Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

Το πρώτο αεροπορικό ατύχημα


Η έφοδος και η κατάληψη του υψώματος 1425 (χελώνα) από τον Εθνικό στρατό κατά τον εμφύλιο πόλεμο (2 Αυγούστου 1949)


γράφει ο Φιλίστωρ Ι. Β. Δ.

Πρόλογος - η κατάσταση των εμπολέμων στις αρχές του 1949

Η κρίσιμη χρονιά του 1949 για το Ελληνικό εμφύλιο πόλεμο που μαινόταν ήδη δύο χρόνια, ξεκίνησε με τον διορισμό του Αλέξανδρου Παπάγου στην αρχιστρατηγία του Εθνικού στρατού. Το Γενικό Επιτελείο στρατού είχε αυξήσει την στρατολογία του δημιουργώντας ένα στρατό από 250.000 οπλίτες με την Αμερικάνικη στρατιωτική βοήθεια α βρίσκεται στην κορύφωση της. 
Από την άλλη ο ΔΣΕ παρέμενε αξιόμαχος και με δυνατότητες για επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας στην Βόρεια Ελλάδα, ήδη όμως τον Φεβρουάριο του 1949 είχε επισημοποιηθεί το σχίσμα στην ηγεσία του: ο Μάρκος Βαφειάδης είχε υποστηρίξει τον Ιούλιο του προηγούμενου έτους ότι ο ΔΣΕ υπό τις υφιστάμενες προϋποθέσεις αδυνατούσε να νικήσει η να ελέγξει ένα μεγάλα αστικά κέντρα, ζητώντας να διατηρηθεί η λειτουργία των μικρών ευέλικτων μονάδων που προκαλούν συνεχείς δολιοφθορές και οικονομική αιμορραγία στον αντίπαλο. Ο Νίκος Ζαχαριάδης διαφωνούσε, επιζητούσε την οργάνωση του ΔΣΕ σε τακτικό στρατό, έτσι αφαίρεσε την αρχηγία από τον Βαφειάδη, ο οποίος απομακρύνθηκε για "λόγους υγείας" και αντικαταστάθηκε από τον άπειρο Γούσια (Βροντίσιο), σχηματίστηκε νέα προσωρινή κυβέρνηση υπό τον Γιάννη Ιωαννίδη που έκανε προτάσεις ειρήνευσης στην Ελληνική κυβέρνηση που προέβλεπαν αμνηστία και αποχώρηση των ξένων στρατιωτικών αποστολών.

Σοβαρή επίσης εξέλιξη υπήρξε η απόφαση της 5ης ολομέλειας του ΚΚΕ για ανακήρυξη αυτόνομης Μακεδονίας με αυτοδιάθεση και αποκατάσταση δικαιωμάτων για όλες τις μειονότητες της μετά το τέλος του πολέμου. Η απόφαση δεν ήταν τυχαία αλλά είχε να κάνει με την αντιμετώπιση του σοβαρότερου προβλήματος του ΔΣΕ που δεν ήταν άλλο από τις εφεδρείες. Οι Σλαβομακεδόνες από 11.000 άνδρες σε σύνολο 24.000 το 1948, είχαν αυξηθεί σε 14.000 στα μέσα του 1949 επί συνόλου 20.000. Σε δεύτερο ανασχηματισμό της "κυβέρνησης του Γράμμου" τον Απρίλιο του 1949, στην σύνθεση της συμπεριελήφθησαν (όχι τυχαία) και δύο Σλαβομακεδόνες: ο Κράστε Κότσεφ ως διευθυντής μειονοτήτων στο υπουργείο εσωτερικών, και ο Πασκάλ Μιτρόφσκι ως υπουργός επισιτισμού. Οι συνθήκες όμως για τον ΔΣΕ μέσα στο 1949 συνεχώς χειροτέρευαν, καθώς ο Στάλιν είχε αποφασίσει να σταματήσει την ενίσχυση των Ελλήνων κομμουνιστών που ως τότε παρείχε με φειδώ, αλλά κυριότερα η διαμάχη Τίτο - Στάλιν και η υποστήριξη του ΚΚΕ στον δεύτερο, στέρησε τον ΔΣΕ από το σοβαρότερο υποστηρικτή του στην περιοχή. Η ηγεσία του ΚΚΕ και ο Ζαχαριάδης τάχθηκαν ανοιχτά με το μέρος του Στάλιν, ενώ ο Τίτο εξαναγκάστηκε να έρθει σε συνεννόηση με τους Δυτικούς ώστε να στηριχθεί έναντι του Στάλιν και να μην χάσει την εξουσία. Το αντίτιμο ήταν να "πουλήσει" τους τέως συντρόφους του ΔΣΕ.... 

Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις σε Πελοπόννησο και Στερεά Ελλάδα 

Θρασύβουλος Τσακαλώτος
Στις τάξεις του Εθνικού στρατού επικρατούσε η θέληση για νίκη και η πίστη ότι αυτή ήταν πλέον εφικτή, καθώς από τις αρχές του 1949 είχαν παραληφθεί μεγάλες ποσότητες στρατιωτικού υλικού, νέες μονάδες είχαν σχηματιστεί και εκπαιδευθεί, ενώ είχε βελτιωθεί αισθητά η οργάνωση και η μαχητική του ικανότητα. Ο Ιανουάριος του 1949 ξεκίνησε με εκτεταμένες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο ("επιχείρηση Περιστερά") με μια μεραρχία, μια ταξιαρχία και 13 τάγματα πεζικού υπό την ανώτατη διοίκηση του ικανότατου αξιωματικού υποστράτηγου Θρασύβουλου Τσακαλώτου. Μετά από δύο εβδομάδες εντατικών επιχειρήσεων ο ΔΣΕ είχε 679 νεκρούς και 1601 αιχμαλώτους, ενώ η κομμουνιστική αντίσταση στην Πελοπόννησο είχε ελαχιστοποιηθεί σε λίγες μικρές ένοπλες ομάδες που μπορούσε να αντιμετωπίσει ευχερώς ακόμη και η χωροφυλακή από μόνη της. 

Μετά την Πελοπόννησο, ο Εθνικός Στρατός έστρεψε τις δυνάμεις του στη Στερεά Ελλάδα και τη Θεσσαλία και οργάνωσε την επιχείρηση «Κυνηγός» (1 Μαΐου-21 Ιουνίου 1949) ενώ παράλληλα το Γ΄ Σώμα Στρατού διενεργούσε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία. Οι καταπονημένες δυνάμεις του ΔΣΕ δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις αριθμητικά υπέρτερες δυνάμεις του στρατού, υποχωρούν, κατακερματίζονται και τελικά διαλύονται. Στις 21 Ιουνίου 1949 πέφτει νεκρός ο διοικητής της αποδεκατισμένης ΙΙ Μεραρχίας Γιάννης Αλεξάνδρου («Διαμαντής»). Ο Αρχιστράτηγος Παπάγος  συγκέντρωσε μια πανστρατιά 100.000 ανδρών υποστηριζόμενη από πυροβολικό αεροπορία και τεθωρακισμένα απέναντι στους δύο βασικούς θύλακες κομμουνιστικής αντίστασης: τους ορεινούς όγκους στον Γράμμο και στο Βίτσι. Οι περιοχές αυτές είχαν σοβαρές αμυντικές οργανώσεις σε βάθος, ενώ από μόνοι τους οι ορεινοί όγκοι αποτελούσαν την βέλτιστη τοποθεσία για άμυνα.

Το σχέδιο επίθεσης και οι δυνάμεις των εμπολέμων

Ο σχεδιασμός του επιτελείου προέβλεπε μια σειρά από παραπλανητικές επιθέσεις στον Γράμμο υπό την ονομασία "Πυρσός Α" ώστε να καθηλωθούν οι δυνάμεις του ΔΣΕ πριν την τελική επίθεση στο Βίτσι όπου και θα κρινόταν ο πόλεμος. Το 1949 ο Γράμμος ήταν μέτωπο αμυντικά πιο αδύνατο από το Βίτσι αλλά η επιχείρηση είχε και επιδιώξεις τακτικής σημασίας Η κατάληψη σημαντικών υψωμάτων της άμυνας του ΔΣΕ θα βελτίωνε τη θέση των κυβερνητικών στρατευμάτων για την επικείμενη επίθεσή τους στην τρίτη φάση του Πυρσός και θα σφυγμομετρούσε ταυτόχρονα την αμυντική ικανότητα των ανταρτών.

Οι επιθέσεις στην περιοχή του Γράμμου είχα την ιδιαιτερότητα ότι κινούνταν εφαπτόμενες στα Ελληνοαλβανικά σύνορα, με τις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών να είναι χειρότερες από ποτέ και τον Hohxa να εκφράζει φόβους για εισβολή του Ελληνικού στρατού στην Βόρειο Ήπειρο. Οι διμερείς σχέσεις των δύο χωρών ήταν στο χειρότερο τους σημείο, ενώ απόρρητα έγγραφα του ΓΕΣ προέβλεπαν ακόμη και Ελληνική εισβολή στο Αλβανικό έδαφος αν οι συνθήκες αγώνα το επέβαλλαν.

