ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΜΟΙΡΟΥΤΣΗΣ
Σταδιακά και με την εδραίωση της εξουσίας του, ο Μωάμεθ ο Πορθητής φρόντισε να διεισδύσει στην κατακτημένη κοινωνία και στα υπολείμματα της άρχουσας τάξης, πολιτικής και θρησκευτικής. Μεταξύ εκείνων που συνειδητά συντάχθηκαν με τον Πορθητή είναι ο φιλόσοφος γιατρός Γεώργιος Αμοιρούτσης, πρόσωπο φημισμένο, με κύρος και πολιτικά αξιώματα στην Τραπεζούντα, που είχε πάρει μέρος και στη σύνοδο της Φεράρα, υποστηρίζοντας την απόρριψη του όρου της ένωσης των εκκλησιών. Έχοντας το αξίωμα του Πρωτοβεστιάριου από τον τελευταίο Κομνηνό, όταν το 1461 έπεσε η Τραπεζούντα, απάχθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου ασπάσθηκε τον μωαμεθανισμό και πήρε το όνομα Σκεντέρμπεης. Επίσης εξισλάμισε τα παιδιά του. Όπως γράφει ο Χαλκοκονδύλης (ένας από τους χρονικογράφους της Άλωσης) ο Αμοιρούτσης συντέλεσε στην εξόντωση των Κομνηνών. Φαίνεται ότι ως το 1475, οπότε και πέθανε, κατέβηκε πολλά σκαλιά «στου κακού τη σκάλα» καταστρέφοντας ιατρική συνείδηση, θρησκευτική πίστη, πολιτική ιστορία και φιλοσοφική παράδοση.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΓΑΖΗΣ
Μεταξύ εκείνων που αναγκάστηκαν να εκπατρισθούν περιλαμβάνονται και λόγιοι, κάτοχοι τόσο των εκκλησιαστικών γραμμάτων όσο και της αρχαιοελληνικής παιδείας. Συγχρόνως ήταν και ενήμεροι των επιστημονικών γνώσεων της εποχής, μεταξύ των οποίων και των ιατρικών γνώσεων, παρόλο που δεν ασκούσαν το ιατρικό επάγγελμα. Κι αυτό όχι μόνο στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και στην περιφέρεια της βυζαντινής επικράτειας. Ο συγγραφές Γεώργιος Ζαβίρας (1744-1804) αναφέρει τον Θεόδωρο Γαζή, από τη Θεσσαλονίκη, που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη (15ος αιώνας). «Αλωθείσης της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Οθωμανών, διέβη εις την Ιταλία όπου εδέχθη [έγινε δεκτός] υπό Βησσαρίωνος του Καρδιναλέως, υφ’ ου και πρεσβύτερος εχειροτονήθη...». Ο Θεόδωρος Γαζής τελειοποίησε τόσο τις γνώσεις του στη Λατινική γλώσσα, που μετέφρασε πολλά έργα της λατινικής φιλολογίας στα ελληνικά και της ελληνικής στα λατινικά. Μεταξύ των μεταφράσεών του περιλαμβάνεται όλο το φυσιογνωμικό έργο του Θεόφραστου («Φυτών Ιστορία», βιβλία 10), βιβλία του Αριστοτέλη, του Αιλιανού κ.α., ενώ στα πρωτότυπα έργα του περιλαμβάνεται και ελληνική γραμματική. Ο Γαζής πέθανε στην Καλαβρία σε ηλικία 80 ετών, κατ’ άλλους το 1478 και κατ’ άλλους το 1484.
Τον 16ο αιώνα οι γιατροί που ασκούν το επάγγελμα στο χώρο της σημερινής Ελλάδας είναι δύο κατηγοριών. Είτε πρόκειται για εμπειρικούς γιατρούς, είτε για επιστήμονες που είχαν σπουδάσει στο εξωτερικό. Από τους επιστήμονες οι περισσότεροι είχαν σπουδάσει στα πανεπιστήμια της Ιταλίας, και κυρίως όσοι κατάγονταν από τα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου Πελάγους. Νέοι από το βόρειο τμήμα της χώρας, κάνουν συχνά τις βασικές σπουδές τους στη Μολδοβλαχία - στο χώρο της σημερινής Ρουμανίας - και συνεχίζουν είτε στα ιταλικά πανεπιστήμια (Πάδοβα, Ρώμη, Βενετία, Φεράρα, Πίζα), είτε στη Βιέννη ή άλλα κεντροευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Το περιεχόμενο των σπουδών διαθέτει αρκετό μέρος της εκπαίδευσης για την αρχαία ελληνική και τη ρωμαϊκή γραμματεία και γλώσσα φια φιλολογικές και φιλοσοφικές γνώσεις. Γι’ αυτό συχνά οι γιατροί της περιόδου αυτής διδάσκουν σε σχολές και κολλέγια όχι μόνο ιατρική αλλά και τα γράμματα και τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Συχνά είναι προσωπικότητες που διαθέτουν επιρροή τόσο στην εκκλησιαστική όσο και στην πολιτειακή εξουσία, αποκτούν πολιτική δύναμη, τίτλους, συχνά δε και εκκλησιαστικά αξιώματα.
