Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2019

Το περιβάλλον της δράσης του Ιησού – (Η Ιουδαία και η Γαλιλαία τον 1ο αιώνα μ.Χ.)


Η Παλαιστίνη του πρώτου μισού του 1ου αι. μ.Χ. είναι η περιοχή που άκουσε τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού. Αφορμές για το κήρυγμά Του ήταν οι οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και θρησκευτικές συνθήκες που χαρακτήριζαν αυτή τη γωνία του μεσογειακού κόσμου. Η γνωριμία με την ιστορία της βοηθάει σημαντικά στην προσέγγιση της προσωπικότητας του Χριστού. Κυρίως οι ιδιαιτερότητες που παρουσίαζε η Γαλιλαία και η Ιουδαία – οι κατεξοχήν τόποι της δράσης του Ιησού – τον 1ο αιώνα, παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον γιατί η «συνάντηση» με αυτές βοηθάει στην πληρέστερη «ανακάλυψη» του Υιού του Ανθρώπου.
  1. Αρχέλαος και ρωμαίοι επίτροποι
Ιώσηπος Φλάβιος ή Γιοσέφ μπεν Μαθιά, Εβραίος λόγιος, ιστορικός και αγιολόγος.
Είναι γνωστό πως κυριότερη πηγή της ιστορίας της Ιουδαίας τον 1ο αι. π. Χ. – όπως άλλωστε και της υπόλοιπης Παλαιστίνης – είναι ο Φλάβιος Ιώσηπος. Ο στρατηγός με την αμφιλεγόμενη δράση δίνει στα έργα του αρκετές πληροφορίες για την περιοχή, με μία δόση υπερβολής είναι αλήθεια, και βοηθάει έτσι στην καλύτερη κατανόηση του πλαισίου της δράσης του Χριστού στην Ιουδαία. Κυρίως δύο έργα του ο «Ιουδαϊκός πόλεμος»και η «Ιουδαϊκή αρχαιολογία»είναι πολύτιμες πηγές για την ιστορία της και δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο η ρωμαϊκή διοίκηση ασκούσε την εξουσία της στις επαρχίες της αυτοκρατορίας, είτε μέσω των γηγενών φίλων της είτε μέσω των επιτρόπων που η ίδια έστελνε.
Όπως η υπόλοιπη Παλαιστίνη έτσι και η Ιουδαία, στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. ανήκε στο πελατειακό σύστημα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Είναι μέρος της επικράτειας των «ανεξάρτητων» Ηρωδών, οι οποίοι φυσικά όχι μόνο δεν διανοούνταν να έχουν δική τους πολιτική αλλά έπρεπε να έχουν τη συγκατάθεση της Ρώμης για τις πράξεις τους και να είναι αρεστοί στον αυτοκράτορα ώστε να διατηρούν την εξουσία στην περιοχή.
Πιο αναλυτικά το 63 π.Χ. οι Ρωμαίοι εισέρχονται στην Ιερουσαλήμ και ο στρατηγός Πομπήιος βεβηλώνει τα Άγια των Αγίων του Ναού. Το πρόσχημα αυτής της εισβολής ήταν το κάλεσμα που τους απηύθυνε ο διεκδικητής της εξουσίας στη περιοχή Υρκανός Β΄ για να τον βοηθήσουν στον αγώνα του εναντίον του άλλου διεκδικητή, του αδελφού του Αριστόβουλου Β΄. Αυτοί με τη δύναμη των όπλων τους, διορίζουν τον Υρκανό εθνάρχη και αρχιερέα, ενώ το ιουδαϊκό κρατίδιο που είχε ιδρυθεί από τους Ασμοναίους βασιλιάδες γίνεται ρωμαϊκή κτίση που υπάγεται στον έπαρχο της Συρίας. Ουσιαστικά όμως η ρωμαϊκή κυριαρχία αρχίζει μετά την οριστική ήττα του Αριστόβουλου και του γιου του Αντίγονου από τις ρωμαϊκές λεγεώνες.
Αυτή την ταραγμένη εποχή αναδύεται το άστρο του Ιδουμαίου Αντίπατρου ή Αντίπα. Γίνεται «επιμελητής» των Ιουδαίων και του Υρκανού, βοηθάει τον Καίσαρα και αυτός για ανταμοιβή του απονέμει τον τίτλο του ρωμαίου πολίτη και του εθνάρχη, ενώ ο γιος του Ηρώδης γίνεται στρατηγός της Γαλιλαίας. Αργότερα με τη βοήθεια των ρωμαίων ο Ηρώδης – πρόκειται για τον γνωστό, στην εποχή του οποίου γεννήθηκε ο Χριστός – γίνεται ο ισχυρός άντρας της περιοχής, ιδρύει την τοπική δυναστεία των Ηρωδών και ο αυτοκράτορας του απονέμει τον τίτλο Rex socius et amicus populi Romani. Φαίνεται να διατηρούσε καλές σχέσεις με το κέντρο της εξουσίας και έτσι του συγχωρούνταν οι παρεκτροπές και οι βιαιότητές που απηχούνται και στα ευαγγελικά κείμενα. Γνωστή ήταν η μεγαλομανία του και τα πολλά κτίσματα που δημιουργούσε με αποκορύφωμα το Ναό των Ιεροσολύμων, που ήταν το κέντρο του ιουδαϊσμού στα χρόνια του Ιησού, αν και μέχρι την καταστροφή του στην επανάσταση του 60 μ.Χ. παρέμεινε ημιτελής. Χαρακτηριστική ήταν και η προσπάθειά του να οικειοποιηθεί μεσσιανικούς τίτλους για τον εαυτό του και τους διαδόχους του. Μάλιστα υπήρχε και ολόκληρη παράταξη, οι Ηρωδιανοί, που προπαγάνδιζαν, σύμφωνα με μία άποψη, αυτή τη θέση. Τα ευαγγέλια τους παρουσιάζουν να έρχονται σε σύγκρουση με τον Ιησού και να επιθυμούν, σε συνεργασία με τους Φαρισαίους να επιδιώκουν την παράδοση Του στους ρωμαίους.
Ηρώδης Α΄, βασιλιάς της Ιουδαίας από το 37 π.Χ. μέχρι το έτος 4 π.Χ.
Μετά το θάνατό του Ηρώδη ανοίγεται η τελευταία διαθήκη που είχε συντάξει, σύμφωνα με την οποία φανερώνεται η επιθυμία του να πάρει τη μερίδα του λέοντος από την επικράτειά του ο γιος του Αρχέλαος ο οποίος έτσι «βασιλεύς…απεδείκνυτο» ( Ιουδ. Πόλ. Ι 668).
Γίνεται δεκτή η διαθήκη από το στρατό και ο ρωμαιοθρεμένος Αρχέλαος φροντίζει για τη μεγαλοπρεπή ταφή του πατέρα του. Για να μπορέσει όμως να ασκήσει την εξουσία και να μη μείνει η διαθήκη κενός λόγος θα έπρεπε αυτή να επικυρωθεί από τη Ρώμη, η οποία έτσι θα έδειχνε πως τον θεωρεί άνθρωπό της στην Παλαιστίνη που θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντά της.
Πάντως δεν αποδέχεται την εξουσία όταν στρατιώτες του προσφέρουν το στέμμα στην Ιεριχώ. Είναι φανερό πως θα ήταν κίνηση χωρίς αντίκρισμα αν δεν είχε τη συγκατάθεση της αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα παρουσιάζονται και άλλοι διεκδικητές του κράτους του Ηρώδη και μεταξύ αυτών ο αδελφός του Αρχέλαου Αντίπας, που αισθάνεται παραγκωνισμένος. Φεύγει λοιπόν ο νόμιμος κληρονόμος γρήγορα για τη Ρώμη, εκεί πέφτει στα γόνατα του Αυγούστου και έτσι χορηγείται σ’ αυτόν η πολυπόθητη συγκατάθεση για την άσκηση της εξουσίας, όχι όμως όπως αυτός περίμενε. Του δίνεται λοιπόν μόνο το μισό βασίλειο, ο τίτλος του εθνάρχη και η υπόσχεση πως θα ονομαστεί βασιλιάς, αν βέβαια ικανοποιούσε τους ρωμαίους πάτρωνές του. Το υπόλοιπο πελατειακό κρατίδιο παραχωρείται στον Φίλιππο και τον Ηρώδη Αντίπα. Συγκεκριμένα οι Ρωμαίοι δίνουν στον Αρχέλαο (4 π.Χ. – 6 μ.Χ), προσδοκώντας να γίνει ο άνθρωπός τους, την Ιδουμαία, την Ιουδαία και τη Σαμάρεια, ο Φίλιππος παραλαμβάνει τη Βαταναία, την Τραχωνίτιδα και την Πανειάδα και ο Αντίπας την Περαία και τη Γαλιλαία με τον τίτλο του τετράρχη.
Ηρώδης Αρχέλαος. εθνάρχης της Ιουδαίας της Σαμάρειας και της Ιδουμαίας (4 π.Χ.-6). Γιος του Ηρώδη του Μεγάλου.
Ο Αρχέλαος δε φαίνεται να διαφέρει στη βιαιότητα του χαρακτήρα από τον πατέρα του, πράγμα που απηχείται και στο Ματθ. 2,22.Ταυτόχρονα προκαλεί το θρησκευτικό αίσθημα του λαού νυμφευόμενος τη γυναίκα του αδελφού του, διώκοντας ταυτόχρονα τη νόμιμη σύζυγό του. Εναντίον του δυσφορούν όχι μόνο οι Ιουδαίοι αλλά και οι Σαμαρείτες και εξαιτίας της συμπεριφοράς του καταφεύγουν στον Οκταβιανό. Αυτός βλέποντας να διαψεύδονται οι προσδοκίες του, πως δηλ. ο Αρχέλαος ήταν κατάλληλος για άνθρωπός του στην Παλαιστίνη, τον εξορίζει στη «Βιέννα , πόλιν της Γαλλίας» (Ιουδ. Πόλ. ΙΙ 111), μετά από εννιά χρόνια παραμονής του στην εξουσία ενώ δημεύει και την περιουσία του.
Η αυτοκρατορία αντιλαμβάνεται πως δεν υπάρχει άλλος ικανός αντικαταστάτης του Αρχέλαου που θα μπορούσε να γίνει ο «πελάτης» της – ο όρος με τη σημασία που είχε την ρωμαϊκή εποχή- στην Ιουδαία. Αναλαμβάνει λοιπόν η ίδια χωρίς ντόπιους μεσολαβητές την διοίκηση. Άλλωστε αυτό φαίνεται να ήταν τώρα στα σχέδιά της: μετά την επιβολή της Pax Romana, της ήταν άχρηστοι ηγεμονίσκοι που τελικά μόνο ενοχλητικοί ήταν, εφόσον με τη συμπεριφορά τους δεν ήταν ανεκτοί από τον ντόπιο πληθυσμό και δημιουργούσαν προβλήματα στην κεντρική εξουσία.
Η Ιουδαία λοιπόν μεταβάλλεται σε επαρχία του ρωμαϊκού κράτους. Στο εξής θα κυβερνάται από ρωμαίους επιτρόπους που θα υπάγονται στον ανθύπατο της Συρίας.