Υποσύνολο του σχεδίου "Πυρσός Α" ήταν η "επιχείρηση Χαλκός" που προέβλεπε την κατάληψη του υψώματος 1425 (επονομαζόμενου από τους ντόπιους "χελώνα") δυτικά του Γράμμου. Το ύψωμα δέσποζε στην τοποθεσία, αποτελούσε αμυντικό κόμβο της άμυνας του ΔΣΕ στον Γράμμο, βρισκόταν ακριβώς πάνω στην Ελληνοαλβανική μεθόριο και με την κατάληψη του, η ηγεσία του Εθνικού στρατού επιζητούσε την αποκοπή της πιθανής υποχώρησης του ΔΣΕ στην Αλβανία. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ που υπεράσπιζαν το ύψωμα ήταν σχετικά μικρές (μόλις 90 οπλίτες υπό τον Λοχαγό Νοβάτση Χρήστο), αλλά άριστα οργανωμένες με 22 πολυβολεία σκεπαστά με διπλές σειρές συρματοπλεγμάτων ενώ η περιοχή ήταν ζωσμένη με ναρκοπέδια. Στον οπλισμό των αμυνόμενων συμπεριλαμβάνονταν, πολυβόλα, μπαζούκας, αντιαρματικά , όλμοι και μυδράλια.

Η έφοδος και τα πυρά από την Αλβανία

οπλίτες του Εθνικού στρατού
Για την επιχείρηση η Ι μεραρχία διέθεσε το 603 τάγμα πεζικού υποστηριζόμενο από ισχυρές μονάδες πυροβολικού και όλη την αεροπορία και η ημερομηνία της επίθεσης ορίστηκε η 2α Αυγούστου 1949. Η μάχη ξεκίνησε με μια αληθινή κόλαση πυρός από πυροβολικό και αεροπορία εναντίον των αμυνόμενων που υπήρξε ιδιαίτερα αποτελεσματική. Στις 08.00 οι οπλίτες του Εθνικού στρατού επιτέθηκαν με σφοδρότητα και κατέλαβαν το ύψωμα 1309 με ευκολία και προετοιμάστηκαν για την τελική επίθεση στο ύψωμα 1425 που ήταν και ο αντικειμενικός σκοπός. Τότε συνέβη κάτι απρόσμενο καθώς οι σχηματισμοί του Εθνικού στρατού δέχθηκαν καταιγιστικά πυρά από την μεριά της Αλβανικής μεθορίου που τους καθήλωσαν. Από τα πυρά αυτά σκοτώθηκε ο υποδιοικητής του τάγματος ταγματάρχης Θεμιστοκλής Χριστιάς. Το πυρ συνεχιζόταν από την πλευρά της Αλβανίας με αποτέλεσμα να αιφνιδιαστούν και να καθηλωθούν οι επιτιθέμενοι που είχαν τραυματίες ανάμεσα τους.

μαχητές του ΔΣΕ
Στην κρίσιμη στιγμή καθώς τα επιτιθέμενα τμήματα έχαναν το ηθικό τους και η επίθεση έμοιαζε ότι εκφυλιζόταν, ο διοικητής του τάγματος ταγματάρχης Απόστολος Ζαλαχώρης εγκατέλειψε τον σταθμό διοίκησης  και τέθηκε ο ίδιος επικεφαλής των επιτιθέμενων στην πρώτη γραμμή πυρός σαλπίζοντας γενική επίθεση. Οι οπλίτες του Εθνικού στρατού με αναπτερωμένο ηθικό ανέλαβαν την πρωτοβουλία των κινήσεων καταλαμβάνοντας τα πρώτα οχυρά που υπεράσπιζαν την τοποθεσία. Ακολούθησε αγωνιώδης μάχη σώμα με σώμα που τελικώς έκαμψε την αντίσταση των αμυνώμενων. Τα χαρακώματα εκκαθαρίζονταν από τους επιτιθέμενους με εφ΄ όπλου λόγχη, ενώ πολύ σύντομα όλα τα πολυβολεία σίγησαν. Η αντίσταση των στρατιωτών του ΔΣΕ λύγισε και οι λίγοι εναπομείναντες υποχωρούσαν προς την Αλβανία καλυπτόμενοι από συνεχή φίλια Αλβανικά πυρά.