ΜΙΧΑΗΛ ΕΡΜΟΔΩΡΟΣ ΛΗΣΤΑΡΧΗΣ
Ο Μιχαήλ Ερμόδωρος Ληστάρχης σπουδαίος γιατρός και εκπαιδευτικός, καταγόταν από τη ζακυνθινή οικογένεια Ληστάρχη ή Λιτάρχου ή Λιτάρδου, που ήταν γραμμένη στη «Χρυσή Βίβλο» (Libro d’ Oro) από τα τέλη του 15ου αιώνα. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, αρχές του 16ου αιώνα, εκπαιδεύτηκε στο κολλέγιο της Ρώμης και σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Φεράρα. Μετά τις σπουδές εγκαταστάθηκε στη Χίο, όπου του ανατέθηκε η διεύθυνση σχολείου, ενώ παράλληλα εξασκούσε και την ιατρική. Μετά από την εμπειρία και την καλή φήμη της Χίου πήγε και πάλι στη Ρώμη και τελικά στη Φεράρα (1546) ως καθηγητής των ελληνικών. Από εκεί μετακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου δίδαξε στην Πατριαρχική Ακαδημία, για να ακολουθήσει η οριστική του εγκατάσταση στη Χίο, όπου και δημιούργησε οικογένεια. Η φήμη του ως δασκάλου και ως γιατρού μαρτυρείται σε πολλές γραπτές πηγές της εποχής. Όσο για το γραπτό σωζόμενο μέρος του έργου του, αυτό αναφέρεται στη φιλολογία και τη λογοτεχνία, όχι όμως και στην ιατρική.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΟΣΧΟΣ
Για τον Γεώργιο Μόσχο, γιο του «Ιωάννου Μόσχου του Λακεδαίμονος», ελάχιστα γνωρίζουμε, παρόλο ότι όπως μαρτυρείται ήταν στα χρόνια του σημαντική προσωπικότητα. «Εδίδαξεν ούτος δημοσίως την ιατρικήν και ρητορικήν ως γράφει ο Γυράλδος» και μεταφέρει ο Ζαβίρας. Δεν μας είναι γνωστό που άσκησε την ιατρική, ούτε αν άφησε γραπτό έργο. Ο Α. Γκιάλας αναφέρει ακόμα το Χιώτη γιατρό Αλέξανδρο Ιουστινιάνη Ρόκκα (γεννήθηκε το 1515), που εκπαιδεύτηκε αλλά και εξάσκησε την ιατρική στην Ιταλία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Αναφέρεται ως πολυγραφότατος. Ανάμεσα στα έργα του υπάρχουν δύο υπομνήματα σε βιβλία του Γαληνού και έκδοση με μετάφραση (στα Λατινικά) του «Περί επιδημιών» βιβλίου του Ιπποκράτη (Βασιλεία 1560). Όπως γράφει ο Γκιάλας, ο Ρόκκας «συνέβαλε τα μάλα εις την προβολήν και διάδοσιν των αρχαίων Ελλήνων ιατρών μεταξύ του επιστημονικού κόσμου της Ευρώπης».
ΙΩΑΝΝΙΚΟΣ ΚΑΡΤΑΝΟΣ
Ιερομόναχος του 16ου αιώνα και πρωτοσύγκελος Κέρκυρας, ο Ιωαννίκιος ο Καρτάνος (πέθανε μετά το 1567) φυλακίστηκε από τους Ενετούς. Κατά τον Γ. Ζαβίρα «συνέγραψε [] εν τω δεσμωτηρίω» εκκλησιαστικά και θεολογικά κείμενα. Δεν μου είναι γνωστό αν είχε ιδιαίτερη ιατρική παιδεία, μεταξύ όμως των έργων του αναφέρεται και «ιατροσόφιον Ιωαννικίου ιερομανάχου του και επίκλην Καρτάνου και πρωτοσύγκελου γενομένου της των Κερκυραίων νήσου, συναχθέν και εκλεχθέν υπό τριών ιατρών, Ιπποκράτους, Γαληνού και Μελετίου».
ΔΑΝΙΗΛ ΦΟΥΡΛΑΝΟΣ
Λίγο μεταγενέστερος είναι ο Δανιήλ ο Φουρλάνος (πέθανε το 1596), κατά μαρτυρία της εποχής «εν τε τη ιατρική και φιλοσοφία τα μάλιστα εξησκημένος». Έζησε και άσκησε την ιατρική στην Κρήτη. Κατά τον γερμανό ελληνιστή Μαρτίνο Κρούσιο (1857-1918) έγραψε «υπόμνημα εις τας περί Μορίων των ζώων βίβλους του Αριστοτέλους άτινα ούπω εξήλθον εις το φως, ωσαύτως και υπόμνημα εις τον Θεόφραστον».
