσπάθεια να κοπούν τα πρώτα ελληνικά νομίσματα στο Α’ Εθνικό νομισματοκοπείο που στήθηκε στο Άργος την άνοιξη του 1822.
Μετά την καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια 26-27/7/1822 η προσωρινή κυβέρνηση με απόφαση του εκτελεστικού σώματος τύπωσε χαρτονομίσματα αξίας 100, 250, 500, 700 και 1000 γροσίων για την ενίσχυση του Εθνικού Αγώνα. Τα χαρτονομίσματα αυτά δεν είχαν σχεδόν καμία ανταπόκριση ούτε από τους Έλληνες ούτε από τους ξένους και η αξία του μηδενίστηκε.
Η Β’ Εθνοσυνέλευση του Άστρους το 1823 πήρε ξανά την απόφαση ότι είναι καθήκον της η έκδοση εθνικού νομίσματος. Και επανέλαβε ότι πρέπει να κοπούν ασημένιες δραχμές και χάλκινοι οβολοί. Κάθε δραχμή προσδιόρισαν την ισοτιμία της με 100 οβολούς. Ούτε και τούτη τη φορά το θέμα προχώρησε.
Ξανά και πάλι εμφύλιος πόλεμος, φατριασμός, διχασμοί, η επαναστατημένη Ελλάδα να βλέπει τα παιδιά της να σκοτώνονται μεταξύ τους και να μην έχει πού ν’ ακουμπήσει να πάρει μία ανάσα. Ο χρυσός, τ’ ασήμι, τα μέταλλα τ’ αναγκαία για να κοπούν τα νομίσματα έγιναν καπνός, όπως και το δάνειο της Ανεξαρτησίας (2.800.000 αγγλικές λίρες) που πήραμε το 1825. Και ο Ιμπραήμ Πασάς εισέβαλε ανενόχλητος στο Μωριά ρημάζοντάς τον.
Ιωάννης Καποδίστριας, Λιθογραφία γύρω στο 1818., Καλλιτέχνες: «von L Brand ν{οη} R. Weber».
Μετά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου (8/10/1827) και την απελευθέρωση της χώρας και με την έλευση του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια (7/1/1828) το θέμα το πέρασε πλέον στην αρμοδιότητά του και απεφάσισε: πρώτον την άμεση δημιουργία Εθνικού Νομισματοκοπείου και δεύτερον να μην δημιουργήσει τη Δραχμή, αλλά ως νομισματική μονάδα τον αργυρό «Φοίνικα». (Το μυθικό πουλί των αρχαίων που αναγεννάται από τις στάχτες του, όπως η Ελλάδα).
Πολλαπλάσιο του αργυρού φοίνικα θα ήταν η χρυσή «ΑΘΗΝΑ» αξίας 20 φοινίκων και το ήμισυ αυτής 10 φοινίκων. Δυστυχώς λόγω ελλείψεως χρυσού, χρυσά νομίσματα δεν εκόπησαν.
Αρχές του 1828, ο Ιωάννης Καποδίστριας έλαβε ως δωρεά 1.500.000 ρούβλια από τη ρωσική κυβέρνηση αλλά και άλλες αξιόλογες δωρεές από τους υπόλοιπους συμμάχους των Ελλήνων. Τα χρήματα αυτά έδωσαν στον κυβερνήτη την ευκαιρία να ξεκινήσει αμέσως τη δημιουργία εθνικού νομίσματος.

Ο Φοίνικας, το πρώτο νόμισμα του νεοσυσταθέντος ελληνικού κράτους, κόπηκε από τον Καποδίστρια στην Αίγινα το 1828. Στο πίσω μέρος σχηματίζεται κύκλος από δύο κλαδιά δάφνης και ελιάς.

Έδωσε εντολή και στις 22 Μαΐου 1828 ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος τον οποίο διόρισε ως πρώτο έφορο του υπό ίδρυση Εθνικού Νομισματοκοπείου Ελλάδος, πήγε σε ειδική αποστολή στη Μάλτα και με 100 στερλίνες αγόρασε 2 μηχανές κατασκευής νομισμάτων του 1783 και 1797. Ανήκαν στο Τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών της Μάλτας, που είχε πάψει να λειτουργεί πριν 30 χρόνια όταν το τάγμα εκδιώχθηκε από τους Γάλλους και εγκατέλειψε τη Μάλτα. Μαζί με άλλα αναγκαία εξαρτήματα που αγόρασε στη Μασσαλία, στις 20/11/1828 έστησε το νομισματοκοπείο στην Αίγινα, στο ισόγειο του κτιρίου, που ο λαός ονόμασε «το παλάτι του Μπάρμπα-Γιάννη» και χρησίμευσε ως κυβερνείο του Ιωάννη Καποδίστρια για λίγο καιρό προτού μετακομίσει στην πρωτεύουσα στο Ναύπλιο.

Τα χάλκινα νομίσματα που εξέδωσε ο Καποδίστριας.

Τα πρώτα νομίσματα της ελεύθερης Ελλάδας εκόπησαν στις 27/06/1829. Και είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι και το πρώτο αρχαίο ελληνικό νόμισμα οι «χελώνες», είχαν κοπεί τον 7ον αιώνα π.Χ. πάλι στην Αίγινα, που τότε ήταν αποικία των Αργείων από τον βασιλιά του Άργους τον Φείδωνα. Τελικά τέθηκαν σε κυκλοφορία μόνο 4 εκδόσεις. Ο αργυρός «Φοίνικας» τα χάλκινα «λεπτόν», «πεντάλεπτον» και «δεκάλεπτον» και το 1830 το χάλκινον «εικοσάλεπτον».

Αργυρός στατήρας Αίγινας (480 π.χ.)

Χελώνα της Αίγινας (480 π.Χ.)

Ο γνωστός μας (από την πρώτη προσπάθεια στο Άργος) Αρμένης Χατζηγρηγόρης  ήταν ο χαράκτης των ασημένιων «φοινίκων», που έγιναν από λιώσιμο ασημένιων διακοσμήσεων και όπλων, ενώ τα χάλκινα νομίσματα έγιναν από κατεστραμμένα πυροβόλα και είδη οικιακής χρήσεως. Τις χαράξεις του 1830 τις έκανε  τεχνίτης με το όνομα «Δάσκαλος» Γεώργ. Παπακωσταντόπουλος από την Καρύταινα, των δε κοπών του 1831 ο Καρπενησιώτης Δημ. Κοντός. Συνολικά εκόπησαν 11.978 ασημένιοι φοίνικες.