Πρώτος ρωμαίος έπαρχος διορίζεται ο Coponius (6-9). Μαζί μ’ αυτόν έρχεται στην Ιουδαία ο γνωστός από το ευαγγέλιο του Λουκά Publius Sulpicius Quirinius,που έχει διοριστεί έπαρχος της Συρίας (ο πλήρης τίτλος που του απονέμεται είναι δικαιοδότης του έθνους, απεσταλμένος και τιμητής των ουσιών) με ειδική αποστολή: να εκτιμήσει, δηλ. να κάνει εκκαθάριση της περιουσίας του Αρχέλαου η οποία πλέον αποτελεί κτήμα του ρωμαϊκού κράτους και να απογράψει τον ιουδαϊκό λαό.
Δε φαίνεται να υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον των επιτρόπων για την Ιουδαία. Προτιμούν για διαμονή τους την παραλιακή Καισάρεια, όπου διαμένουν σε κτίσμα του Ηρώδη, ενώ την Ιερουσαλήμ την επισκέπτονται μόνο στη γιορτή του Πάσχα προσπαθώντας να επιβάλλουν την τάξη ανάμεσα στους χιλιάδες ιουδαίους που επισκέπτονταν την ιερή πόλη.
Όμως αυτό δεν πρέπει να ήταν και τόσο εύκολο μιας και οι άνδρες των ρωμαϊκών φρουρών ήταν ολιγάριθμοι στην περιοχή. Η φρουρά της πόλης διέμενε στο φρούριο Αντωνία, που ήταν δίπλα στο ναό. Οι στρατιώτες απέφευγαν την επαφή με τους ιουδαίους και περνούσαν τον καιρό τους στο στρατόπεδο γνωρίζοντας πόσο επικίνδυνη ήταν μία συνάντηση με άτομα που θα μπορούσαν να αποδειχτούν Ζηλωτές ή Σικάριοι.
Όμως και στην υπόλοιπη Ιουδαία δεν υπήρχαν πολλοί Ρωμαίοι ικανοί να αποτρέψουν από μόνοι τους εξέγερση του ντόπιου πληθυσμού. Σε τέτοια περίπτωση, όπως είναι γνωστό, κινούνταν εναντίον των επαναστατών τα στρατεύματα της Συρίας και επανέφεραν το προηγούμενο status quo.
Αυτή η λειψανδρία που διέκρινε τις ρωμαϊκές φρουρές της Ιουδαίας την εποχή του Ιησού δημιουργούσε μία ιδιότυπη αυτοδιοίκηση της που δεν επιτρέπει να γίνεται λόγος για καταπίεση, με την κυριολεκτική έννοια του όρου, από τα όργανα της αυτοκρατορίας. Περισσότερα προβλήματα φαίνεται πως δημιουργούσε στη θεοκρατική ιουδαϊκή κοινωνία το χάσμα – κατεξοχήν πνευματικό – που δημιουργούνταν μεταξύ των υποβαθμισμένων θρησκευτικά στρωμάτων (τελώνες, am- haarez [1]) και των αυτοδιορισμένων θεματοφυλάκων των ιερών του ιουδαϊσμού (Φαρισαίοι κ. α.) παρά μεταξύ Ιουδαίων και Ρωμαίων.
Σ΄αυτό το σημείο είναι απαραίτητη μία διευκρίνιση: Αν γίνουν δεκτά τα παραπάνω, τότε για ποιους λόγους σημειώνονται οι εξεγέρσεις εναντίον του κατακτητή; Η απάντηση, νομίζουμε, πρέπει να αναζητηθεί στην ιδεολογία των ανώτερων, κυρίως τάξεων του πληθυσμού που χαρακτηρίζονταν από την προσήλωσή της στην θεοκρατία. Οι παρατάξεις με εθνικοθρησκευτικό προσανατολισμό (Φαρισαίοι , κ. α.) θεωρούσαν βλασφημία την κατάληψη της ιερής γης από τους Ρωμαίους και την καταβολή φόρου σ’ αυτούς. Ήταν αδύνατο, αυτοί οι πιστοί του αληθινού Θεού να αποδέχονταν τους «θνητούς δεσπότας» (Ιουδ. Πόλ. ΙΙ, 118), όπως υπογραμμίζει ο Ιώσηπος. Έτσι βασική θέση τους είναι η εκδίωξή τους. Με άλλα λόγια στην προκειμένη περίπτωση ο φόρος αποτελούσε αιτία εξέγερσης, και μάλιστα από τις πλέον βασικές, και όχι μόνο αφορμή. Πάντως οι κινήσεις τους δε φαίνεται να είχαν την καθολική επιδοκιμασία του πληθυσμού. Είναι γνωστό πως οι Ζηλωτές – οι κατεξοχήν εξεγερμένοι εναντίον της αυτοκρατορίας – αποτελούσαν τη ριζοσπαστική πτέρυγα του Φαρισαϊσμού. Πως λοιπόν θα συμπαρατάσσονταν μαζί τους, για παράδειγμα, οι am- haarez , που είχαν γνωρίσει την περιφρόνηση τους και υφίσταντο την πνευματική τους τρομοκρατία;
Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος να μιλήσει για την εξής μορφή διακυβέρνησης της Ιουδαίας τα χρόνια του Χριστού μετά την ανάληψη της εξουσίας απευθείας, χωρίς πλέον προσχήματα από τη Ρώμη: Ανώτατη αρχή ήταν οι ρωμαίοι επίτροποι,που πράγματι είχαν σημαντικές αρμοδιότητες, όπως για παράδειγμα το jus gladii, δηλ. το δικαίωμα της επιβολής της θανατικής ποινής. Δε φαίνεται όμως να το χρησιμοποιούσαν συχνά γιατί ενδιαφέρονταν ν’ αποφύγουν την ένταση με τον ντόπιο πληθυσμό. Και οι Ιουδαίοι μπορούσαν πάντα να στείλουν αντιπροσωπείες στη Ρώμη διαμαρτυρόμενοι για τυχόν αυθαιρεσίες τους, αν και ο έπαρχος φρόντιζε να έχει καλυμμένα τα νώτα του κρατώντας ομήρους.
Δεν θα ήταν όμως υπερβολή αν τονίζονταν πως με την ανοχή της αυτοκρατορίας η περιοχή είχε μία ιδιότυπη μορφή – ας ονομαστεί έτσι – τοπικής αυτοδιοίκησης. Συγκεκριμένα όπως πληροφορεί ο Ιώσηπος στο τρίτο βιβλίο του Ιουδαϊκού πολέμου (στ 54- 58) η Ιουδαία ήταν χωρισμένη σε έντεκα κληρουχίες ή τοπαρχίες, της Ιερουσαλήμ, Γόφνας, Ακράβετας, Θάμνας, Λύδδας, Εμμαούς, Πέλλας, Ιδουμαίας, Ενγαδδαί, Ηρώδειου και Ιεριχώς. Σ’ αυτό το σύστημα προστέθηκαν η Ιάμνεια και η Ιόππη. Εδώ επικεφαλής με πραγματικές εξουσίες ήταν επιφανείς Ιουδαίοι (ιερείς κλπ). Ταυτόχρονα δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής η δύναμη που είχε το συλλογικό όργανο του Ιουδαϊσμού, το Μεγάλο Συνέδριο που συγκέντρωνε νομοθετικές, εκτελεστικές και δικαστικές εξουσίες καθώς και ο αρχιερέας.
Τα παραπάνω βέβαια σε καμία περίπτωση δεν έχουν σκοπό να υποβαθμίσουν το εύρος της ρωμαϊκής δύναμης και την αποφασιστικότητα που είχε για να επιβάλλει τις αποφάσεις της κάθε στιγμή. Τα ρωμαϊκά στρατεύματα που έδρευαν στη Συρία δεν είχαν ενδοιασμούς να εισβάλλουν στην Παλαιστίνη και να δείξουν ποιος είναι ο πραγματικός κυρίαρχος. Όμως για την αυτοκρατορία προείχε η διατήρηση εντός της επικράτειάς τους της «ειρήνης» που είχε επιβάλλει με την δύναμη των όπλων της καθώς και η γραμμή της να μην ανοίγει εσωτερικά μέτωπα, τη στιγμή που ακολουθούσε ιμπεριαλιστική πολιτική και ήθελε να επεκτείνει τις κτήσεις της ενώ θα έπρεπε ταυτόχρονα να αντιμετωπίζει και τους εισβολείς στα βόρεια κυρίως σύνορά της. Δεν ήταν λοιπόν για το συμφέρον της να φανερώνει τον αυταρχισμό της σε περιοχές που θεωρούνταν θρησκευτικά ιδιόρρυθμες, όπως η Ιουδαία.
Ο Κωπώνιος, λοιπόν, μέλος της τάξης των ιππέων, γίνεται ο πρώτος ρωμαίος έπαρχος της Ιουδαίας (6-9 μ.Χ.). Δύο φαίνεται να είναι τα σημαντικά γεγονότα της επιτροπείας του: η προσπάθεια του Ιούδα του Γαλιλαίου να ξεσηκώσει τους συμπατριώτες του κατά της αυτοκρατορίας και η μόλυνση του Ναού από Σαμαρείτες κατά τη γιορτή του Πάσχα.
Είναι γνωστοί οι λόγοι της εξέγερσης του Ιούδα και των Ζηλωτών: Τους ήταν αδύνατο, όπως τονίστηκε και παραπάνω, να δεχτούν τη φορολογία που επέβαλλαν οι κατακτητές και έτσι να θεωρούν ανθρώπους ως κυρίαρχους της άγιας γης, η οποία, όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με την αντίληψή τους, ανήκε μόνο στο Θεό και επομένως μόνο σ’ Αυτόν, δηλ. στο Ναό Του θα έπρεπε να αποδίδεται ο φόρος. Ταυτόχρονα και η απογραφή που είχε διατάξει ο Κυρήνιος, συνδεόμενη και αυτή άμεσα με το ζήτημα του φόρου, δημιουργούσε προϋποθέσεις ώστε όλο και περισσότεροι Ιουδαίοι να πυκνώσουν τις τάξεις των επαναστατών.
Η μόλυνση του Ναού από τους Σαμαρείτες οφείλονταν στο βαθύ μίσος που χώριζε τις δύο περιοχές, την Ιουδαία και τη Σαμάρεια. Στη διάρκεια του εορτασμού του Πάσχα, μόλις άνοιξαν οι πυλώνες του ιερού, άνδρες Σαμαρείτες που είχαν εισχωρήσει κρυφά στην Ιερουσαλήμ, έριξαν κόκαλα στις στοές του Ναού και έτσι μίαναν και αυτόν και τη σημαντικότερη γιορτή του Ιουδαϊσμού.
Χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα άξια να μνημονευτούν, ήταν η διακυβέρνηση της Ιουδαίας από τους υπόλοιπους επιτρόπους μέχρι τον Πόντιο Πιλάτο. Ούτε όμως και οι ίδιοι φαίνεται να έκαναν κάτι σημαντικό, ώστε να αξίζουν μία ιδιαίτερη αναφορά, εκτός βεβαίως της μνείας του ονόματός τους. Με την παντελή απουσία τους από το ιστορικό γίγνεσθαι της περιοχής επιβεβαιώνουν αυτό που τονίστηκε προηγουμένως: η μη ανάμειξη της Ρώμης στα εσωτερικά του Ιουδαϊσμού, εκτός αν επρόκειτο για κάτι πολύ σοβαρό που διακύβευε τα συμφέροντά της, όπως για παράδειγμα η απόφαση κάποιου να αυτοανακηρυχτεί βασιλιάς και συνεπώς αντίπαλός της.
Αυτοί οι επίτροποι ήταν οι Μάρκος Αμβίβουλος (Marcus Ambibulus ή Ambivius, 9- 12 μ.Χ.), Άννιος Ρούφος (Annius Rufus, 12- 15 μ.Χ.), Ουαλέριος Γράτος (Valerius Gratus, 15- 26 μ.Χ.).