ΜΙΧΑΗΛ ΜΕΡΚΑΤΗΣ
Γιατροί ελληνικής καταγωγής διαπρέπουν και σε ευρωπαϊκές χώρες, όχι μόνο στην ιατρική, αλλά και στη φιλοσοφία και την αρχαία γραμματεία. Αναφέρουμε ενδεικτικά τον Πέτρο Μερκάτη, από οικογένεια της Ζακύνθου, φλωρεντινής καταγωγής, σπουδαίο γιατρό της Ρώμης και περιπατητικό φιλόσοφο, το κύρος του οποίου αναγνώριζαν μεγάλες οικογένειες της Ρώμης και δύο πάπες (Πίος Ε' και Γρηγόριος ΙΓ'). Γιος του Πέτρου ο Μιχαήλ Μερκάτης, γεννημένος στο San Miniato, έζησε και διέπρεψε στη Ρώμη (1541-1593). Σπούδασε στην Πίζα ιατρική και φιλοσοφία και λόγω προσωπικού και οικογενειακού κύρους, του ανατέθηκαν μεγάλα αξιώματα. Ανέλαβε τη διεύθυνση του Βοτανικού κήπου, αλλά και της βιβλιοθήκης του Βατικανού και ίδρυσε το πρώτο ορυκτολογικό μουσείο στην Ευρώπη. Διετέλεσε γιατρός του πάπα Κλήμη και του ανατέθηκαν διπλωματικές αποστολές. Ο Λ.Χ. Ζώης αναφέρει τον Μ. Μερκάτη ως συγγραφέα πολύ σπουδαίων έργων γραμμένων στα ιταλικά, τα οποία όμως αναπτύσσουν διάφορα μη ιατρικά ζητήματα.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΤΟΠΟΥΛΟΣ
Τον 16ο αιώνα απαντάται στην Κέρκυρα ο γιατρός Ιωάννης Βροτόπουλος (κατά τον Ζαβίρα) ή Βροντόπουλος (Χαροκόπος) ή Ευρετόπουλος (Μ. Λυκίσσας). Διετέλεσε αρχίατρος Κέρκυρας μαζί με τον Καίσαρα (ή Καισάριο) Φόρτιο. Φαίνεται ότι και οι δύο είχαν επίσης σπουδές θεολογίας και σχετικά ενδιαφέροντα. Τη θέση του αρχίατρου κατείχαν από το 1559 ως το 1562, ενώ παράλληλα ασχολούνταν με πνευματικές δραστηριότητες. Ο Βροντόπουλος μάλιστα έγραψε και μια προσευχή για το κοινό, που δημοσιεύθηκε στο βιβλίο «Διδαχαί Ελληνικαί...» (1560) του Κερκυραίου ιερέα Αλεξίου Ραρτούρου. Γράφει ο Ζαφίρας κατά την περιγραφή της ύλης του βιβλίου: «Εν δε τω τέλει έχει μίαν ευχήν Ιωάννου του Βροτόπουλου Αρχίατρου Κερκύρας, ην οφείλει ο χριστιανός ευχαρίστως ποιείν εν οξέω νοσήματι υποπεσών».
ΜΙΧΑΗΛ ΣΟΥΜΜΑΚΗΣ
Η οικογένεια Σουμμάκη (Σουμμαχίου ή Συμμαχίου) μετανάστευσε από την Κωνσταντινούπολη στην Κρήτη, από εκεί στο Ναύπλιο και μετά στη Ζάκυνθο. Εκεί γεννήθηκε, στις αρχές του 16ου αιώνα, ο Μιχαήλ Σουμμάκης ο οποίος σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία στην Πάδοβα και τη Ρώμη. Άσκησε την ιατρική στη Βενετία, όπου είχε εγκατασταθεί και όπου είχε εκλεγεί επιμελητής του ελληνορθόδοξου ναού του Αγίου Γεωργίου (1556-1594). Πέρα από την άσκηση του επαγγέλματος και την κοινωνική δραστηριότητα ο Σουμμάκης ασχολήθηκε με τα γράμματα. Το πιο γνωστό από τα έργα του ήταν η έμμετρη μετάφραση του γνωστού τότε ποιητικού έργου του Batista Guarini «Pastor Fido» («Ο πιστός βοσκός»). Κατά τους επόμενους αιώνες και άλλα μέλη της οικογένειας θα προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και στους δύο χώρους. Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα ο σπουδασμένος στην Πάδοβα ιατροφιλόσοφος Άγγελος Σουμμάκης, άσκησε το επάγγελμα του γιατρού στη Ζάκυνθο. Του οφείλουμε την περιγραφή του κοινωνικού ξεσηκωμού των λαϊκών ανθρώπων της Ζακύνθου στο έργο «Διήγησις του ρεμπελιού των ποπολάρων».