Γενική Εφημερίς

Η 4η Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων που έγινε στο αρχαίο θέατρο του Άργους (11/07 έως 6/08/1829) ενέκρινε ψήφισμα (το Ζ/31/7/1829) για τη λειτουργία του Νομισματοκοπείου και την κυκλοφορία του νέου νομίσματος εγκρίνοντας έτσι όλες τις μέχρι τότε αποφάσεις και πράξεις του Ιωάννη Καποδίστρια. Μάλιστα στις 30/7/1829 στα μέλη της Δ’ Εθνοσυνέλευσης μοιράσθηκαν ως δώρο τα πρώτα νομίσματα που κυκλοφόρησαν.

Οι φοίνικες του Καποδίστρια

Το 1831 αναγκάσθηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας να κυκλοφορήσει χάρτινους φοίνικες [3]. Την απόφασή του αυτή ο πρώτος κυβερνήτης της χώρας μας την αιτιολόγησε με λόγια που μακάρι να τα ακούγαμε και σήμερα από τους νυν κυβερνώντες μας. «…χρεωστούντες να εξεύρωμεν τον τρόπον να θεραπεύσωμεν την ανάγκην ταύτην (δηλαδή την έλλειψη χρημάτων) χωρίς να επιφορτίσωμεν με νέους φόρους την γεωργίαν και το εμπόριον, τα οποία πρέπει να αναζωογονήσωμεν ως παθόντα εκ της παρελθούσης ανωμαλίας…». Οι χάρτινοι φοίνικες τυπώθηκαν στην Αίγινα την 1/7/1831. Η συνολική αξία τους ανήλθε στο ύψος των 500.000 φοινίκων, από 3.000.000 που είχαν αρχικά ορισθεί, τυπώθηκαν ονομαστικές αξίες των 5, 10, 50 και 100 φοινίκων. Τα χαρτονομίσματα μη έχοντας αντίκρισμα σε χρυσό ή ασήμι δεν απέκτησαν την εμπιστοσύνη Ελλήνων και ξένων και απέτυχαν.

Το Τάλληρο του Όθωνα, 1833, κοπής Μονάχου.

Μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια (27/9/1831) και την έλευση του νεαρού βασιλιά Όθωνα στο Ναύπλιο (18/1/1833) οι Βαυαροί που δεν ήθελαν ν’ ακούσουν καν για τις ημέρες και τα έργα του Α’ Κυβερνήτη της Ελλάδος, στις 1/2/1833 με μία από τις πρώτες αποφάσεις του Όθωνα σταμάτησαν τις εργασίες του Εθνικού Νομισματοκοπείου στην Αίγινα [4] και απεφάσισαν ότι το νέο νόμισμα της χώρας θα είναι πλέον η Δραχμή που από τότε έως το 2002 που την αντικατέστησε το ευρώ, πέρασε πολλά ευχάριστα και δυσάρεστα και εμείς μαζί της περισσότερα…

Υποσημειώσεις


[1] Οι εργασίες της Α’ Εθνοσυνέλευσης άρχισαν την 1/12/1821 στον ημιυπόγειο ναό του Αϊ-Γιάννη στο Άργος (ο σημερινός ναός του Αϊ-Γιάννη κτίσθηκε μετά το 1822 και περατώθηκε από τον Ιωάννη Καποδίστρια το 1829). Οι εργασίες της ξεκίνησαν άσχημα. Οι έριδες και ραδιουργίες έφεραν σε σύγκρουση τον Δ. Υψηλάντη και τον Θ. Κολοκοτρώνη με τους Μαυροκορδάτο και Νέγρη. Η δολοφονία στο Άργος εκείνες τις μέρες του Αντώνη Οικονόμου έκανε το Άργος ανάστατο. Οι πολιτικοί αντιπρόσωποι της Α’ Εθνοσυνέλευσης ένιωθαν μεγάλη ανασφάλεια γιατί ο στρατός είχε αγριέψει και τους απειλούσε. Έτσι αποφάσισαν να τη σταματήσουν και να μεταβούν στην Πιάδα (Νέα Επίδαυρο) χωρίς τον Δ. Υψηλάντη και τον Θ. Κολοκοτρώνη. Εκεί άρχισαν εκ νέου οι εργασίες της από την 20/12/1821 και τέλειωσαν στις 16/01/1822. Ο Μαυροκορδάτος κυριάρχησε και εκλέχτηκε Πρόεδρος του Εκτελεστικού σώματος (προσωρινός πρωθυπουργός).
[2] Στις 25/04/1821, ο Κιοσέ Μεχμέτ Πασάς Μουσταφάμπεης ή Κεχαγιάμπεης με 3.500 Τουρκαλβανούς εισβάλει στο Άργος και επί 6 μερόνυχτα ανενόχλητος το ρημάζει. Σφάζει 700 Αργείους, βιάζει γυναίκες και παίρνει όσα γυναικόπαιδα βρήκε ως σκλάβους. Βλέπε: Αργολική Αρχ. Βιβλιοθήκη: Ο Μεντρεσές του Άργους και η πολύτιμη για τον Αγώνα του 1821 μολύβδινη σκεπή τους.
[3] Δυστυχώς το κόστος παραγωγής κάθε αργυρού φοίνικα ξεπέρασε κατά πολύ την αξία που είχε σαν νόμισμα. Γι’ αυτό και σταμάτησε – μαζί με άλλους λόγους που κυρίαρχος ήταν η απουσία ασημιού- την παραγωγή του.
[4] Ό,τι έχει απομείνει από τα μηχανήματα αυτά βρίσκεται στη συλλογή της Εθνολογικής & Ιστορικής Εταιρείας της Ελλάδος. Μια μικρή πρέσα, βρίσκεται σήμερα δίπλα στα σκαλοπάτια της εισόδου του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στην Αθήνα.

Βιβλιογραφία

  • Αναστάσιος Τζαμαλής, «ΤΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 1828-1979», Εκδόσεις ΝΟΥΜΜΙΟ, Αθήνα 1981.
  • Αργειακόν Ημερολόγιον 1930 (Συλλογή Γ. Γιαννούση).
  • Κάρολος Μπρούσαλης, «Το Εθνικό Νόμισμα» εφημ. Έθνος (Ιανουάριος 2007).
  • Αλέξης Τότσικας, «Η Δραχμή μας», Ιστόραμα, 2002.
  • Πρότυπο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Βαρβακείου Σχολής, «Οι φοίνικες του Καποδίστρια: το πρώτο νόμισμα του νεώτερου ελληνικού κράτους», Απρίλιος 2013.