Ο επίτροπος της Ιουδαίας Πόντιος Πιλάτος

Πόντιος Πιλάτος (Pontius Pilate), πέμπτος επίτροπος της Ιουδαίας, υπηρέτησε υπό τον αυτοκράτορα Τιβέριο. Περισσότερο γνωστός επειδή το όνομά του συνδέθηκε με την δίκη και την σταύρωση του Ιησού Χριστού.
Στα χρόνια 26-36 π.Χ. η Iουδαία γνωρίζει τη διακυβέρνηση του Ποντίου Πιλάτου. Μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα [2] η οποία γνώρισε ακόμη και την αγιοποίηση από την Αιθιοπική εκκλησία. Πάντως οι πράξεις του στην Ιουδαία δε δικαιολογούν αυτή την ενέργεια. Αντίθετα οι πληροφορίες που περιέχονται γι αυτόν στα έργα του Ιώσηπου και του Φίλωνα δείχνουν έναν άνθρωπο που δε διστάζει να θυσιάσει ακόμη και ανθρώπινες ζωές προκειμένου να εξυπηρετήσει τα δικά του συμφέροντα καθώς και αυτά της εξουσίας που ήταν άνθρωπός της, ενώ αφήνουν και υπαινιγμούς για οικειοποίηση από μέρους του χρημάτων που δεν του ανήκαν.
Φαίνεται λοιπόν να είναι απόλυτα πιστός στην αρχή που τον έχει στείλει στην Ιουδαία χωρίς, όμως να διευκρινίζεται αν η αφοσίωσή του είναι ειλικρινής ή προέρχεται από ιδιοτέλεια και φόβο. Μάλιστα, όπως είναι γνωστό, παρακάμπτονται οι αντιστάσεις του και οδηγεί τον Ιησού στο σταυρό μόνο όταν απειλείται ότι θα καταγγελθεί στη Ρώμη ότι ελευθερώνει κάποιον που ισχυρίζονταν, σύμφωνα με τις καταγγελίες των Ιουδαίων, πως ήταν βασιλιάς και συνεπώς υποκινούσε σε επανάσταση το λαό της Παλαιστίνης. Δηλαδή η συμπεριφορά του υπαγορεύεται από τις πιθανές ευθύνες που θα επέρριπτε ο Τιβέριος σ’ αυτόν και από τις συνέπειες που θα δέχονταν αυτός για την απόφασή του.
Τα έργα του Πιλάτου στην Ιουδαία προκαλούσαν αρκετές φορές το θρησκευτικό αίσθημα του λαού. Προσπάθησε να κάνει αισθητή την παρουσία της ρωμαϊκής ισχύος, ανακατεύθηκε σε ιουδαϊκές θρησκευτικές υποθέσεις διαβλέποντας πως έκρυβαν σπέρματα εξέγερσης.
Πιο συγκεκριμένα μεταφέρει νύχτα στην Ιερουσαλήμ εικόνες του αυτοκράτορα, τις σημαίες, σύμβολα της εξουσίας. Αυτό προκαλεί μεγάλη ταραχή την άλλη ημέρα ανάμεσα στους ιουδαίους. Συγκεντρώνονται όλοι, γιατί ο νόμος απαγορεύει τα «δίκηλα» στην ιερή πόλη. Πηγαίνουν στην Καισάρεια και τον ικετεύουν να βγάλει τις εικόνες, σεβόμενος τις πάτριες αρχές. Ο Πιλάτος αρνείται και τότε αυτοί καθισμένοι γύρω από τον οίκο του περιμένουν πέντε ημέρες και πέντε νύχτες.
Στρατιώτες τους περικυκλώνουν και ο επίτροπος απειλεί πως θα τους σκοτώσει αν δεν αποδεχτούν τις εικόνες του Καίσαρα. Μάλιστα οι στρατιώτες για να κάνουν πιο πειστικά τα λόγια του βγάζουν τα ξίφη τους. Οι ιουδαίοι όμως, όλοι μαζί, γυμνώνουν τους αυχένες τους και φωνάζουν πως προτιμούν να χάσουν το κεφάλι τους παρά να παραβούν το νόμο. Τότε ο επίτροπος θαύμασε την προσκόλλησή τους στις πάτριες παραδόσεις και διατάζει να βγάλουν τα αυτοκρατορικά σύμβολα από την Ιερουσαλήμ και να τα φέρουν στην Καισάρεια. Εξαιτίας αυτού οι κατοπινοί ηγεμόνες δεν τόλμησαν στο εξής να κάνουν κάτι παρόμοιο.
Υπεύθυνος και άλλης όμως αναταραχής γίνεται ο Πιλάτος: Συγκεκριμένα θέλει να κατασκευάσει υδραγωγείο στα Ιεροσόλυμα μεταφέροντας ύδατα από ένα σημείο που απείχε από την πόλη 400 στάδια. Για το σκοπό αυτό θέλει να πάρει χρήματα από το ταμείο του Ναού, τον κορβωνά. Ξεσηκώνονται τότε οι ιουδαίοι και αρχίζουν να φωνάζουν εκδηλώνοντας έτσι τη δυσαρέσκειά τους για την προσπάθεια αφαίμαξης χρημάτων από το ιερό. Τότε αυτός τοποθετεί ανάμεσά τους ένοπλους στρατιώτες με πολιτική περιβολή, οι οποίοι αρχίζουν να χτυπούν το πλήθος με ξύλα, αφού προηγουμένως αυτός δίνει το σύνθημα από το βήμα του πραιτορίου. Πολλοί ιουδαίοι πληγώνονται και άλλοι χάνουν και τη ζωή τους αφού καταπατήθηκαν από τους πανικόβλητους συμπατριώτες τους. Οι υπόλοιποι βλέποντας τη συμφορά υποχωρούν.
Ο Πιλάτος όμως φανερώνει και πάλι το στυγνό πρόσωπο της εξουσίας του: Ψευδομεσσίας προσκαλεί το λαό να τον ακολουθήσει στο όρος Γαριζείν ισχυριζόμενος πως θα αποκαλύψει ιερά σκεύη που είχε κρύψει εκεί ο Μωϋσής. Πράγματι ανταποκρίνονται στο κάλεσμά του και με όπλα αρκετοί συγκεντρώνονται σε μία κωμόπολη ονόματι Τιραναθά. Ο Πιλάτος που υποψιάζεται – μάλλον όχι άδικα- εξέγερση φτάνει με τους στρατιώτες του και διαλύει βίαια τους συγκεντρωμένους σκοτώνοντας ταυτόχρονα τους επικεφαλής.
Με όλα τα παραπάνω συγκεντρώνει στο πρόσωπό του πολλές αντιπάθειες. Τον κατηγορούν και ανακαλείται στη Ρώμη. Έτσι τελειώνει μετά από δέκα χρόνια η επιτροπεία του σ’ αυτή την ταραγμένη γωνιά της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Χαρακτηριστική για τον Πιλάτο είναι η παρατήρηση του Φίλωνα στο έργο του «Πρεσβεία προς Γάϊον»: «την φύσιν ακαμπής και μετά του αυθάδους αμείλικτος» (ΧΧΧVΙΙΙ 301) δηλ. αλύγιστος, μίγμα ισχυρογνωμοσύνης και σκληρότητας. Βέβαια σ’ ένα έργο σαν αυτό του ιουδαίου φιλοσόφου που είχε σκοπό να κολακέψει τους αυτοκράτορες είναι φυσικό να υπερτονίζονται τα ελαττώματα των υφισταμένων τους, εκτελεστικών οργάνων, ώστε αυτοί να αποποιηθούν οποιαδήποτε ευθύνη για τις μελανές σελίδες της διακυβέρνησής τους. Πάντως η παραπάνω κρίση φαίνεται να είναι σωστή αν ληφθούν υπόψη τα γραφόμενα για τις ημέρες του στην Παλαιστίνη.
Πρωταγωνιστικός φαίνεται να είναι ο ρόλος του Πιλάτου στη δίκη του Ιησού. Βέβαια το συμπέρασμα που βγαίνει από τις σχετικές διηγήσεις είναι πως κατεξοχήν υπεύθυνοι για τη σταύρωση είναι οι Ιουδαίοι. Οι ρωμαίοι και ο επίτροπος φαίνονται να οδηγούνται από τις εξελίξεις και από την πίεση που ασκούν για καταδικαστική απόφαση οι άνθρωποι που καθοδηγούνται από τους θεωρούμενους εκπροσώπους του Θεού. Ουσιαστικά οι αφηγήσεις του Πάθους τονίζουν πως διεξάγεται ένας αγώνας ερήμην των κατακτητών που παραμένουν οι θεατές των δρώμενων μη μπορώντας να αρθρώσουν λόγο που να μπορεί να ανατρέψει μία προκαθορισμένη πορεία.