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΚΟΡΥΔΑΛΕΥΣ
Ο Θεόφιλος Κορυδαλεύς (1563-1646) προσαγορεύεται και Αθηναίος και Θεόφιλος Σκορδαλός από το χωριό Σκορδαλός (Κορυδαλός) κοντά στο Δαφνί (Αθήνα). Μετά τις σπουδές του στο Ελληνοκαθολικό Κολλέγιο της Ρώμης σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία στην Πάδοβα, έγινε μοναχός και διετέλεσε Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτας. Ασχολήθηκε συστηματικά με τη διδασκαλία και κυρίως με τη διδασκαλία της φιλοσοφίας, και ήταν δεινός ερμηνευτής του Αριστοτέλη. Μεταξύ των έργων του αναφέρονται τα εξής: «Εις άπασαν την λογικήν του Αριστοτέλους, υπομνήματα και ζητήματα», «Περί γενέσεως και φθοράς κατ’ Αριστοτέλη» και «Είσοδος φυσικής ακροάσεως κατ’ Αριστοτέλη». Τα έργα του αυτά τυπώθηκαν αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό του, από το 1729 ως το 1780. Ιατρικά έργα δεν φαίνονται να υπήρχαν ούτε μεταξύ εκείνων που εκδόθηκαν, ούτε των άλλων που μένουν ανέκδοτα. Επίσης δεν είναι γνωστό αν άσκησε την ιατρική, πέρα από το διδακτικό έργο του και τα ιερατικά του καθήκοντα.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΠΗΓΑΣ
Όπως ο Θεόφιλος Κορυδαλεύς το ίδιο και ο Μελέτιος Πηγάς (1549-1601) αν και σπούδασε ιατρική επίσης στην Πάδοβα, δεν φαίνεται ότι την άσκησε ποτέ. Ο Μελέτιος, γράφει ο Γ. Ζαβίρας, αν και μαθητής του Ιάκωβου Ζαραβέλλα (προφανώς καθηγητής της ιατρικής στην Πάδοβα) δεν θέλησε «να λάβει τω αξίως αυτώ προσφερθέν επάγγελμα, ίνα μη βιασθεί κατά το εκεί επικρατήσαν έθος (συνήθεια) να ομολογήσει τους εν Φλωρεντία συνόδου όρους». Επιστρέφοντας έμεινε για λίγο στην Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο και στη συνέχεια πήγε στην Κρήτη, όπου έγινε μοναχός στη μονή Αγγαράθου. Παράλληλα δίδασκε στην Ελληνική Σχολή του Χάνδακα (Χανίων). Έφυγε από την Κρήτη λόγω συγκρούσεων με τους καθολικούς κύκλους, πήγε στο Σινά και τελικά εκλέχτηκε Πατριάρχης Αλεξανδρείας. Το έργο του είναι πλούσιο, αναφέρεται όμως μόνο σε θεολογικά και δογματικά ζητήματα.
ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΠΟΡΤΟΣ
Αν και με σπουδές ιατρικής ο Αιμίλιος Πόρτος (γεννήθηκε το 1550) ασχολήθηκε κυρίως με τα γράμματα και άφησε πλουσιότατο φιλολογικό έργο. Σ’ αυτό περιλαμβάνονται μεταφράσεις και φιλολογικός σχολιασμός αρχαίων συγγραφέων, λεξικά κλπ. Από αυτά την ιατρική ενδιαφέρει το έργο του «Επανορθώσεις εις τα του Ιπποκράτους συγγράμματα». Εργάστηκε στη Λωζάννη («εν Λουσάνη της Ελουητίας») ως καθηγητής της ελληνικής γλώσσας. Ενδιαφέρουσες είναι οι αυτοβιογραφίες που δίνει σε άπταιστη δωρική διάλεκτο, μέσα από την επιστολή του προς τον διαπρεπή ελληνιστή Όθωνα Κρούσιο (1857-1918). Μας λέει ότι είναι ελληνοϊταλός, με πατέρα από την Κρήτη (Ρέθυμνο) και μητέρα ιταλίδα: «...ο γαρ με τεκών ως οίσθα, Κρης τέλλε... Α δε μάτηρ Ιταλίς. Παιδίον δε εις τας αλλοβρογικάς χώρας υπαί των τοκέων μετηναίχθην και ταν ζωάν, εικοστόν ήδη έτος διάγω πόρρω τας Ελλάδος...». Δηλαδή μας γράφει ότι κατά την παιδική του ηλικία μεταφέρθηκε από τους γονείς του στην Ελβετία, όπου και ζούσε ήδη είκοσι χρόνια μακριά από την Ελλάδα. Πέθανε, άγνωστο πού, το 1610 ή αργότερα.
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ
Ο Διονύσιος, που έμεινε στην ιστορία ως ο Φιλόσοφος και από τους εχθρούς του ως Σκυλόσοφος, γεννήθηκε στην Ήπειρο ή τη Θεσσαλία, χρονιά απροσδιόριστη, στα μέσα του 16ου αιώνα. Γνωστό με ακρίβεια είναι το έτος του μαρτυρικού θανάτου του στα Ιωάννινα (1611). Ο Διονύσιος είχε σπουδάσει στην Ιταλία ιατρική και φιλοσοφία, καθώς και θεολογία. Μετά τις σπουδές του άσκησε το επάγγελμα του γιατρού τόσο στην Ήπειρο όσο και στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί βρέθηκε στο περιβάλλον του Πατριάρχη Ιερεμίου Β' του επιλεγόμενου Τρανού, του οποίου κέρδισε την εύνοια. Έκανε σημαντικές γνωριμίες και με πολλούς από τους λόγιους της εποχής διατηρούσε αλληλογραφία. Το 1592 εκλέχτηκε μητροπολίτης Λάρισας και Τρίκκης, ενώ στο μυαλό του σχεδίαζε επανάσταση κατά των Τούρκων. Είναι πιθανό ότι υπήρχαν σχετικές συνεννοήσεις με τον ηγεμόνα της Βλαχίας, ενώ άλλοι θεωρούν ότι υποκινήθηκε από τους Βενετούς. Η επανάσταση του Διονυσίου το φθινόπωρο του 1600 πνίγηκε στο αίμα. Ο Διονύσιος κηρύχθηκε έκπτωτος από το Πατριαρχείο, ενώ ήδη είχε αποχωρήσει από την Ελλάδα.