Γιώργος Γιαννούσης
Οικονομολόγος – Πρόεδρος Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας & Πολιτισμού

Τετάρτη 24 Μαΐου 2017

Dresden Codex: Το αρχαιότερο ημερολόγιο των Μάγια



Το Dresden Codex, επίσης γνωστό και ως Codex Dresdensis, είναι ένα προ-Κολομβιανό βιβλίο των Μάγια του ενδέκατου ή δωδέκατου αιώνα.
Αυτός ο κώδικας των Μάγια πιστεύεται ότι είναι ένα αντίγραφο του πρωτότυπου κειμένου τριακόσια ή τετρακόσια χρόνια νωρίτερα. Είναι το παλαιότερο βιβλίο που γράφτηκε στην Αμερική σύμφωνα με τους ιστορικούς, από τα εκατοντάδες βιβλία που χρησιμοποιήθηκαν στην Κεντρική Αμερική πριν από την ισπανική κατάκτηση, ενώ είναι ένα από τα μόλις 15 που έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα
Το Dresden Codex αποτελείται από 39 φύλλα, χαραγμένα και στις δύο πλευρές, με συνολικό μήκος 3,56 μέτρα (11,7 πόδια). Αρχικά, το χειρόγραφο είχε διπλωθεί σε πτυχώσεις ακορντεόν. Σήμερα, εκτίθεται σε δύο μέρη, το καθένα από αυτά είναι περίπου 1,8 μέτρα (5,9 πόδια), στο μουσείο της Κρατικής Βιβλιοθήκης της Σαξονίας στη Δρέσδη στη Γερμανία. Το έγγραφο έχει διαδραματίσει καίριο ρόλο στην αποκρυπτογράφηση ιερογλυφικών των Μάγια.
Ιστορία
Ο Διευθυντής Johann Christian Götze της Βασιλικής Βιβλιοθήκης στη Δρέσδη, αγόρασε τον κώδικα από έναν ιδιώτη ιδιοκτήτη στη Βιέννη το 1739.  Κατά το χρόνο απόκτησης του περιγράφεται ως «Μεξικάνικο βιβλίο.» Πώς ήρθε στη Βιέννη είναι άγνωστο. Πιθανολογείται ότι απεστάλη από τον Hernan Cortes ως φόρος τιμής στο βασιλιά Κάρολο Α ‘της Ισπανίας το 1519. Ο Κάρολος είχε ορίσει τον Cortés Διοικητή και καπετάνιο γιατί πρόσφατα είχε κατακτήσει Μεξικανικό έδαφος. Ο κώδικας από τότε βρίσκεται στην Ευρώπη.
Dresden Codex
Πρώτη δημοσίευση το 1810 από τον Humboldt
Το 1810, ο Alexander von Humboldt δημοσίευσε πέντε σελίδες από το Dresden Codex στο έργο του άτλαντας των μνημείων (Vues des Cordillères et des peuples indigenes de l’Amerique). Στην Βασιλική Βιβλιοθήκη στη Δρέσδη, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1848, και το 1853 ο Charles Étienne Brasseur de Bourbourg αναγνώρισε το Dresden Codex ως χειρόγραφο των Μάγια.
Το 1835, ο κώδικας τοποθετήθηκε μεταξύ υαλοπινάκων σε δύο μέρη, 1,85 μέτρα (6,1 πόδια) και 1,77 μέτρα (5,8 πόδια) σε μήκος.
Μεταξύ 1880 και 1900, ο βιβλιοθηκάριος Ernst Wilhelm Förstemann πέτυχε την αποκρυπτογράφηση σε τμήμα του ημερολογίου, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών των Μάγια που χρησιμοποιούνται στον κώδικα.
Οι αριθμοί αυτοί βασίζονται σε εικοστά (base-20) αριθμητικό σύστημα, που αποτελείται από τρία σύμβολα: μηδέν (σχήμα κέλυφος), ένα (τελεία) και πέντε (μπαρ). Σημαντικά βήματα στην μετέπειτα αποκωδικοποίηση του τμήματος του ημερολογίου ήταν η αποκρυπτογράφηση σε συγκεκριμένα ιερογλυφικά από τον Paul Schellhas το 1897 και Γιούρι Knorozov στην δεκαετία του 1950. Το έργο του Knorozov βασίστηκε στο αλφάβητο de Landa, που αναπτύχθηκε από τον Diego de Landa γύρω στο 1566.
Η βιβλιοθήκη βομβαρδίστηκε και υπέστη σοβαρές ζημιές κατά τη διάρκεια του βομβαρδισμού της Δρέσδης στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Dresden Codex καταστράφηκε σε μεγάλο βαθμό. Ο κώδικας επέστρεψε επιμελώς ανακαινισμένος ωστόσο, κάποιες από τις σελίδες επέστρεψαν στο προστατευτικό περίβλημα από γυαλί εκτός σειράς. Έχουν παραμείνει με αυτόν τον τρόπο, διότι η ζημία των υδάτων που προκαλείται μερικές φορές από τις βαμμένες περιοχές είναι ικανές να προσχωρήσουν στο γυαλί.
Περιγραφή
Ο κώδικας της Δρέσδης θεωρείται ο πιο πλήρες από τους τρεις αναμφισβήτητα αυθεντικούς κώδικες των Μάγια. Αποτελείται από αμάτλ χαρτί που καλύπτεται με μια πάστα ασβέστη και διπλώθηκε σε πτυχώσεις όπως ένα ακορντεόν. Το χαρτί του κώδικα είναι επικαλυμμένο με λεπτό στόκο ή δομικό γύψο και είναι οκτώ ίντσες ψηλό και έντεκα πόδια μακρύ.
Το Dresden Codex ανέρχεται σε 78 σελίδες σε 39 διπλής όψης φύλλα, με συνολικό μήκος 3,56 μέτρα (11,7 πόδια). Τέσσερις σελίδες είναι άδειες. Κάθε φύλλο είναι 20,5 εκατοστά. Από το 1835 έχει παρουσιαστεί σε δύο μέρη, το καθένα από αυτά σώζονται μεταξύ υαλοπινάκων. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει 20 φύλλα, το δεύτερο 19.
Ο κώδικας γράφτηκε από έξι διαφορετικούς γραφείς που χρησιμοποιούν και τις δύο πλευρές. Είχαν όλοι τους το δικό του ιδιαίτερο στυλ γραφής ιερογλυφικών. Οι εικόνες του κώδικα βάφτηκαν με εξαιρετική σαφήνεια, χρησιμοποιώντας πολύ λεπτές βούρτσες. Τα βασικά χρώματα που χρησιμοποιούνται για τον κώδικα, είναι κατασκευασμένα από φυτικές χρωστικές ουσίες που ήταν κόκκινες, μαύρες και το λεγόμενο μπλε των Μάγια.
Γύρω στα 250 από τα περίπου 350 σημεία του κώδικα έχουν αποκωδικοποιηθεί.
Ο κώδικας της Δρέσδης περιέχει επίσης αστρονομικούς πίνακες με μεγάλη ακρίβεια. Οι πιο γνωστοί είναι για τη σεληνιακή σειρά και ο πίνακας της Αφροδίτης. Η σεληνιακή σειρά έχει διαστήματα που συσχετίζεται με τις εκλείψεις. Ο πίνακας της Αφροδίτης συσχετίζεται με τις προφανείς κινήσεις του πλανήτη. Ο κώδικας περιέχει επίσης ημερολόγια, αστρονομικά και αστρολογικά, πίνακες, και τελετουργικά χρονοδιαγράμματα.