«Ιδού ο άνθρωπος», ο Πόντιος Πιλάτος παρουσιάζοντας τον Ιησού στον οργισμένο λαό της Ιερουσαλήμ, έργο του Αντόνιο Κισέρι.

Η στάση του Πιλάτου όταν ο Ιησούς οδηγείται ενώπιον του είναι από αδιάφορη μέχρι και συγκαταβατική – φιλική θα έλεγε κανείς – για το πρόσωπο του Κυρίου. Αν και δείχνει να έχει πειστεί για την αθωότητα του Χριστού δεν είναι όμως διατεθειμένος να αναλάβει την ευθύνη της απελευθέρωσής Του γιατί δε φαίνεται να τον ενδιαφέρει η λάμψη της αλήθειας (πρβλ. το ερώτημά του «τι εστίν αλήθεια;» Ιωαν. 18, 38) αλλά η υποταγή της στο προσωπικό του συμφέρον, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είχε να κάνει με τη διάσωση της εξουσίας του η οποία κινδύνευε από τους ιουδαίους που απειλούσαν πως θα τον κατήγγειλαν στη Ρώμη αν ελευθέρωνε κάποιον που διακήρυττε πως είναι βασιλιάς δηλαδή αντίπαλος του Καίσαρα και της αυτοκρατορίας.

Γαλιλαία και Ηρώδης Αντίπας

Το μεγαλύτερο μέρος της δράσης του Ιησού, όπως διηγούνται κυρίως τα συνοπτικά ευαγγέλια, τοποθετείται στην Γαλιλαία. Σ’ αυτή την εύφορη και πολυάνθρωπη, όπως μαρτυρεί ο Ιώσηπος (Ιουδ. Πόλ. ΙΙΙ 42), περιοχή, διδάσκει με το κήρυγμα, τις παραβολές και τα θαύματα για τη Βασιλεία του Θεού.
Ηγέτης της Γαλιλαίας από το 4 π.Χ. ως το 39 μ. Χ είναι ο Ηρώδης Αντίπας. Η περιοχή του είχε δοθεί σύμφωνα με τη διαθήκη του πατέρα του Ηρώδη, και φυσικά με τη συγκατάθεση των Ρωμαίων. Ταυτόχρονα με την ίδια διαθήκη του δίδεται και η περιοχή της Περαίας και εισόδημα διακοσίων ταλάντων ( Ιώσηπος, Ιουδ. Πολ. ΙΙ 95).
Από τα ευαγγέλια γνωστός είναι κυρίως ο ρόλος που έπαιξε στη σύλληψη και τη θανάτωση του Ιωάννη του Βαπτιστή καθώς και η αφορμή για τα παραπάνω. (Ματθ. 14, 1 –12 και τα παράλληλα Μκ. 6, 14 –29, Λκ. 9, 7 – 9). Ωστόσο ο Ιώσηπος παρουσιάζει έναν διαφορετικό λόγο σύλληψης του Προδρόμου. Συγκεκριμένα θεωρεί πως ο Αντίπας τον φοβήθηκε γιατί προέτρεπε το λαό σε στάση εναντίον του. Πάντως εξαιτίας του γάμου του Αντίπα με την Ηρωδιάδα ο πατέρας της πρώτης του γυναίκας βασιλιάς της Πετραίας Αρέτας του κηρύσσει τον πόλεμο.
Εμφανίζεται στο ευαγγέλιο του Λουκά ζητώντας να γνωρίσει τον Ιησού (9,9), ενώ στην αφήγηση των γεγονότων του Πάθους από τον τρίτο ευαγγελιστή, ο Πιλάτος στέλνει τον Ιησού στον Ηρώδη, ο οποίος μάλιστα του υποβάλλει πολλές ερωτήσεις (23, 6 – 12).
Γνωστός είναι ακόμη ο χαρακτηρισμός του Κυρίου γι’ αυτόν («αλώπηξ» Λκ. 13, 12: είπατε τη αλώπεκι ταύτη). Ο χαρακτηρισμός φανερώνει σύμφωνα με τον καθηγητή Σ. Αγουρίδη [3] «το ταπεινό και χαμηλό επίπεδο του χαρακτήρα του, γιατί στην ιουδαϊκή γραμματεία το λιοντάρι είναι το αντίθετο της αλεπούς».
Τον Ηρώδη Αντίπα η Ρώμη τον αναγορεύει τετράρχη (ο τίτλος δίνονταν σε ηγεμονίσκους που κυβερνούσαν μικρές περιοχές υπό την κηδεμονία της αυτοκρατορίας) ο Μάρκος όμως του αποδίδει τον τίτλο του βασιλιά (6,14). Αν και είχε καλές σχέσεις με τα όργανα της αυτοκρατορίας φρόντιζε ταυτόχρονα να μην ερεθίζει τα θρησκευτικά αισθήματα των υπηκόων του. Έτσι ποτέ δεν έκοψε νόμισμα με τα ρωμαϊκά εμβλήματα,  ενώ από το ευαγγέλιο του Ματθαίου (17, 24) είναι γνωστό πως εισπράκτορες του φόρου για το Ναό περιόδευαν τη Γαλιλαία για να τον εισπράξουν.
Πιστός στην παράδοση των Ηρωδών ιδρύει στη Γαλιλαία την πόλη Τιβεριάδα και αναγκάζει πολλούς Γαλιλαίους με παροχές ή απειλές να την κατοικήσουν. Αυτοί την απέφευγαν γιατί στην περιοχή υπήρχε παλαιότερα νεκροταφείο. Παράλληλα στην Περαία ιδρύει την Ιουλία.
Η φιλοδοξία της Ηρωδιάδας σήμανε το τέλος της εξουσίας του. Τον έπεισε να ζητήσει από τη Ρώμη τον τίτλο του βασιλιά. Ο Καλιγούλας τότε του αφαιρεί την εξουσία και τον εξορίζει στο Λούγδουνο της Γαλλίας.
Τα πάντα λοιπόν στην Παλαιστίνη το πρώτο μισό του 1ου αι μ.Χ. στην Παλαιστίνη, εξαρτώνταν από την θέληση των Ρωμαίων. Οι τοπικοί ηγεμονίσκοι, οι «πελάτες της» στην περιοχή, προσπαθούσαν να κερδίσουν την εύνοια του αυτοκράτορα, ενώ οι επίτροποι της Ιουδαίας και της Σαμάρειας, υπάλληλοι της κοσμοκράτειρας, δεν έδειξαν τίποτα σπουδαίο ώστε να αξίζουν περισσότερο σχολιασμό από την ιστορία. Τα ονόματά τους και η δράση τους μνημονεύονται μόνο και μόνο γιατί συνδέθηκαν με το έργο του Κυρίου.