Μετά το αποτυχημένο κίνημά του ο Διονύσιος βρέθηκε στην Ιταλία και την Ισπανία σχεδιάζοντας νέο κίνημα. Συναντήθηκε με τον Πάπα προσπαθώντας να υποστηρίξει μια τέτοια επανάσταση, με αντάλλαγμα την ένωση των εκκλησιών. Συναντήθηκε επίσης με τον βασιλιά της Νεαπολέως, από τον οποίο πήρε υποσχέσεις. Πολλοί προσπάθησαν να περιορίσουν τον ενθουσιασμό του Διονυσίου και να αποτρέψουν το ριψοκίνδυνο τόλμημα, όπως ο Μάξιμος ο Πελοποννήσιος. Παρόλα αυτά στις 10 Σεπτεμβρίου 1611 οι δυνάμεις του Διονυσίου έσφαξαν τους κατοίκους δύο τουρκικών χωριών τα οποία και έκαψαν. Γρήγορα όμως η κατάσταση αναστράφηκε. Ο Διονύσιος υποχρεώθηκε να κρυφτεί σε σπήλαιο όπου τον συνέλαβαν και τον έγδαραν ζωντανό. Όπως γράφει το χρονικό ανώνυμου (πιθανότατα ιερωμένου) «γεμίσαντες οι Τούρκοι το δέρμα με άχυρον, το περιέφερον από πόλεως εις πόλιν και τέλος και εις αυτήν την Κωνσταντινούπολιν». Το κίνημα θεωρήθηκε από πολλούς αλόγιστο, ο λαϊκός λόγος απέρριψε την υστεροφημία του και ο φιλόσοφος έγινε σκυλόσοφος ή Κακοδιονύσιος.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΡΕΣΙΟΣ
Ο Γεώργιος Κορέσιος (Χίος, 1566-1654) ήταν διαπρεπής ιατροφιλόσοφος με διεθνή σταδιοδρομία. Σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία στην Πάδοβα, σχετίστηκε με την οικογένεια των Μεδίκων οι οποίοι και τον υποστήριξαν στην εξέλιξή του. Εργάστηκε ως γιατρός στην Πίζα, όπου παράλληλα δίδαξε στο Πανεπιστήμιο την ελληνική γλώσσα. Εκεί ήρθε σε σύγκρουση και με τον Galileo Galilei, εξαιτίας της οποίας αναγκάστηκε να φύγει από την Πίζα. Αναφέρονται ως πόλεις στις οποίες διαδοχικά εγκαταστάθηκε το Λιβόρνο, η Βενετία, η Φλωρεντία και η Μασσαλία, όπου δίδασκε τα ελληνικά. Πάντως στις επιστολές του, ορισμένες από τις οποίες έχει δημοσιεύσει ο Emil Legrand (1841-1903), υπογράφεται ως «Γεώργιος Κορέσιος, ιατρός και θεολόγος της Μεγάλης Εκκλησίας». Σε άλλη επιστολή του, με την οποία αρνήθηκε τη θέση καθηγητή στη Σχολή της Ελληνικής Κοινότητας της Βενετίας (1628) δικαιολογεί την άρνησή του «δια πολλάς αιτίας. Η μία είναι ότι εβάρυνα και είμαι καταπιασμένος εδώ εις την ιατρικήν και εις τα μαθήματα όπου δίδω πολλών μοναχών».
Ο Κορέσιος παρέμεινε δηλαδή «μάχιμος» ιατρός, παρά την ισχυρή ενασχόλησή του περί τα θεολογικά και παρά την έντονη συγγραφική του δραστηριότητα κυρίως σε θέματα θεολογικά και φιλοσοφικά. Εξαιτίας των θέσεών του σε ορισμένα από τα θεολογικά - δογματικά έργα του, ήρθε σε ισχυρή αντίθεση με κύκλους της καθολικής εκκλησίας. Μάλιστα, με διαταγή του πάπα Ουρβανού, ένα βιβλίο του καταδικάστηκε να καεί. Πρόκειται για έργο γραμμένο στα λατινικά, με τον τίτλο «Κατά Λατίνων». Έγραψε και ιατρικά έργα, τα οποία σώζονται ανέκδοτα σε βιβλιοθήκες του εξωτερικού. Αναφέρονται ενδεικτικά τα εξής: «Περί προβλημάτων εις τας πέντε αισθήσεις», «Ζητήματα ιατρικά», «Εις τα του Αριστοτέλους περί φυσικής ακροάσεως υπομνήματα» κλπ. Η εκτίμηση των σύγχρονων συμπατριωτών του είναι φανερή με την παροιμία που ακόμα σώζεται στη Χίο: «Σαν αρέσει του Κορέση, ολουνού του κόσμου αρέσει».