Οι οπλοφόροι του ΔΣΕ προσπάθησαν να ανασυνταχθούν επί του Αλβανικού εδάφους παρενοχλώντας συνεχώς τους αντιπάλους του που είχαν καταλάβει το ύψωμα. Τελικώς διοργανώθηκε και εκτελέστηκε νυχτερινή αντεπίθεση για την επανακατάληψη του υψώματος 1425 με 40 οπλίτες ορμώμενη από το Αλβανικό έδαφος, χωρίς όμως αποτέλεσμα καθώς οι ισχυρές δυνάμεις που κατείχαν το ύψωμα συνέτριψαν με ευκολία τους επιτιθέμενους που είχαν 7 νεκρούς. 

Απώλειες - Επίλογος

Οι απώλειες του Εθνικού στρατού ήταν 1 αξιωματικός και 15 στρατιώτες νεκροί, 90 τραυματίες, ανάμεσα τους και 5 αξιωματικοί. Από την πλευρά του ΔΣΕ 69 νεκροί και 11 τραυματίες, σχεδόν απόλυτη καταστροφή των δυνάμεων των αμυνόμενων. Όλο το στρατιωτικό τους υλικό έπεσε στα χέρια των αντιπάλων του, ενώ ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο Λοχαγός Βερβεράς, ο ανθυπολοχαγός Χρήστος Χριστοδούλου και ο λοχίας Δημήτρης Μπαγκούδης.

Σε μάχες που ακολούθησαν στην περιοχή, οι Αλβανοί συνέχισαν να παρενοχλούν την προέλαση του Εθνικού στρατού με πυρά πυροβολικού ενώ υποστήριζαν και περιέθαλπταν τους μαχητές του ΔΣΕ. Ο Εθνικός στρατός απάντησε βομβαρδίζοντας Αλβανικές θέσεις και χωριά ενώ σημειώθηκε ακόμη και μικρή προέλαση μονάδων του Εθνικού στρατού εντός του Αλβανικού εδάφους.

Αναμφίβολα η κατάληψη του υψώματος 1425 αποτέλεσε μια τοπική επιτυχία στην εξόρμηση του Εθνικού στρατού που δεν βάρυνε τόσο στις εξελίξεις του Αγώνα. Η επιτυχία στο ύψωμα 1425 θεωρήθηκε από όλους άριστος οιωνός για τον Εθνικό στρατό ενόψει των αποφασιστικών επιχειρήσεων που έμελλε να ακολουθήσουν. Ο Τσακαλώτος έστειλε συγχαρητήριο μήνυμα προσωπικά στον ταγματάρχη Ζαλαχώρη, ενώ το ίδιο έκανε και ο ταξίαρχος Θεμιστοκλής Κετσέας. 

Πηγές

-Νικόλαος Λαζόπουλος, τελικές επιχειρήσεις ΒΙΤΣΙ-ΓΡΑΜΜΟΣ (η μάχη των συνόρων), εκδόσεις Ελεύθερη σκέψις

-Νίκος Κουλούρης, Το τέλος του εμφύλιου πόλεμου τον Αύγουστο του 1949 στο Γράμμο

-Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο 4ης Αυγούστου 1949, σελ 7

-http://www.hri.org/MPA/gr/other/emfilios/pirsos.html



istorikathemata.com

Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2017

Φυτολογικόν Λεξικόν 1914


ΛΕΞΙΚΟΝ ΦΥΤΟΛΟΓΙΚΟΝ ΥΠΟ Π.Γ.ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ 1914 by alex gr on Scribd

Γεώργιος Κονδύλης: ο "κεραυνός" (1879-1936)


γράφει ο Φιλίστωρ Ι.Β.Δ. (η βιογραφία αυτή γράφτηκε επί παραγγελία για ένα πολύ δημοφιλές site, αλλά περιέργως δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Επειδή προοριζόταν για αλλού, ίσως ξενίσει κάποιους το ξηρό ύφος της αφήγησης που δεν συνηθίζω στα γραπτά μου στο ιστολόγιο. Σκέφτηκα να το ξαναγράψω, αλλά πολλές φορές όταν ανασκευάζεις το αποτέλεσμα είναι δύο φορές χειρότερο. Σας το παραδίδω λοιπόν στην αρχική του μορφή...)

Πρόλογος – στρατιωτική σταδιοδρομία (1879-1922)

Γεννήθηκε 14 Αυγούστου 1879 στον Προυσό Ευρυτανίας και στα 18 του χρόνια κατατάχθηκε ως εθελοντής στο στρατό. Συμμετείχε στην Κρητική Επανάσταση (1896), στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο (1897) και τον Μακεδονικό Αγώνα (1904-1908) ως οπλαρχηγός. Διακρίθηκε για την στρατιωτική του επίδοση στους δύο Βαλκανικούς πολέμους προαγόμενος σε Λοχαγό τον Μάιο του 1914. Ακολούθως στρατεύτηκε στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα και ως διοικητής τάγματος του Στρατού της Αυτόνομης Ηπείρου έδρασε κυρίως στην περιοχή Κορυτσάς υπό την γενική αρχηγεία του Γ. Τσόντου – Βάρδα.