Υποσημειώσεις


[1] Am – Haarez δηλ. άνθρωποι της γης. Επρόκειτο για ανάμεικτους πληθυσμούς από Σαμαρείτες, Αραμαίους, Φιλισταίους, Μεσοποτάμιους που αδιαφορούσαν για την τήρηση του Νόμου και ήταν προσκολλημένοι σε δεισιδαιμονίες και προλήψεις. Βλέπε και Ντ. Ροπς, 1988, σελ.178, Χρ. Βούλγαρη: «Εσκυλμένοι και ερριμένοι». Παρακμή και κατάπτωσις του Ιουδαϊσμού κατά τους χρόνους της Καινής Διαθήκης. Στην Επιστ. Επετηρίδα Θεολ. Σχολής Παν. Αθηνών, τόμος ΚΔ, εν Αθήναις 1979 –80, σελ.533 –34.
[2] Χαρακτηριστική είναι και η προσπάθεια της πρώτης εκκλησίας, όπως τουλάχιστο αντικατοπτρίζεται στα ευαγγελικά κείμενα, να αποσείσουν κάθε ευθύνη από τον Πιλάτο και τις ρωμαϊκές αρχές γενικότερα, για τη σταύρωση του Ιησού. Αποκλειστικά υπεύθυνες θεωρούνται οι ιουδαϊκές αρχές.
[3] Σ. Αγουρίδη 1980, σελ. 271.

Πηγές 

  • Καινή Διαθήκη, Το πρωτότυπο κείμενο με νεοελληνική δημοτική μετάφραση των καθηγητών Σ. Αγουρίδη, Π. Βασιλειάδη, Ι. Γαλάνη, Γ. Γαλίτη, Ι. Καραβιδόπουλου, Β. Στογιάννου, Αθήνα 1985.
  • Ιώσηπος: «Ιουδαϊκός Πόλεμος», εκδ. Loeb, 1989 (6η έκδοση).
  • Ιώσηπος: «Iουδαϊκή Αρχαιολογία» (κυρίως το βιβλίο ΧVIII) εκδ. Loeb, 1996 (5η έκδοση
  • Φίλων: Πρεσβεία προς Γάϊον, εκδ. Loeb, 1962.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

  • Αγουρίδη Σ., «Ιστορία των χρόνων της Καινής Διαθήκης», Θεσσαλονίκη 1980.
  • Γαλίτη Γ., «Ιστορία εποχής της Καινής Διαθήκης, Θεσσαλονίκη», 1991 (4η έκδοση).
  • Ροπς Ντ., «Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Χριστού», μετ. Έλλης Αγγέλου, Αθήνα 1988.
  • Σάντερς Ε. Π., «Το ιστορικό πρόσωπο του Ιησού», μετάφραση Γιώργος Βλάχος, Αθήνα 1988.

Δρ. Νίκος Παύλου, Θεολόγος – Ιστορικός 
* Η παραπάνω εργασία πρωτοδημοσιεύτηκε στη φιλόξενη σελίδα του «ΜΙΚΡΟΥ ΑΠΟΠΛΟΥ» στην ενότητα «Άρθεα». Στην παρούσα μορφή της έχουν γίνει μικροδιορθώσεις.
* Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

Το ρόδι στην αρχαιότητα και στη λαϊκή παράδοση


Ροδιές συναντά κανείς σε ολόκληρη την Ελλάδα. Είναι ένα μικρό φυλλοβόλο δένδρο με γυαλιστερά φύλλα και πορτοκαλοκίτρινα λουλούδια, που πολλές φορές μοιάζει με θάμνο. Το μισό χρόνο που ρίχνει τα φύλλα της περνάει εντελώς απαρατήρητη, ενώ τον υπόλοιπο καιρό μαγνητίζει τα βλέμματα με το χρώμα και την ομορφιά των ανθών και των καρπών με τις άφθονες κόκκινες ρόγες τους. Τα φρούτα της είναι στρογγυλά, κόκκινα ή κίτρινα, όταν ωριμάσουν, και γεμάτα με σπόρους. Είναι φυτό ανθεκτικό στη ζέστη, στην ξηρασία και στην έλλειψη φροντίδας και προσαρμόζεται εύκολα σε διαφορετικά εδάφη. Το ρόδι δεν είναι από τα φρούτα που ήρθαν στα μέρη μας τους τελευταίους αιώνες, χάρη στην πρόοδο των συγκοινωνιών, ούτε το έφεραν από τον νέο Κόσμο μετά το ταξίδι του Κολόμβου, άλλα είναι εδώ από πολύ παλιά, πολύ πριν από τους βυζαντινούς ή τους ελληνιστικούς καιρούς.


Ροδιά. Πίνακας ζωγραφικής με υπογραφή, Χαραυγή.

Η ροδιά φαίνεται πως δεν είναι ιθαγενής στην Ελλάδα, αλλά εισήχθη τα πολύ παλιά χρόνια από την Περσία ή την Κεντρική Ασία. Λέγεται ότι προέρχεται από την περιοχή ανάμεσα στο Ιράν (Περσία) και τη βόρεια Ινδία. Αργότερα καλλιεργήθηκε στην υπόλοιπη Ασία, την Αφρική και στη Μεσόγειο, όπου μεταφέρθηκε από Φοίνικες και  Άραβες εμπόρους. Οι Ρωμαίοι την πήραν από την Καρχηδόνα και την ονόμασαν malus Punica (καρχηδονιακή μηλιά) και το ρόδι malum Punicum, δηλαδή «μήλο της Καρχηδόνας». Το ρόδι το λέγανε όμως και granatum (malum granatum ή pomum granatum). Η βοτανική ονομασία του ροδιού είναι Punica granatum. Granum στα λατινικά είναι ο κόκκος και granatus είναι ο πολύκοκκος. Από αυτόν έχουμε λέξεις όπως γρανάζι, γρανίτης και γρανίτα. Granada στα ισπανικά είναι το ρόδι και η χειροβομβίδα με τα πολλά σφαιρίδια που θυμίζει ρόδι. Ο στρατιώτης ο εκπαιδευμένος στη χρήση χειροβομβίδων ονομάστηκε γρεναδιέρος (grenadier). Λένε μάλιστα ότι η πόλη Γρανάδα της Ισπανίας πήρε πιθανότατα το όνομά της από τις πολλές ροδιές που καλλιεργούνται στη περιοχή. Η ροδιά στην ισπανική ονομάζεται «γκρανάδα» και τα ρόδια είναι το πιο συνηθισμένο έμβλημα της πόλης και των κατοίκων της.
Στην ελληνική γλώσσα η λέξη ροδιά ετυμολογικά προέρχεται από το ρόδι και τα λεξικά συνδέουν τη λέξη με το ρήμα ρέω, πιθανώς λόγω των καθαρτικών ιδιοτήτων του ροδιού. Η ροδιά στην αρχαία Ελλάδα αναφέρεται με πολλά ονόματα στις διάφορες περιοχές. Οι αρχαίοι το δέντρο το έλεγαν «Ροιά», «Ροά» και το ρόδι ρόα. Από το υποκοριστικό, ροΐδιον, που είναι της ελληνιστικής εποχής, βγήκε αργότερα ο τύπος ρόιδι και ρόιδο και σήμερα ρόδι. Από το ρόδι ονομάστηκε το δέντρο ροδιά. Φαίνεται ότι η ονομασία «ροϊδιά», «ρόιδο» και «ρόιδι» ήταν παλαιότερα οι επικρατέστερες. Έτσι  διασώζεται στο δημοτικό τραγούδι και σε άφθονες άλλες πηγές (πάει το μήλο να χαθεί, το ρόιδο να μυρίσει).Το Μακεδονικό τραγούδι «μήλο μου κόκκινο ρόιδο βαμμένο…», καθώς και η γνωστή έκφραση «τα ‘κανα ρόϊδο», δηλαδή τα θαλάσσωσα, τα’ κανα μούσκεμα, το επιβεβαιώνουν».
Η ονομασία «Ροιά», φαίνεται ότι καθιερώθηκε από τον Όμηρο και γίνεται ευρεία χρήση της στη μυθολογία. Στην αρχαιότητα υπήρχε και μια άλλη ελληνική λέξη για τη ροδιά, σίδη ή σίδα, όπως την έλεγαν οι Βοιωτοί και οι Κρήτες. Υπάρχει κι ένα ανέκδοτο για μια εποχή που Αθηναίοι και Θηβαίοι φιλονικούσαν σε ποιον ανήκει μια περιοχή, που λεγόταν Σίδαι. Ο Επαμεινώνδας έβγαλε από τον κόρφο του ένα ρόδι και ρώτησε τους Αθηναίους, πώς το λένε. Ρόαν, του απάντησαν. Αλλ’ ημείς σίδαν, απάντησε εκείνος και νίκησε!