Οι ειδικές αναφορές NUMEN έχουν να κάνουν με έναν τελετουργικό κύκλο 260 ημερών που χωρίζεται σε διάφορους τρόπους. Περιλαμβάνει επίσης οδηγίες σχετικά με τα νέα- έτη τελετές, καθώς και περιγραφές από τις θέσεις των Θεών της βροχής.
Στις εικόνες που ακολουθούν μπορείτε να δείτε όλες τις σελίδες του Κώδικα
Αριθμός σελίδων και ακολουθία
Ο Agostino Aglio έγινε ο πρώτος στην μεταγραφή του χειρόγραφου το 1825-1826. Μοίρασε τον αρχικό κώδικα σε δύο μέρη, που επισημαίνονται σε Codex Α και Codex Β. Η αλληλουχία του Codex Α στην μπροστινή πλευρά ακολουθείται από την πίσω πλευρά με την ίδια σειρά σε Codex Β. Σήμερα, καταλαβαίνουμε ότι μια ανάγνωση του κώδικα πρέπει να είναι η πλήρη μπροστινή πλευρά, ακολουθούμενη από την πλήρη πίσω πλευρά του χειρογράφου, δηλαδή, σελίδες 1-24 ακολουθούμενη από 46 έως 74, που ακολουθείται από την 25-45.
το είδα εδώ

Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Ιωάννης Καποδίστριας (1776 – 1831)