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΤΤΟΥΝΙΟΣ
Φιλόσοφος και μεταλαμπαδευτής της αρχαίας σοφίας ο Ιωάννης Κωττούνιος από τη Βέροια (1577-1658) θεωρείται προσωπικότητα ευρωπαϊκής ακτινοβολίας. Έζησε στο Tübingen (Γερμανία) και στη Ρώμη, όπου κατά τη διάρκεια των εκεί σπουδών του ασπάστηκε τον καθολικισμό. Διετέλεσε καθηγητής στο κολλέγιο που είχε σπουδάσει και αποφάσισε να σπουδάσει ιατρική στην Πάδοβα (1613). Μετά τις σπουδές του δεν φαίνεται να άσκησε την ιατρική, αλλά από το 1617 εργάστηκε ως καθηγητής της ελληνικής γραμματείας επί 13 χρόνια. Από το 1632 διορίστηκε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Παταβίου με υπέρογκη αμοιβή και σπουδαστές από όλη την Ευρώπη. Προσπάθησε επανειλημμένα να παρέμβει υπέρ των Ελλήνων στους ηγεμόνες της Ευρώπης και μετείχε σε «εταιρεία» που απέβλεπε στην απελευθέρωση του γένους. Μια από τις πιο ουσιαστικές πράξεις του ήταν η διάθεση της περιουσίας του για την ίδρυση εκπαιδευτικού κέντρου που ονομάστηκε «Κωττουνιανόν Ελληνομουσείον» στην Πάδοβα, ως παράρτημα του Πανεπιστημίου της πόλης για στέγαση και σίτιση των Ελλήνων φοιτητών. Το «Ελληνομουσείον» λειτούργησε από το 1653 έως το 1798.
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ
Ο Αθανάσιος Σκληρός, από παλαιά βυζαντινή οικογένεια γεννήθηκε (1585) στις Πικρίδες (τώρα Αμάρι) της Κρήτης γι’ αυτό κι αποκαλείται και Αθανάσιος Πικρίδης. Σπούδασε στη Βενετία και την Πάδοβα (1610-1615) και επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου διορίστηκε αρχίατρος Κρήτης. Εκτός από την άσκηση της ιατρικής ο Σκληρός έγραψε και στίχους. Ο Στ. Σπεράντσας αναφέρει ποίημα του 9.287 στίχων που εξιστορεί τα πολεμικά γεγονότα μεταξύ Ενετών και Τούρκων και τις καταστροφές που επισώρευσαν στην Κρήτη. Το στιχούργημα αυτό έχει τον τίτλο «Αθανασίου εκ Πικρίδων, ιατρού θρήνος εις την εαυτού Κρητομήτορα πάτρην, της απάσης νήσου καταστροφής ένεκεν». Το έργο αυτό του Σκληρού είχε μείνει αδημοσίευτο από το θάνατό του (1644), όταν σκοτώθηκε κατά τον τουρκοενετικό πόλεμο και για σχεδόν δυόμιση αιώνες, ως το 1867, οπότε το περιέλαβε ο λόγιος και ερευνητής της ελληνικής φιλολογίας Κ. Σάθας στο έργο του «Ελληνικά Ανέκδοτα». Ο Σπεράντσας χαρακτηρίζει τον μεταβυζαντινό γιατρό και λόγιο «ως τον πιο ευφάνταστο ποιητή του Ελληνικού Μεσαίωνα».
ΛΕΩΝ ΑΛΛΑΤΙΟΣ
Ο Λέων Αλλάτιος (1586-1669) γεννήθηκε στη Χίο. Σε ηλικία 9 ετών στάλθηκε στην Καλαβρία για εκπαίδευση και σε ηλικία 14 ετών στη Ρώμη στο εκεί «Ελληνικόν Φροντιστήριον». Επέστρεψε στη Χίο, σε διοικητική θέση της Λατινικής Επισκοπής. Θεώρησε ότι θα ήταν πιο χρήσιμος ως γιατρός και πήγε στη Ρώμη για σπουδές. Πήρε πτυχίο ιατρικής το 1616. «Εμαθητεύθη την ιατρικήν υπό Ιουλίου Καίσαρος του Λαγάλλου και εχρημάτισε διδάσκαλος αυτής», γράφει ο Γ. Ζαβίρας. Εκτός από την περίοδο αυτή δεν φαίνεται να άσκησε άλλη περίοδο την ιατρική, καθώς οι δυνατότητές του και οι προτάσεις που είχε τον οδήγησαν σε άλλους δρόμους. Την εσωτερική του ανάγκη για προσφορά ιατρικών υπηρεσιών στη Χίο την εκπλήρωσε μετά τον θάνατό του, αφήνοντας με τη διαθήκη του κληροδότημα με το οποίο συνολικά περί τους 70 μαθητές από τα σχολεία της Χίου σπούδασαν την ιατρική δωρεάν. Ο Αλλάτιος δίδαξε τα ελληνικά και τα λατινικά γράμματα και τη θεολογία και κατέλαβε σοβαρές διοικητικές θέσεις. Επιμελήθηκε τη μεταφορά της Παλατινής Βιβλιοθήκης από τη Χαϊδελβέργη στη Ρώμη, μετά από προσφορά του ηγεμόνα της Βαυαρίας Μαξιμιλιανού προς τον πάπα. Επίσης διατέλεσε βιβλιοθηκάριος στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού.