Η ροδιά στη μυθολογία

Θα παρακολουθήσουμε πρώτα την ιστορική διαδρομή του δένδρου της ροδιάς στη χώρα μας στηριζόμενοι σε ιστορικά και μυθολογικά δεδομένα. Οι μύθοι γύρω από τη ροδιά είναι ατελείωτοι, καθώς το δένδρο και οι καρποί του ήταν αφιερωμένα στην Αφροδίτη, στην Περσεφόνη, στη Δήμητρα, στην Αθηνά και στην Ήρα. Ο πιο παλαιός μύθος είναι ίσως αυτός που συνδέει την ροδιά με τον Ωρίωνα. Ο Ωρίων ήταν ένας από τους μεγαλύτερους και λαμπρότερους αστερισμούς, ένας πελώριος γίγας, γιος της Γης και ξακουστός για την ομορφιά του. Ήταν μάλιστα άξιος κυνηγός και σκότωνε τ’ αγρίμια με χάλκινο ρόπαλο. Σύμφωνα με το μύθο, ο Ωρίων παντρεύτηκε τη Σίδη, αλλά δεν στάθηκε τυχερός, καθώς η Σίδη παινεύτηκε πως είναι πιο όμορφη από την Ήρα και για τιμωρία η θεά την έστειλε στον κάτω κόσμο, όπου μεταμορφώθηκε σε Ροδιά.
Ο πιο φημισμένος μύθος που σχετίζεται με το ρόδι, είναι αυτός της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα, θεό του Άδη. Σύμφωνα με αυτόν τον μύθο, ο Πλούτων άρπαξε την πανέμορφη Περσεφόνη και την πήρε μαζί του στον κάτω κόσμο. Η απελπισμένη μητέρα θεά Δήμητρα εκδήλωσε το θυμό της με τρομερές συνέπειες σε βάρος των θνητών. Αποσύρθηκε αποφεύγοντας κάθε σχέση με τον κόσμο και ως θεά της γεωργίας δεν άφηνε κανένα φυτό να φυτρώσει πάνω στη γη. Μάταια οι άνθρωποι καλλιεργούσαν και έσπερναν. Ήρθε μία εποχή ξηρασίας και λοιμοί μάστιζαν τους ανθρώπους. Η γη έπαψε να βλασταίνει, κινδύνεψε να αφανισθεί το ανθρώπινο γένος από την πείνα και να στερηθούν οι θεοί τις θυσίες, τις οποίες ως τότε τους πρόσφεραν οι άνθρωποι.

Περσεφόνη. Ο Άδης της δίνει να φάει σπόρους ροδιού ώστε να την «δέσει» και να εξασφαλίσει την επιστροφή της, αφού οι σπόροι του ροδιού ήταν σύμβολο γάμου. Έργο του Dante Gabriel Rossetti (1828-1882), Tate Britain, Λονδίνο.

Ο Δίας στέλνει τον ένα μετά τον άλλο τους Ολύμπιους να παρακαλέσουν τη Δήμητρα να αλλάξει τη γνώμη της, μα εκείνη ανένδοτη λέει ότι θα πεισθεί, αν πάρει πίσω την αρπαγμένη κόρης της. Μπροστά στην απειλούμενη καταστροφή οι θεοί κατέληξαν πως το αίτημα της Δήμητρας ήταν δίκαιο και ο Δίας στέλνει τον Ερμή στον Άδη, για να πείσει τον θεό του Άδη να αφήσει την Περσεφόνη. Ο Άδης υπακούει στις διαταγές του Δία, αλλά πριν αφήσει την Περσεφόνη να ανέβει στη γη, της δίνει να φάει σπόρους ροδιού («ροιής κόκκον έδωκε φαγείν μελιηδέα λάθρη» Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη Α, 5,3), ώστε να την «δέσει» και να εξασφαλίσει την επιστροφή της, αφού οι σπόροι του ροδιού ήταν σύμβολο γάμου. Η Δήμητρα  πληροφορήθηκε ότι η κόρη της είχε φάει ρόδι, κατάλαβε ότι δε θα μπορούσε να την κρατήσει για πάντα κοντά της και έγινε έξαλλη. Για να την ηρεμήσει ο Δίας πρότεινε να μένει η Περσεφόνη το ένα τρίτο του έτους στον Πλούτωνα και τα άλλα δύο τρίτα μεταξύ των Ολυμπίων θεών και της μητέρας της. Η θεά δέχθηκε την πρόταση και άφησε πάλι τα φυτά και τα δένδρα να ανθίσουν.
Η απαγωγή της Περσεφόνης  είναι η αλληγορία του κύκλου της ευφορίας της φύσης και η διαμονή της στον Άδη συμβολίζει την εξαφάνιση των ανθέων και των καρπών, τη σκυθρωπή όψη του εδάφους το καλοκαίρι. Τους καλοκαιρινούς μήνες η «Κόρη» βρίσκεται στο βασίλειο του Άδη, όπως το σιτάρι στα σιλό και τα πιθάρια. Η επιστροφή της από τον Άδη συνδέεται με τη σπορά του φθινοπώρου, με τη βλάστηση των σπόρων και την άνθιση των φυτών την άνοιξη. Έτσι, όταν ζούσε στον πάνω κόσμο με την μητέρα της, αναγεννιόταν η φύση, ενώ όταν απομακρυνόταν στον κάτω κόσμο, ερχόταν ο θάνατος της φύσης.
Το ρόδι έγινε σύμβολο του ερχομού της Άνοιξης μετά τον κρύο χειμώνα και στα αρχαία Ελευσίνια Μυστήρια. Ήταν ένα από τα 7 αντικείμενα που έδειχνε ο Ιεροφάντης σε αυτούς που επρόκειτο να μυηθούν στα Ελευσίνια Μυστήρια και οι Ιερείς της Δήμητρας στην Ελευσίνα, οι Ιεροφάντες, ήταν στεφανωμένοι με κλαδιά ροδιάς κατά τη διάρκεια των μεγάλων μυστηρίων. Στη διάρκεια των εορτών της Δήμητρας, τα «Θεσμοφόρια», οι Αθηναίες έτρωγαν τα μικροσκοπικά λαμπερά σπόρια για να αποκτήσουν γονιμότητα και ευημερία.