Είναι ο πρώτος κυβερνήτης του νεοελληνικού κράτους (1828-31). Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 11 Φεβρουαρίου 1776 την περίοδο της Ενετοκρατίας και ήταν γιος του Κόμη Αντωνίου-Μάριου Καποδίστρια. Η οικογένειά του, που καταγόταν από τη δαλματική πόλη Κάπο ντ’ Ίστρια (το σημερινό Κόπερ της Σλοβενίας) και τα μέλη της είχαν πάρει τον τίτλο του Κόμη (τον οποίο αναγνώρισαν αργότερα κι οι Ενετοί κυρίαρχοι της Επτανήσου) από τον Δούκα της Σαβοΐας Κάρολο Εμμανουήλ τον Β', μετοίκησε οριστικά στην Κέρκυρα περίπου στα τέλη του 15ου αιώνα. Ο τίτλος μπήκε στη «Χρυσή Βίβλο» (Libro d' Oro) των ευγενών της Κέρκυρας το 1679. Η οικογένεια της μητέρας του Διαμαντίνας (Αδαμαντίας) Γονέμη, ήταν κι αυτή εγγεγραμμένη στη «Χρυσή Βίβλο» από το 1606.
Ο Καποδίστριας έκανε τις πρώτες του σπουδές στην Κέρκυρα και αργότερα μετέβη στο Πανεπιστήμιο της Παταβίας (Πάντοβα) της Ιταλίας, όπου σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία και νομικά. Μετά την αποφοίτησή του, το 1797, εγκαταστάθηκε στη γενέτειρά του Κέρκυρα κι άσκησε το επάγγελμα του ιατρού – χειρούργου για μικρό διάστημα. Από τα τέλη όμως του 1798 αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην πολιτική.
Ο Καποδίστριας εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή σε μια στιγμή που τα Επτάνησα γνώριζαν μια νέα περίοδο της ιστορίας τους: Το 1797, τα στρατεύματα της επαναστατικής Γαλλίας κατέλαβαν τα Επτάνησα, καταργώντας την ενετοκρατία και το τοπικό καθεστώς των ευπατρίδων. Το 1798, όμως, ο ρωσοτουρκικός στόλος με επικεφαλής τον ναύαρχο Ουσακόφ κατέπλευσε στα Επτάνησα και υποχρέωσε τους Γάλλους να αποχωρήσουν. Οι ευπατρίδες αποκαταστάθηκαν και, με τη ρωσοτουρκική συνθήκη που επακολούθησε (Μάρτιος 1800), παραχωρήθηκε στα νησιά καθεστώς αυτοδιοίκησης: ανακυρύχθηκαν σε πολιτεία υποτελή στον Τούρκο Σουλτάνο, που όφειλε να πληρώνει φόρο υποτελείας στην Υψηλή Πύλη (75.000 γρόσια κάθε τριετία) και να κυβερνάται από την αριστοκρατία του τόπου.
Η κατάσταση σηματοδότησε την πρώτη είσοδο του Καποδίστρια στην πολιτική σκηνή. Αρχικά, του ανατέθηκε η διοίκηση του στρατιωτικού νοσοκομείου. Το 1801, ο Καποδίστριας ως έκτακτος επίτροπος της Ιονίου Πολιτείας, σε ηλικία 25 ετών, εργάστηκε για την εφαρμογή του νέου πολιτεύματος, ενώ αργότερα έγινε υπουργός. Την περίοδο εκείνη ανέπτυξε στενούς δεσμούς με τη ρωσική Αυλή. Χάρη στη πολιτική του οξυδέρκεια και πειθώ απέτρεψε την εξέγερση της Κεφαλονιάς, που θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες στη συνοχή της νεότευκτης πολιτείας. Έδειξε ευαισθησία και προσοχή στις ανησυχίες των Επτανησίων και πήρε πρωτοβουλίες για τη αναθεώρηση επί το δημοκρατικότερο του επτανησιακού συντάγματος, που είχαν επιβάλει Ρώσοι και Τούρκοι με τον τίτλο «Βυζαντινό Σύνταγμα».
Αποτέλεσμα των προσπαθειών του Καποδίστρια ήταν η ψήφιση ενός πιο φιλελεύθερου και δημοκρατικού συντάγματος το 1803. Οι μεγάλες δυνάμεις θορυβήθηκαν κι έστειλαν τον Γεώργιο Μοτσενίγο, για να τον επιπλήξει. Όταν, όμως, ο εκπρόσωπός τους συναντήθηκε μαζί του, εντυπωσιάστηκε από την πολιτική και ηθική συγκρότησή του. Τέλος, ο Καποδίστριας διορίστηκε ομόφωνα από τη Γερουσία της Ιονίου Πολιτείας, Γραμματέας της Επικρατείας για τις υποθέσεις εξωτερικών, ναυτικών και εμπορίου. Στη διάρκεια της θητείας του αναδιοργάνωσε τη δημόσια διοίκηση, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση.
Τον Μάρτιο του 1807 στάλθηκε στη Λευκάδα, την οποία απειλούσε με κατάληψη ο Αλή Πασάς. Αναδιοργάνωσε την άμυνα του νησιού, αποτρέποντας την απειλή. Εκεί γνωρίστηκε με τους οπλαρχηγούς ΚολοκοτρώνηΝικηταρά, Ανδρούτσο και Μπότσαρη, που αργότερα θα πρωτοστατήσουν στην Επανάσταση του '21.
Όμως, η ύπαρξη της Ιονίου Πολιτείας και η πολιτική σταδιοδρομία του Καποδίστρια στα Επτάνησα δεν διήρκεσαν πολύ. Ο πληθυσμός ήταν έντονα δυσαρεστημένος από το νέο απολυταρχικό καθεστώς, τα νησιά ανακατελήφθηκαν (1807) από τον Ναπολέοντα και τελικά προσαρτήθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία (1809). Τότε ο Καποδίστριας αναχώρησε για τη Ρωσία.
Τον Ιανουάριο 1809 ο Καποδίστριας πήγε στην Αγία Πετρούπολη και τέθηκε στην υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας, μετά από πρόσκληση του Τσάρου Αλέξανδρου Α'. Από τότε και μέχρι το 1822, σε μια περίοδο από τις πιο σπουδαίες και πιο κρίσιμες της ευρωπαϊκής ιστορίας, ο Καποδίστριας συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση και στην άσκηση της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Το 1813, διορίστηκε εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, στην πρώτη του μεγάλη αποστολή, για να συνεισφέρει στην απαλλαγή της από την επιρροή του Ναπολέοντα. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενότητα, ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Ελβετίας και συνεισέφερε πάρα πολύ στο ελβετικό σύνταγμα, που προέβλεπε 19 αυτόνομα κρατίδια (καντόνια) ως συστατικά μέλη της ελβετικής ομοσπονδίας.
Συμμετείχε στο Συνέδριο της Βιέννης, που έθεσε της βάσεις της «Ιεράς Συμμαχίας», ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπίας, αποτελώντας το φιλελεύθερο αντίβαρο στην αντιδραστική πολιτική του αυστριακού πρίγκιπα Μέτερνιχ. Πέτυχε την εξουδετέρωση της αυστριακής επιρροής, την ακεραιότητα της Γαλλίας υπό Βουρβόνο μονάρχη, μετά την πτώση του Ναπολέοντα, καθώς και τη διεθνή ουδετερότητα της Ελβετίας, υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων.