Το σημαντικότερο όμως έργο του Λέοντος Αλλατίου είναι το συγγραφικό και το μεταφραστικό. Εξέδωσε με σχόλια και λατινική μετάφραση επιστολές σωκρατικών φιλοσόφων, βυζαντινούς συγγραφείς, θεολογικά κείμενα των πρώτων χριστιανικών αιώνων, εκλογές σοφιστών και ρητόρων, ιστορικά βιβλία, γεωγραφικά, αρχαιολογικά, ερμηνευτικά σε αρχαίους αλλά και σε εκκλησιαστικούς συγγραφείς «περί της μυστικής τέχνης των φιλοσόφων» (Αλχημεία) και πολλά άλλα. Πλήρης καταγραφή των έργων του χρειάστηκε ειδική έκδοση που έγινε στην Ιταλία το 1962 (lac. Carmela, Bibliographia di Leone Allacci, Palermo). Όπως γράφει ο Κ. Αμάντος, το έργο του Αλλατίου «είναι τεράστιον αλλά δεν εξετιμήθη ακόμη δεόντως διότι ο όγκος αυτού ετρόμαζε μέχρι τούδε τους ερευνητάς». Τον θεωρεί δε ως τον πολυγραφότερο και τον σοφότερο από τους πριν τον Κοραή λογίους. Ίσως όμως αυτό να μην είναι ο μόνος λόγος. Νομίζω ότι το έργο του Αλλατίου έχει υποτιμηθεί από το θρησκευτικό φανατισμό άλλων λογίων της εποχής του.
«Ο Λ. Αλλάτιος αγάπησε πολύ την ιδιαίτερη πατρίδα του Χίο, και δεν παραλείπει αφορμή να την εγκωμιάσει», γράφει ο Μ. Περάνθης. Και παραθέτει απόσπασμα: «... ‘Είμαι Χίος’ γράφει. ‘Εάν εγώ είμαι άξιος τιμής, την τιμή πρέπει να απονείμετε εις την Χίον, η οποία με γέννησε και με περιέθαλψε’...». Το ίδιο αγάπησε την Ελλάδα και έγραψε ποίημα σε αρχαία γλώσσα και αρχαία μέτρα προς τον Λουδοβίκο ΙΔ’ για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Οι εχθρότητες εις βάρος του δημιουργήθηκαν από ιερατικούς και θεολογικούς κύκλους, επειδή ο Αλλάτιος υποστήριζε φανατικά την ένωση: «λατινοφρόνησε», όπως έλεγαν. Τον χαρακτήριζαν «του παπικού θρόνου ανδράποδον», «τους χαριεντισμούς, σκώματα και λοιδωρίας δεινότατον», «την μανίαν μοχθηρότατον» κλπ. Ακόμα και κατά τον θάνατό του, σε ηλικία 83 ετών, έγραψαν: «Αλλάτιος ο Χίος δια τα πλήθη των βλασφημιών του κατέφαγε την γλώσσαν του και ούτως εξέψυξεν...».
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΩΖΟΜΕΝΟΣ
Ο Ιωάννης Σωζόμενος καταγόταν από κυπριακή οικογένεια λογίων, η οποία έδωσε κατά τον 16ο αιώνα τον Ιάσονα Σωζόμενο, που δίδαξε ρητορική και φιλοσοφία στη Ρώμη και άλλον Ιωάννη, που διετέλεσε επιμελητής της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης στη Βενετία. Ο τελευταίος συνέταξε και κατάλογο των εκεί χειρογράφων κωδίκων. Ο Σωζόμενος που ενδιαφέρει εδώ, διετέλεσε επικεφαλής στρατιωτικού σώματος κατά την πολιορκία της Λευκωσίας από τους Τούρκους (1570). Είχε την ιδέα να στείλει πράκτορες για να δηλητηριάσουν το νερό των πηγαδιών που χρησιμοποιούσαν. Μετά την πτώση της Λευκωσίας πιάστηκε αιχμάλωτος, αλλά τους έπεισε να τον στείλουν για διαπραγμάτευση με τους Ενετούς, για να παραδοθούν. Εκμεταλλεύθηκε το γεγονός και δραπέτευσε, πήγε στην Ιταλία και εκεί σπούδασε ιατρική, την οποία επίσης άσκησε εκεί. Οι αναμνήσεις από την ταραχώδη ζωή του δημοσιεύτηκαν στην Μπολόνια (1576). Ο γιατρός Σωζόμενος μετέφρασε στα λατινικά το περί Επιδημιών έργο του Ιπποκράτη (Βενετία 1617), έργα του Γαληνού και άλλων αρχαίων γιατρών.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΡΤΑΤΖΗΣ
Ο Γεώργιος Χορτάτζης (ή Χορτάκης) γεννήθηκε στην Κρήτη τα τελευταία χρόνια του 16ου αιώνα, έζησε τον 17ο αιώνα και πέθανε το 1658. Όπως γράφει ο Γ. Ζαβίρας «εχρημάτισε μαθητής και διδάσκαλος της ιατρικής εν Παταβίω ως έκαμε πράξιν της ιατρικής εν τη πατρίδι αυτού και εκυρίευσαν οι Οθωμανοί την πατρίδα αυτού και απήλθε εν [δεν αναφέρεται το μέρος] όπου μετήρχετο την ιατρικήν και όπου το ζην εξεμέτρησε τω έτει 1658». Ο Ζαβίρας γράφει στη συνέχεια ότι «συνέθετο πόνημα τι δια στίχων απλών» αναφερόμενος στη γνωστή τραγωδία «Ερωφίλη». Όμως αυτό δεν είναι ακριβές. Ο ποιητής της «Ερωφίλης» Γ. Χορτάτζης ήταν θείος του γιατρού, είχε ζήσει παλαιότερα (πιθανώς 1545-1610) και είχε πεθάνει πριν την έκδοση του έργου του, που έγινε το 1637. Ως έργα του γιατρού Χορτάτζη αναφέρονται η «Ιατρική πλάστιγξ» και μελέτη του «Περί υδροφοβίας».