 Η ροδιά στους αρχαίους συγγραφείς

Στην Ελλάδα η καλλιέργεια της ροδιάς είναι αρχαιότερη από εκείνη της αμυγδαλιάς και της βερικοκιάς και σύγχρονη με την καλλιέργεια της ελιάς, του αμπελιού και της συκιάς. Ο  Όμηρος αναφέρει τη ροδιά, όταν περιγράφει με ζωηρά χρώματα τους κήπους του Βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοου:
«Έξω απ᾿ την πόρτα, στην αυλή, τρανό περβόλι έχει
τέσσερα στρέμματα έκταση με φράχτη γύρω γύρω
και μέσα ολόχλωρα ψηλά δέντρα φυτρώνουν πλήθος,
μηλιές, ροδιές χρυσόκαρπες, αχλαδιές φυλλομανούνε,
συκιές  γλυκόκαρπες κι ελιές γερές και φουντωμένες».
 (Οδύσσεια, η 112-116).
Ο «περικεχαραγμένος αγρός», που αποτυπώνεται πάνω σε πολλά αργυρά Κερκυραϊκά νομίσματα, είναι πιθανότατα με συμβολική παράσταση των κήπων του Αλκίνοου.
Η ροδιά (ροιά) μνημονεύεται και στο μύθο του Ταντάλου ως ένα από τα δένδρα που οι καρποί τους του προκαλούσαν την επιθυμία να τους φάει, αλλά καταδικασμένος από τους θεούς δεν το κατόρθωνε:
«Κι είδα εκεί τον Τάνταλο βαριά τυραννισμένο
ως το πηγούνι στέκονταν μες τα νερά της λίμνης,
διψούσε, αλλά μια σταλιά να πάρει δε μπορούσε·
……………………………………………………………………
Δένδρα ψηλά από πάνω του κρεμούσαν τον καρπό τους
ροδιές, αφράτες απιδιές, μηλιές γεμάτες μήλα,
συκιές γλυκύκαρπες κι ελιές επάνω στον καρπό τους,
και όταν ο γέρος έκανε τα χέρια του να απλώσει,
μες τα σκιερά τα σύννεφα τα ψήλωνε ο αέρας.
(Ομήρου Οδύσσεια, λ 582-592).
Ο Παυσανίας μιλώντας για τον τάφο του Μενοικέα λέει πως μια ροδιά φύτρωσε πάνω από το μνήμα του και κάνει ρόδια που μέσα τους ρέει το αίμα του: «Πολύ κοντά στις πύλες της Θήβας υπάρχει μνήμα του Μενοικέα, γιου του Κρέοντα, που τον σκότωσε ο πατέρας του μετά από χρησμό του μαντείου των Δελφών (ότι θα σωθεί η πόλη), όταν ο Πολυνείκης με το στρατό του έφτασε στη Θήβα από το Άργος. Πάνω στο μνήμα του Μενοικέα φύτρωσε μια ροδιά. Όταν σπάσεις το περίβλημα του ώριμου καρπού της, θα βρεις στο εσωτερικό του να τρέχει αίμα. Αυτό το θαλερό δέντρο είναι η ροδιά.» (Παυσανίας βοιωτικά, ΧΧV, 1).
Η Ήρα, η μητέρα των Θεών και προστάτιδα του γάμου και της γονιμότητας, κρατάει στο δεξί της χέρι ένα ρόδι. Ο Παυσανίας περιγράφοντας το άγαλμα της Ήρας στο ναό του Άργους αναφέρει ότι: «η Θεά καθόταν σε θρόνο από ελεφαντόδοντο και χρυσό. Στο διάδημά της ήταν χαραγμένες οι Χάριτες και οι Ώρες, στο ένα της χέρι κρατάει το σκήπτρο και στο άλλο ένα ρόδι». (Παυσανίου, Ἑλλάδος Περιήγησις,  Κορινθιακά, xvii,4)
Ο Φιλόστρατος μιλάει για μια ροδιά που φύτεψαν οι Ερινύες πάνω στον τάφο των αδελφών Ετεοκλή και Πολυνείκη: «Ο νεαρός βλαστός της ροδιάς είναι αυτοφυής, παιδί μου, και λένε ότι τον φύτεψαν οι Ερινύες στον τάφο τους. Και αν σπάσεις τον καρπό της, τρέχει αίμα ακόμα και σήμερα».  (Φιλόστρατος, Εικόνες Α΄/Βιβλίον β/κθ)
Στην Κύπρο τη ροδιά φύτεψε η θεά Αφροδίτη, προστάτιδα του νησιού (…αυτά είναι ροδιές…. Αυτό το μοναδικό δέντρο λένε ότι στην Κύπρο το φύτεψε η Αφροδίτη) (Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί (Σύνοψις), 27).
Κατά τον Ησίοδο η πρώτη ροδιά φύτρωσε από το αίμα του Διονύσου Ζαγρέα, όταν κατακρεουργήθηκε από τους Τιτάνες. Συναφής με αυτή την παράδοση είναι και η δοξασία για δένδρα που φυτρώνουν πάνω στους τάφους και υποτίθεται ότι περικλείουν την ψυχή του θαμμένου νεκρού.
Στην αρχαία Ελλάδα, κατά τη διάρκεια θρησκευτικών εορτών που σχετίζονταν με την γονιμότητα, μαγείρευαν τα «πολυσπόρια», γνωστά ως «σπερνά», που περιείχαν βρασμένο στάρι με ξηρούς καρπούς, ζάχαρη και ρόδι. Τα προετοίμαζαν οι νοικοκυρές και τα προσέφεραν σε συγγενείς και φίλους, όταν η οικογένεια έχει χαρές (γάμους, βαφτίσια, ονομαστικές εορτές, κ.λ.π.). Συνήθιζαν επίσης να κρεμούν ένα ρόδι στις πόρτες των σπιτιών, για να φέρει ευημερία, μια συνήθεια που επιβιώνει μέχρι σήμερα σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας.
Το  ρόδι κάνει την εμφάνισή του και στην αρχαία θρησκεία. Αυτό το ιδιαίτερο φρούτο με το λαμπερό χρώμα και την γλυκόστυφη γεύση, φαίνεται να έχει περάσει από τα χέρια κάθε θεότητας και να έχει διακοσμήσει κάθε ναό και ιερατικό ένδυμα. Η Παλαιά Διαθήκη περιγράφοντας το φημισμένο ναό του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ αναφέρει: «Και έκανε τους στύλους και δύο σειρές από ρόδια ολόγυρα επάνω σ’ ένα δίχτυ, για να σκεπάσει τα επιθέματα πάνω στις κορυφές των στύλων… Και τα επιθέματα πάνω σε δύο στύλους είχαν ρόδια… και τα ρόδια ήταν 200 στη σειρά ολόγυρα, επάνω σε κάθε  επίθεμα» (Α’ Βασ. 7:18-20).
Στο βιβλίο της Εξόδου δίνονται οδηγίες για το πώς θα στολιστούν με ρόδια τα ιερατικά ενδύματα των Εβραίων: «θα κάνεις επάνω στα κράσπεδά του ρόδια από βαθυγάλαζο ύφασμα, πορφυρό και κόκκινο ολόγυρα. Και χρυσά κουδούνια ανάμεσά τους ολόγυρα. Ένα  χρυσό κουδούνι και ένα ρόδι, ένα χρυσό κουδούνι και ένα ρόδι». (Έξοδος, 28:33-34) Αναφορές στο ρόδι και τη ροδιά γίνονται επίσης στο Α’ Σαμουήλ, στο Β’ Χρονικών, στον Ιερεμία και στο Άσμα Ασμάτων.
Στο χριστιανικό πολιτισμό το κόκκινο χρώμα του ροδιού παραπέμπει στην αιδημοσύνη και το κάλλος της εκκλησίας και κυρίως στο αίμα και τα πάθη του Χριστού. Το πλήθος των σπόρων του ροδιού, που συγκρατείται μέσα σε ένα φλοιό, συμβολίζει την εικόνα της Εκκλησίας και την ενότητα της πίστης. Το αόρατο και εύγεστο εσωτερικό συμβολίζει την μη ορατότητα του Θεού και τον κρυμμένο θησαυρό της ελπίδας μελλοντικών χαρών. Τα παραπάνω σημεία έχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα, διότι δείχνουν ότι από τους πρώιμους χριστιανικούς αιώνες η εκκλησία ενσωμάτωσε τη συμβολική σημασία του ροδιού σε χριστιανικό περιεχόμενο.

Η Παρθένος του ροδιού, (Madonna della Melagrana), έργο του Ιταλού ζωγράφου Σάντρο Μποττιτσέλλι το 1487, εκτίθεται στην Πινακοθήκη Ουφίτσι. Ο τίτλος του πίνακα εξηγείται από το ρόδι στο χέρι της Μαρίας. Αυτό πρέπει να νοηθεί ως συμβολισμός του πλούτου των σπόρων που δείχνουν την πληρότητα του Χριστού.

Το ρόδι στη νεοελληνική παράδοση

Η αρχαία αντίληψη ότι το ρόδι είναι σύμβολο καλοτυχίας και ευημερίαςσυνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Μέχρι σήμερα ο καρπός της ροδιάς συμβολίζει τον ευτυχισμένο γάμο, την αφθονία, λόγω της πλειάδας των κόκκινων σπόρων του, και το πάθος ως ιερός καρπός της Αφροδίτης. Πολλοί από τους κεντρικούς συμβολισμούς του ροδιού, που ίσχυσαν στις προηγούμενες περιόδους, θα επιβιώσουν και τους επόμενους αιώνες μέχρι τις μέρες μας. Το ρόδι συμβολίζει την αφθονία σ’ ένα σπιτικό. Η φράση «το σπίτι του είναι γεμάτο σαν το ρόδι» είναι έπαινος σε νοικοκύρη που έχει όλα τα απαραίτητα. Στην ελληνική παράδοση το ρόδι είναι σύμβολο γονιμότητας και αιωνιότητας,  γι’ αυτό σε γάμους και την πρωτοχρονιά σπάμε ρόδια, αλλά συνδέεται και με το θάνατο.
Στη λαογραφία μας το ρόδι παίζει καίριο ρόλο. Αρκεί να θυμηθούμε το ρόδι που σπάνε οι νιόπαντροι στο κατώφλι του σπιτιού τους. Όλα ξεκινούν από την ελληνική μυθολογία με τις προστάτιδες θεές της ροδιάς, την Ήρα και την Αφροδίτη. Η Ήρα ήταν θεά του γάμου και η Αφροδίτη θεά του πάθους. Επομένως το ρόδι βοηθούσε στην οικογενειακή ευτυχία και τον έρωτα. Το ρόδι παίζει έναν εξαιρετικό ρόλο σε πολλά τελετουργικά που προηγούνται του γάμου, όπως για παράδειγμα στο στολισμό της «νυμφικής παστάδας». Το σπάσιμο του ροδιού από τους νεόνυμφους στην είσοδο και στα κατώφλια των σπιτιών έχει στόχο την ευγονία. Υπάρχει όμως και μια αρνητική παροιμιακή φράση για το ρόδι, όταν λέμε «η νύφη τα έκανε ρόιδο», που σημαίνει τα έκανε θάλασσα. Η αρχή της φράσης μάλλον βρίσκεται στο έθιμο που θέλει τη νύφη να ρίχνει στο πάτωμα το ρόδι, όταν μπαίνει στο σπίτι του γαμπρού, και να πατάει τους σκορπισμένους καρπούς, κάτι που και η πιο καλοπροαίρετη πεθερά το έβλεπε με φρίκη.