Χάρη στις ικανότητές του, αναδείχθηκε σε έξοχο διπλωμάτη, ανήλθε έως τα ανώτατα αξιώματα του ρωσικού διπλωματικού σώματος και μετά τις μεγάλες του διπλωματικές επιτυχίες, ο Τσάρος τον έχρισε Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1816 έως το 1822. Την εποχή αυτή συνδέθηκε στενά με τον Αλέξανδρο Α' και το λεγόμενο «μυστικό συμβούλιο» της ρωσικής Αυλής, που το αποτελούσαν αριστοκράτες επηρεασμένοι από τις αντιλήψεις του γαλλικού Διαφωτισμού, που ζητούσαν σύνταγμα για την απολυταρχική Ρωσία. Ο Καποδίστριας έγινε οπαδός της «πεφωτισμένης δεσποτείας», δηλαδή του εκσυγχρονισμού της κοινωνίας και των μεταρρυθμίσεων, χωρίς όμως την επαναστατική περεμβολή του λαού. Οι πεποιθήσεις του αυτές υπήρξαν και η αιτία των περιπετειών του και των παρεξηγήσεων σχετικά με το ρόλο του. Ο Μέτερνιχ της Αυστρίας, άσπονδος εχθρός κάθε ελευθερίας, τον συκοφαντούσε διαρκώς και τον παρουσίαζε ως επικίνδυνο ανατροπέα, ενώ από την άλλη οι Φιλικοί τον κατηγορούσαν για τον συντηρητισμό του.
Ο Καποδίστριας, όμως, δεν ξέχασε τη γενέτειρά του και τα Επτάνησα, που είχαν περάσει κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο της Μεγάλης Βρετανίας. Το 1819 πήγε στο Λονδίνο και προσπάθησε μάταια να πείσει τη βρετανική κυβέρνηση να μετριάσει το αυταρχικό καθεστώς που είχε επιβάλει στα Ιόνια Νησιά.
Το 1817 η Φιλική Εταιρεία ανέθεσε στον Νικόλαο Γαλάτη να συναντήσει τον Καποδίστρια και να του προτείνει να αναλάβει την αρχηγία της επανάστασης στην Ελλάδα. Όπως αναφέρει ο Καποδίστριας στην αυτοβιογραφία του (γραμμένη από το 1826), απάντησε στον απεσταλμένο της Φιλικής Εταιρείας με τα εξής λόγια: «Δια να σκέπτεται κανείς, κύριε, περί τοιούτου σχεδίου πρέπει να είναι παράφρων, δια να τολμήσει δε να μοι ομιλήσει περί αυτού εν τω οίκω τούτω, όπου έχω την τιμή να υπηρετώ μέγαν και κραταιόν μονάρχην, πρέπει να είναι όπως είσθε εσείς, νέος μόλις εγκαταλείψας τους βράχους της Ιθάκης, και παρασυρόμενος δεν ηξεύρω υπό ποίων τυφλών παθών» και συμβούλευε τους Φιλικούς ότι «εάν δεν θέλουν να καταστραφούν και να συμπαρασύρουν μεθ’ εαυτών εις τον όλεθρον το αθώον και δυστυχές έθνος των, πρέπει να εγκαταλείψουν τα επαναστατικάς ενεργείας των και να ζήσουν ως πρότερον υφ’ ας κυβερνήσεις ευρίσκοντο, μέχρις ου η θεία Πρόνοια αποφασίσει άλλως».
Στην πραγματικότητα, όμως, ο Καποδίστριας δεν ήταν υπέρ της οθωμανικής κυριαρχίας στην Ελλάδα. Η άρνησή του να τεθεί επικεφαλής της Φιλικής Εταιρείας οφειλόταν στην έμφυτη αντιπάθειά του για τις επαναστατικές μεθόδους πάλης, όπως και στην πεποίθησή του ότι η εποχή δεν ήταν κατάλληλη για την έκρηξη της εθνικής επανάστασης. Επιπλέον, πίστευε ότι μια επανάσταση που θα στηριζόταν σε ξένες δυνάμεις δε θα έφερνε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Στην αυτοβιογραφία του αναφέρει: «...ως Έλλην μεν οφείλω μόνον εκείνην την ελευθερίαν να επιθυμώ, ην οι Έλληνες ήθελον αποκτήσει δια των ιδίων των δυνάμεων και δια της προηγούμενης προόδου των εις τον αληθή πολιτισμόν. Αλλά από το σημείο τούτο η κοινή ημών πατρίς ευρίσκεται ακόμα μακράν». Γι’ αυτό και θεωρούσε ότι, αν το σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας ετίθετο σε εφαρμογή, δεν θα είχε άλλο αποτέλεσμα παρά να αντικαταστήσει «το τουρκικόν σαρίκι με πίλον ευρωπαϊκόν».
Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ο Καποδίστριας προσπάθησε να προδιαθέσει ευνοϊκά τον Τσάρο Αλέξανδρο Α' υπέρ των ξεσηκωμένων Ελλήνων και να τον πείσει να επέμβει στρατιωτικά εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, χρησιμοποιώντας δύο επιχειρήματα: πρώτον, η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας υπέρ των Ελλήνων θα ενίσχυε σημαντικά την επιρροή της στα Βαλκάνια και θα έθετε επίτάπητος το πρόβλημα των Στενών και δεύτερον, η υποστήριξη της Ρωσίας προς τους χριστιανούς Έλληνες δεν θα εναντιωνόταν στις αρχές της Ιεράς Συμμαχίας, γιατί θα είχε τη μορφή της συμπαράστασης προς έναν ομόδοξο λαό, που αγωνιζόταν εναντίον ενός αλλόδοξου μονάρχη. Όμως, την ίδια περίοδο η Ρωσία διέθετε και δεύτερο υπουργό Εξωτερικών, τον Νέσελροντ, τα αισθήμα και οι διαθέσεις του οποίου διέφεραν από αυτά του Καποδίστρια. Πρώην διπλωμάτης καρίερας, συντηρητικός και πιστός στο πνεύμα της Ιεράς Συμμαχίας, ο Νέσελροντ τάχθηκε κατά της Ελληνικής Επανάστασης, την οποία θεωρούσε - όπως και ο Μέτερνιχ - τμήμα της «διεθνούς συνωμοσίας» εναντίον των μοναρχιών. Παρά τις προσπάθειες του Καποδίστρια, ο Τσάρος συμμερίστηκε τις απόψεις του Νέσελροντ. Στο συνέδριο των εταίρων της Ιεράς Συμμαχίας στο Λάιμπαχ (Μάιος 1821), η Ελληνική Επανάσταση καταδικάστηκε κι ο Καποδίστριας, ηττημένος, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το αξίωμά του, να αποσυρθεί από την ενεργό υπηρεσία.