Παρά τις σημαντικές προσωπικότητες που ακμάζουν τον 16ο αιώνα, ο αριθμός τους και οι δυνατότητες για την κάλυψη των αναγκών είναι πολύ περιορισμένες. Ακόμα και όταν υπάρχουν γιατροί, αυτοί είναι περιορισμένοι στις μεγάλες πόλεις ή στις αυλές των ηγεμόνων. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε νησιά και χωριά, στην ύπαιθρο χώρα και σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες παραμένει χωρίς υγειονομική κάλυψη. Στις περιπτώσεις αυτές επιχώριοι εμπειρικοί προσπαθούν πιο πολύ να παρηγορήσουν και σπανιότερα να θεραπεύσουν. Σε σοβαρά προβλήματα και σε μεγάλες επιδημίες είναι απολύτως αδύνατη οποιαδήποτε παροχή βοήθειας. Αλλά αυτό ίσχυε και για τους πανεπιστημιακά εκπαιδευμένους γιατρούς. Σε ανώνυμο χρονικό του τέλους του 16ου αιώνα διαβάζουμε για το «μεγάλον θανατικόν από πανόκλα και από καρμπά, πράγμα όπου δεν εφάνηκε ποτέ εις την Κρήτην» και σε διάφορα άλλα κατά καιρούς μέρη. «Εποθένασι την ημέραν διακόσιοι και περισσότεροι. Ερίχνασι τους νεκρούς άψαλτους και ατίμως ώσπερ τους κύνας. [] Ιερείς πολλοί απέθανον, ιατροί, ποβολάνοι πολλοί, πλούσιοι και πένητες...».
Παίρνουμε την περιγραφόμενη με αρκετές λεπτομέρειες επιδημία πανούκλας του 1592 ως πρότυπο, μια και ανάλογα ίσχυαν και για όλες τις άλλες. Η επιδημία αυτή στην Κρήτη είχε ξεκινήσει στις 20 Μαρτίου και κράτησε αρκετούς μήνες. Η αποκλεισμένη πόλη μπόρεσε και πάλι να επικοινωνήσει στις 15 Αυγούστου. «Αφού έπαυσε λιγάκι το θανατικόν από τον Ιούλιον μήνα, πάλιν δεν έπαυεν ο θάνατος καθημερινόν εις την χώραν, δέκα, δώδεκα κορμιά την ημέραν». Συνολικά, γράφει το ανώνυμο χρονικό, πέθαναν περί τις 30.000. Όσοι είχαν οικονομικές δυνατότητες έφευγαν από την πόλη προ τα χωριά, είχαν δε εγκαταστήσει και φρουρές, «καλές βιγίλες να μη σιμώσει τινάς εκεί όπου ευρίσκοντο». Οι επιδημίες αυτές σπάνια είχαν τοπικό χαρακτήρα. Και η συγκεκριμένη είχε επίσης χτυπήσει διάφορες άλλες περιοχές και την ίδια την Κωνσταντινούπολη. Έτσι στις δύσκολες και επικίνδυνες αυτές καταστάσεις η ιατρική και οι θεράποντές της αποδεικνύονταν αναποτελεσματικοί, ενώ συχνά εξετάζοντας κάποιους ασθενείς αρρώσταιναν και οι ίδιοι, ακολουθώντας την κοινή μοίρα.
Ανασκοπώντας τον 16ο αιώνα και το μέρος εκείνο του 17ου αιώνα που καθορίζεται από τον προηγούμενο, μπορούμε να πούμε ότι μεγάλο μέρος των πανεπιστημιακά εκπαιδευμένων γιατρών εργάζεται για λογαριασμό διαφόρων προσωπικοτήτων, εξετάζοντας παράλληλα (και συχνά δωρεάν) τον απλό κόσμο. Πολλοί είναι εκείνοι που ασχολούνται συγχρόνως με την εκπαίδευση, κάποτε μάλιστα αφήνοντας και την ιατρική. Είναι μεγάλος ο ζήλος να μορφώσουν το λαό τους, διδάσκοντάς τον την ελληνική και ξένες γλώσσες, φιλολογία, φιλοσοφία και θετικές επιστήμες. Γράφουν βιβλία και κυρίως μεταφράζουν ή επιμελούνται την έκδοση έργων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Άλλοι εργάζονται σε εκδότες και άλλοι ως βιβλιοθηκονόμοι. Μερικοί χρηματοδοτούν τη λειτουργία σχολείων. Πολλοί ακολουθούν ιερατικά αξιώματα, γράφουν θεολογικά έργα, έρχονται σε ισχυρές συγκρούσεις με ετερόδοξους ή (κάποιοι) κατηγορούνται ως παπικοί ή καλβινιστές. Όλοι επιδεικνύουν πατριωτικό ζήλο και κάποιοι αναμειγνύονται ή προκαλούν πολεμικά και επαναστατικά γεγονότα. Με αυτή την κληρονομιά ξεκινούν οι γιατροί τον 17ο αιώνα.