Το Ρόδι σύμβολο γονιμότητας και αναγέννησης!

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία ντυμένη με τα καλά της ρούχα για να παρακολουθήσει τη λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου και να υποδεχτεί το νέο χρόνο. Στην επιστροφή ο νοικοκύρης του σπιτιού έχει στην τσέπη του ένα λειτουργημένο ρόδι, που στην Μικρά Ασία το φιλούσαν στα εικονίσματα από τις 14 Σεπτέμβρη, την ημέρα του Σταυρού. Είναι αυτός που κάνει το ποδαρικό και σπάει το ρόδι. Πρέπει θα χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας και να του ανοίξουν. Δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του. Έτσι είναι ο πρώτος που μπαίνει στο σπίτι για να κάνει το ποδαρικό με το ρόδι στο χέρι. Μπαίνει μέσα με το δεξί, το «καλό» πόδι, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα για να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά». Άλλη ευχή που συνηθίζεται να λέγεται κατά το σπάσιμο του ροδιού είναι: «Όσο βαρύ είναι το ρόδι, τόσο βαρύ να είναι το πορτοφόλι μας, όσο γεμάτο καρπούς είναι το ρόδι, να είναι γεμάτο το σπίτι μας με καλά και όσο κόκκινο είναι το ρόδι, τόσο κόκκινη να είναι και η καρδιά μας!». Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.
Στην Αράχωβα μαζί με το ρόδι κρατούν κι ένα λιθάρι που το «ξαστρίζουν» αποβραδίς, δηλαδή τ’ αφήνουν τη νύχτα κάτω από τα άστρα. Μαζί με το ρόδι πετούν και το λιθάρι και κάνουν την ευχή: «Σαν το λιθάρι γεροί και σαν το ρόδι γεμάτοι». Απόηχος αυτού του εθίμου είναι μάλλον η φράση «έσπασε το ρόδι», που τη λέμε όταν σημειώσουμε μια επιτυχία ύστερα από σειρά ατυχιών. Η φράση χρησιμοποιείται κατά κόρο στην αθλητική δημοσιογραφία και λέγεται, όταν μια ομάδα καταφέρει την πρώτη της νίκη στο πρωτάθλημα ύστερα από κάμποσα ανεπιτυχή αποτελέσματα ή όταν ένας παίκτης μπορέσει επιτέλους να σκοράρει.
Το ρόδι αποτελεί βασικό συστατικό και έχει τη δική του συμβολική αξία και στα «κόλλυβα», που προσφέρουν στα μνημόσυνα οι οικείοι σε όλα τα συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα, ενώ μαρτυρείται και η παρουσία ολόκληρων ροδιών στους τάφους. Η σύνδεση του ροδιού με το θάνατο στη σύγχρονη Ελλάδα σχετίζεται με τη μετά θάνατον αναγέννηση του ατόμου και με την ιδέα της ανανέωσης της ζωής. Ο θεσμός αυτός κρατά από τα αρχαία ακόμα χρόνια, όταν οι πρόγονοί μας τελούσαν θυσίες κι έκαναν προσφορές στους θεούς ζητώντας απ’ αυτούς να συγχωρήσουν τ’ αμαρτήματα των προσφιλών πεθαμένων τους. Πιθανότατα συνδέεται με τα «πολυσπόρια» που προσφέρονταν κατά τη διάρκεια θρησκευτικών εορτών και σχετίζονταν με την γονιμότητα.
Το ρόδι στη νεοελληνική παράδοση συνδέεται και με τα όνειρα. Αν δει κάποιος ρόδι ή ροδιά στον ύπνο του, είναι καλό σημάδι. Αρκεί το φρούτο να εμφανίζεται καλό και το δέντρο εύρωστο. Σε αντίθετη περίπτωση το σημάδι δεν είναι και τόσο καλό. Ιδιαίτερα  ευοίωνο είναι, εάν δούμε να φυτεύουμε ροδιά γεμάτη άνθη ή καρπούς, να κόβουμε ρόδι από τη ροδιά, να μας προσφέρουν ρόδι, να τρώμε ρόδι ή να σπάμε ρόδι. Τέτοιου είδους όνειρα προμηνύουν ευημερία, καλοτυχία, ευχάριστα νέα ή καλή ψυχολογική κατάσταση. Δυσοίωνο είναι να δούμε ξεραμένη ροδιά, χαλασμένο ρόδι, να ξεριζώνουμε ροδιά ή να πετάμε ρόδι. Τέτοιου είδους όνειρα προμηνύουν αποτυχίες και στεναχώριες.
Το ρόδι, τέλος, είναι ένα από τα γούρια που συνδέονται με την καλή τύχη και θεωρείται ότι ξορκίζει την κακοδαιμονία και φέρνει ευημερία και αφθονία. Ένα μεταλλικό διακοσμητικό ρόδι με κόκκινη κορδελίτσα ή από φυσητό γυαλί σε όμορφους χρωματισμούς αποτελεί  συνηθισμένο δώρο προς τους οικοδεσπότες νέων σπιτιών ή στα εγκαίνια νέων καταστημάτων, για να φέρει γούρι στους ανθρώπους και «καλές δουλειές» στις επιχειρήσεις.

Επίλογος

Η ροδιά, ένα δέντρο δυνατό και διάσημο στην αρχαία Ελλάδα, είχε περάσει στο περιθώριο, αλλά δεν έχει πει ακόμα την τελευταία της λέξη και τα τελευταία χρόνια έχει τραβήξει και πάλι το ενδιαφέρον. Ύστερα από μακρά περίοδο λήθαργου άρχισε να καλλιεργείται συστηματικά τα τελευταία χρόνια με φυτείες ροδιάς που φέρνουν στις μνήμες μας προϊστορικές εποχές, όταν η θεά Αφροδίτη φύτεψε στην Κύπρο την πρώτη ροδιά του νησιού, τη ροιά που στόλιζε τους κήπους του βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοου, τη ροδιά που μερικοί κόκκοι του καρπού της καθόρισαν την τύχη της Περσεφόνης, της κόρης της θεάς Δήμητρας, και μαζί με άλλα δένδρα συμμετείχε στο μαρτύριο του Ταντάλου.
Το ρόδι είναι πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά και βιταμίνες και πασίγνωστος καρπός από την αρχαιότητα για τις εκπληκτικές ιατρικές ιδιότητες που διαθέτει. Η σύγχρονη ιατρική επιβεβαιώνει και συνηγορεί με τους αρχαίους Έλληνες γιατρούς, που το θεωρούσαν θαυματουργό καρπό και είχε ιδιαίτερη εκτίμηση και χρησιμότητα σε διάφορους πολιτισμούς. Ο χυμός από φρέσκο ρόδι βελτιώνει την παραγωγή αίματος, ανακουφίζει από τον πυρετό και μειώνει την καρδιακή επιβάρυνση. Είναι ιδανικός για μικρά παιδιά, ειδικά εάν είναι κρυολογημένα και παρουσιάζουν βήχα και πυρετό. Το εκχύλισμα του ροδιού έχει αποδειχθεί από μελέτες πως έχει θετική δραστηριότητα κατά του καρκίνου του προστάτη, ενώ η κατανάλωση χυμού ροδιού από τις εγκύους γυναίκες μειώνει τον κίνδυνο των εγκεφαλικών κακώσεων στα μωρά. Οι σπόροι του διώχνουν τις τοξίνες από τον οργανισμό και εξοντώνουν τα μικρόβια από την κύστη, το αίμα και τα νεφρά. Το αφέψημα από τα άνθη της ροδιάς συμβάλλει στην ενίσχυση των ούλων και απαλύνει τον πονόλαιμο.
Σήμερα φυτείες ροδιάς δημιουργούνται σε πολλά μέρη της Ελλάδας από τη στιγμή που οι γιατροί και οι διατροφολόγοι βρίσκουν θαυματουργές ιδιότητες στο πανάρχαιο αυτό φρούτο. Η χώρα μας άλλωστε ευνοεί την καλλιέργεια της ροδιάς, η οποία αναπτύσσεται σε υποτροπικό κλίμα με παρατεταμένο ξηρό και θερμό καλοκαίρι και αντέχει τα κρύα  και τις κακουχίες. Έτσι η ροδιά από ένα αυτοφυές φυτό, που φυτρώνει τυχαία σε φράχτες, σε ρέματα και όπου βρει πρόσφορο έδαφος ο σπόρος της, μετατρέπεται σε δέντρο που καλλιεργείται συστηματικά και οργανωμένα και συμβάλλει στο εισόδημα των καλλιεργητών της και στην εθνική οικονομία.

Φιλόλογος – Συγγραφέας

Φτωχοποίηση και κάποιες διαπιστώσεις...

Οκ... Και να το ήθελες να πεις κανά δυό καλές κουβέντες δεν σου βγαίνουν ρε αδερφέ... Από την δεύτερη τετραετία και μετά το πράγμα χάλασε! Α...