Το καλοκαίρι του 1822 εγκαταστάθηκε στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου ιδιώτευσε για μια ολόκληρη πενταετία. Οι Ελβετοί τον εκτίμησαν για την προσφορά του στη δημιουργία της Ελβετικής Ομοσπονδίας, λαμβάνοντας τον τίτλο του επίτιμου πολίτη. Παρέμεινε εκεί έως το 1827, χωρίς να διακόψει στο διάστημα αυτό τις προσπάθειές του για να εξασφαλίσει τη συμπαράσταση κυβερνήσεων και προσωπικοτήτων υπέρ του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων. Στην προσπάθειά του αυτή είχε στενό συνεργάτη τον Ελβετό τραπεζίτη και φιλέλληνα Ζαν Εϊνάρ. Στο διάστημα αυτής της πενταετίας, προτού χριστεί κυβερνήτης της Ελλάδας, μεσολάβησαν γεγονότα που ευνόησαν την Ελληνική Επανάσταση. Η εξωτερική πολιτική της Αγγλίας άλλαξε μετά την επικράτηση του Τζορτζ Κάνινγκ (1822), ενώ στο ρωσικό θρόνο ανέβηκε ο Νικόλαος Α' (1825). Στις 4 Απριλίου 1826 η Ρωσία και η Αγγλία υπέγραψαν στην Αγία Πετρούπολη ιδιαίτερο πρωτόκολλο, με το οποίο αναγνώριζαν την ίδρυση ελληνικού κράτους υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου. Στην πραγματικότητα, δημιουργήθηκε έτσι ένας αγγλορωσικός συνασπισμός κατά του Σουλτάνου Μαχμούτ Β', στον οποίο προσχώρησε λίγο αργότερα και η Γαλλία. Οι τρεις σύμμαχοι υπέγραψαν τη συνθήκη του Λονδίνου (Ιούλιος 1827) με την οποίαν ζητούσαν τον τερματισμό των ελληνοτουρκικών εχθροπραξιών και την αναγνώριση από τον Σουλτάνο της ύπαρξης του ελληνικού κράτους.
Με αυτές τις ευνοϊκές συνθήκες, η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας αποφάσισε στις 3 Απριλίου του 1827 να ονομάσει τον κόμη Καποδίστρια κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, σε μία περίοδο που η Επανάσταση καρκινοβατούσε. Μετά από επίπονες διαβουλεύσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης για το ελληνικό κράτος, έφτασε στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου 1828, λίγο μετά τη ναυμαχία του Ναυαρίνου (Οκτώβριος 1827) και μερικούς μήνες πριν τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (Μάιος 1828-Ιούλιος 1829), όπου και έγινε δεκτός με ζητωκραυγές και ενθουσιώδεις εκδηλώσεις από το λαό. Δύο ημέρες αργότερα πήγε στην Αίγινα, που είχε κριθεί πιο κατάλληλη από το Ναύπλιο ως προσωρινή έδρα της Κυβέρνησης. Όμως, για δύο ολόκληρα χρόνια, μέχρι την υπογραφή του πρωτοκόλλου του Λονδίνου (1830), ήταν κυβερνήτης ενός κράτους που δεν είχε διεθνή αναγνώριση.
Η πρώτη επαφή του με την ηπειρωτική Ελλάδα υπήρξε αποκαρδιωτική, λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στο πολιτικό σκηνικό. Οι αντιπαλότητες που είχαν προκύψει μεταξύ των φατριών στη διάρκεια της επανάστασης δεν είχαν κοπάσει, ενώ η χώρα είχε καταστραφεί και η οικονομία της τελούσε υπό πτώχευση.
Η διακυβέρνηση του Καποδίστρια ήταν σύντομη. Προσπάθησε να κυβερνήσει τη μικρή και ταλαιπωρημένη από τον μακροχρόνιο αγώνα χώρα με βάση το Δημοκρατικό Σύνταγμα της Τροιζήνας, αλλά ως οπαδός της «πεφωτισμένης δεσποτείας» πίστευε ότι τα Συντάγματα και τα Κοινοβουλευτικά Σώματα ήσαν πρόωρα για το ασύστατο ακόμα κράτος. Πρέσβευε εις την αρχή του ενός ανδρός, έστω και υπό προθεσμία. Στις 18 Ιανουαρίου 1828 πέτυχε ψήφισμα της Βουλής περί αναστολής του Συντάγματος. Έτσι, κατέστη η μοναδική πηγή εξουσίας, συνεπικουρούμενος από το Πανελλήνιο, ένα συμβουλευτικό σώμα αποτελούμενο από 27 μέλη. Η ψήφιση του νέου Συντάγματος παραπεμπόταν στη σύγκληση μιας νέας Εθνοσυνέλευσης στο άμεσο μέλλον. Ο Καποδίστριας εγκαινίασε την περίοδο της απολυταρχίας, που διατηρήθηκε μέχρι το Σύνταγμα του 1843.
Αποτέλεσμα ήταν να έρθει σε αντίθεση τόσο με το ίδιο το σύνταγμα της Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας όσο και με το φιλελεύθερο πνεύμα των αγωνιστών του 1821. Από την άλλη, οι προσπάθειές του για τον εκσυγχρονισμό της Ελλάδας τον έφερναν σε σύγκρουση με τους συντηρητικούς προεστούς και γαιοκτήμονες, ενώ η συμπάθειά του προς τη Ρωσία τον κατέστησε ανεπιθύμητο στους Άγγλους και στους Γάλλους. Ο Καποδίστριας είχε ανάγκη από τη συμπαράσταση του λαού για να κυβερνήσει τον τόπο ως «φωτισμένος» δεσπότης. Όμως, η κατηγορηματική του άρνηση να μοιράσει τη γη στους ακτήμονες αγρότες (στα 3/5 του πληθυσμού της ελεύθερης Ελλάδας) του στερούσε τη λαϊκή υποστήριξη και τον άφηνε απροστάτευτο στις επιθέσεις των αντιπάλων του.
Ο νέος Κυβερνήτης έθεσε ως στόχο να βάλει τέλος στις εμφύλιες διαμάχες και επιδόθηκε αμέσως στο έργο της δημιουργίας Κράτους εκ του μηδενός, δείχνοντας αξιοζήλευτη δραστηριότητα. Ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστηριακή Τράπεζα με τη βοήθεια του φίλου του Ελβετού τραπεζίτη Εϋνάρδου, η οποία δεν ευδοκίμησε για πολύ. Ρύθμισε το νομισματικό σύστημα, καθότι ακόμη κυκλοφορούσαν τουρκικά και ξένα νομίσματα μέσα στην επικράτεια. Στις 28 Ιουλίου 1828 καθιέρωσε ως εθνική νομισματική μονάδα τον Φοίνικα και ίδρυσε Εθνικό Νομισματοκοπείο. Στις 24 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου οργάνωσε και την πρώτη ταχυδρομική υπηρεσία.
Όταν ήρθε στο Ναύπλιο, ο Καποδίστριας βρήκε την Ελλάδα χωρίς δικαστική οργάνωση. Γνωρίζοντας ότι η απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί θεμέλιο για τη δημιουργία μιας ευνομούμενης πολιτείας, ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τη δημιουργία δικαστηρίων και τη στελέχωσή τους με το κατάλληλο προσωπικό. Οργάνωσε, ακόμη, τη διοίκηση του κράτους και ίδρυσε Στατιστική Υπηρεσία, η οποία διενήργησε την πρώτη απογραφή.
Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση, πετυχαίνοντας αφενός να καταπολεμήσει το κατεστημένο των οπλαρχηγών και αφετέρου να παρεμποδίσει την Οθωμανική προέλαση, όπως έδειξε η Μάχη της Πέτρας, όπου ο ελληνικός στρατός εμφανίσθηκε πειθαρχημένος και συγκροτημένος στην τελευταία μάχη του Αγώνα. Ο Καποδίστριας αντιμετώπισε επιτυχώς την πειρατεία, αναθέτοντας στον ναύαρχο Μιαούλη την καταστολή της. Εφάρμοσε την πρακτική της απομόνωσης (καραντίνας) των κοινοτήτων που πλήττονταν από τις επιδημίες του τύφου, της ελονοσίας και άλλων μολυσματικών ασθενειών. Προσπάθησε να ανοικοδομήσει το κατεστραμμένο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, ιδρύοντας πολλά σχολεία, καθώς και το Ορφανοτροφείο της Αίγινας.
Ο Καποδίστριας ενδιαφέρθηκε αποφασιστικά για τη γεωργία, που αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής οικονομίας. Εισήγαγε πρώτος την καλλιέργεια της πατάτας, με ένα τρόπο που έδειχνε τη βαθειά του γνώση για τον ψυχισμό του Έλληνα εκείνης της εποχής. Διέταξε, λοιπόν, να αποθέσουν ένα φορτίο με πατάτες στο λιμάνι του Ναυπλίου και προέτρεψε τον καθένα να πάρει όσες θέλει. Συνάντησε, όμως, την παγερή αδιαφορία των πρωτευουσιάνων. Στη συνέχεια τοποθέτησε φρουρούς στο φορτίο και αμέσως σχεδόν στο Ναύπλιο κυκλοφόρησαν ψίθυροι ότι για να φυλάσσεται το φορτίο κάτι το πολύτιμο θα περιέχει. Οι άνθρωποι μαζεύτηκαν στο λιμάνι και λοξοκοίταζαν τις πατάτες. Άρχισαν σιγά-σιγά να τις κλέβουν κάτω από τη μύτη των φρουρών και στο τέλος έκαναν όλες φτερά. Δεν γνώριζαν, όμως, ότι ο Καποδίστριας είχε διατάξει τους φρουρούς να κάνουν τα στραβά μάτια. Με αυτή την ευφυή κίνηση, η πατάτα έγινε τότε μέρος της καθημερινής διατροφής του Έλληνα.
Οι πολιτικές κινήσεις του Καποδίστρια προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια, τόσο των οπαδών του συνταγματικού πολιτεύματος, όσο και των προκρίτων και των ναυτικών. Η αίγλη που τον περιέβαλε άρχισε να διαλύεται. Η αδυναμία να ικανοποιήσει όλα τα αιτήματα, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση διεξαγωγής των εκλογών, έδωσαν την αφορμή για το σχηματισμό ισχυρής αντιπολίτευσης κατά του Κυβερνήτη. Ο Καποδίστριας κατηγορήθηκε ακόμη ότι αγνόησε τη μακρά κοινοτική παράδοση της χώρας και θέλησε να μεταφυτεύσει από το εξωτερικό θεσμούς, που δεν ταίριαζαν στην τότε πραγματικότητα.
Η πρώτη δυναμική αντιπολιτευτική ενέργεια ήλθε με τα στασιαστικά κινήματα της Ύδρας το 1829, που επιδίωκαν την ανατροπή του Καποδίστρια. Ζήτησαν από τον Μιαούλη να καταλάβει τον ναύσταθμο του Πόρου, πριν προλάβει ο διοικητής του Κανάρης να έλθει εναντίον της Ύδρας. Ο Καποδίστριας παρακάλεσε τον ναύαρχο Ρίκορντ να επιτεθεί κατά των στασιαστών. Πράγματι, ο ρώσος ναύαρχος απέκλεισε το ναύσταθμο και μπροστά στον κίνδυνο να συλληφθεί, ο Μιαούλης ανατίναξε τη φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέτα «Ύδρα» (τα δύο πιο αξιόπλοα πλοία του ελληνικού στόλου) και διέφυγε στην Ύδρα. Η αντίδραση κατά του Κυβερνήτη διογκωνόταν. Οι Μανιάτες αρνούνταν να πληρώσουν τους φόρους στην κεντρική εξουσία και στασίασαν με τη σειρά τους.
Μοιραία στάθηκε η αντιπαλότητα του Καποδίστρια με τους Μαυρομιχάληδες, την ισχυρότερη οικογένεια της Μάνης. Ο Καποδίστριας με το χρόνο γινόταν όλο και πιο ευερέθιστος και δύσπιστος έναντι όλων. Δεν είχε την απαραίτητη αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία, με συνέπεια την αδικαιολόγητη όξυνση των προσωπικών παθών. Σε αυτή την κατάσταση θα πρέπει να αποδοθεί και ο σκληρός τρόπος συμπεριφοράς του κατά του γηραιού Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Καποδίστριας διέταξε τη σύλληψή του και τον εγκλεισμό του στη φυλακή. Τον αδελφό του Κωνσταντίνο και το γιο του Γεώργιο τους κρατούσε στο Ναύπλιο, όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους. Το γεγονός αυτό εξέθρεψε το μίσος και την ανάγκη εκδίκηση από την πλευρά των Μαυρομιχαλαίων.
Το σχέδιό του για την «πεφωτισμένη δεσποτεία» στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, χρεοκόπησε και ο ίδιος βρήκε σκληρό και άδικο τέλος. Στις 5:35 το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 ο Καποδίστριας δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον Κωνσταντίνο και τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο, όπου μετέβαινε για να εκκλησιασθεί και έπεσε νεκρός. Ο μόνος που τον συνόδευε ήταν ο μονόχειρας σωματοφύλακάς του, ονόματι Κοκκώνης.
Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης φονεύθηκε επί τόπου από τους προστρέξαντες, που κυριολεκτικά τον λυντσάρισαν. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης ζήτησε προστασία στη Γαλλική Πρεσβεία. Μετά από επίμονη απαίτηση του συγκεντρωμένου πλήθους, που απείλησε ότι θα κάψει την πρεσβεία, ο αντιπρεσβευτής βαρόνος Ρουάν τον παρέδωσε στις αρχές. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης καταδικάσθηκε σε θάνατο από στρατοδικείο και θανατώθηκε δια τυφεκισμού το πρωί της 10ης Οκτωβρίου 1831.
Στη θέση του δολοφονημένου Ιωάννη Καποδίστρια διορίστηκε για μικρό διάστημα ο αδερφός του Αυγουστίνος. Η χώρα είχε βυθιστεί στο χάος και την αναρχία και οι Προστάτιδες Δυνάμεις βρήκαν την ευκαιρία να εγκαθιδρύσουν βασιλεία, επειδή φοβήθηκαν ότι θα επικρατούσε ένα φιλελεύθερο κίνημα.Η ελληνική πολιτεία τίμησε τον Κυβερνήτη, δίνοντας το όνομά του σε δημόσιους χώρους και ιδρύματα, όπως στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο επίσημος τίτλος του οποίου είναι Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο Καποδίστριας απεικονίζεται, ακόμη, στο κέρμα των 20 λεπτών της ελληνικής έκδοσης του ευρώ, ενώ το σχέδιο διοικητικής αναδιοργάνωσης της χώρας που εισηγήθηκε η κυβέρνηση Σημίτη έλαβε το όνομά του («Πρόγραμμα Ι. Καποδίστριας»).
πηγή

Η Ιατρική στις Βενετικές κτήσεις στη Μεσσηνία τον Μεσαίωνα..

  Μετά την Τέταρτη Σταυροφορία (1204), οι Βενετοί εγκαθίδρυσαν στατηγικά λιμάνια στη Μεσσηνία: Μεθώνη (Modon) και Κορώνη (Coron) λειτούργησα...