Στον Εθνικό διχασμό τάχθηκε ανεπιφύλακτα με τον Βενιζέλο με τον οποίο διατηρούσε απευθείας αλληλογραφία σε όλη αυτή την περίοδο. Ο Κονδύλης πρωταγωνίστησε στο περίφημο επεισόδιο της «Φαιάς Πέτρας» τον Αύγουστο του 1916, όπου αρνήθηκε να παραδώσει το οχυρό στους Γερμανοβούλγαρους επί τρεις ημέρες παρά τις διαταγές της κυβέρνησης Σκουλούδη και λίγο αργότερα προσχώρησε οριστικά στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας. Ως εντολοδόχος της κυβέρνησης της Άμυνας διεξήγαγε την στρατολογία στην περιοχή της Χαλκιδικής ασκώντας εκτεταμένη βία στον τοπικό πληθυσμό που αρνήθηκε να συμμετάσχει, ενώ εκτέλεσε δια απαγχονισμού τον Γρηγόριο Σενάπαλο επικεφαλής της αντιβενιζελικής στάσεως στον Πολύγυρο. Ακολούθως το 1917 διακρίθηκε στην μάχη του Chemin de Fer όπου ηγήθηκε της Ελληνικής επίθεσης στην πρώτη γραμμή, λαμβάνοντας τον βαθμό του ταγματάρχη μετά από εισήγηση αξιωματικών της Αντάντ.


Έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Ουκρανίας το 1919 αλλά και στην Μικρασιατική εκστρατεία, όπου διακρίθηκε στην μάχη στην περιοχή του Σαλιχλή, στην απελευθέρωση της Φιλαδέλφειας, αλλά και στην συντριβή του κινήματος του Τζαφέρ Ταγιάρ στην Ανατολική Θράκη. Μετά τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 κατά τις οποίες νόθευσε την ψηφοφορία στην μονάδα του αντικαθιστώντας τα αντιβενιζελικά ψηφοδέλτια στις κάλπες με βενιζελικά, εγκατέλειψε την μονάδα του και κατέφυγε με άλλους φανατικούς βενιζελικούς αξιωματικούς στην Κωνσταντινούπολη όπου ίδρυσαν την οργάνωση «Εθνική άμυνα Κωνσταντινούπολης». Η οργάνωση αυτή συντηρούταν οικονομικά από τους Έλληνες ομογενείς της Πόλης και διεξήγαγε σφοδρή προπαγάνδα εναντίον της Ελληνικής κυβέρνησης και υπέρ της επιστροφής του αυτοεξόριστου Βενιζέλου. Τα έντυπα της οργάνωσης ήταν τόσο επιθετικό απέναντι στην Ελληνική κυβέρνηση και τον Βασιλιά, ώστε ο Κεμάλ με αεροπλάνα να ρίπτει αντίτυπα του στις Ελληνικές προφυλακές για να εντείνει την  σύγχυση στο Ελληνικό στρατόπεδο.

Είσοδος στην πολιτική, η επιτυχημένη σταδιοδρομία του στα στρατιωτικά κινήματα (1923-1926)

Αμέσως μετά την κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου και την καταστροφή της Σμύρνης, γνωρίζοντας ότι η πτώση της κυβέρνησης ήταν επικείμενη, ο Κονδύλης αποβιβάστηκε με τους υπόλοιπους Αμυνήτες στην Ραιδεστό με πρόθεση να κηρύξει στρατιωτικό κίνημα για να καταλάβει την εξουσία. Τον πρόλαβε όμως η επανάσταση Πλαστήρα – Γονατά που κηρύχτηκε στην Χίο και στην Λέσβο και αναγκάστηκε να προσχωρήσει σε αυτή. Ακολούθως, αμνηστεύθηκε για την δράση του στην Κωνσταντινούπολη και έλαβε την διοίκηση της μεραρχίας Κρητών στο μέτωπο του Έβρου. Μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάνης (Ιούνιος 1923) απείλησε να μην συμμορφωθεί στους όρους της και για τον λόγο αυτό αποστρατεύτηκε. Όταν έγινε το κίνημα Γαργαλίδη – Λεοναρδόπουλου βρισκόταν συμπτωματικά στην Θεσσαλονίκη όπου ανέλαβε την διοίκηση  των πιστών στην κυβέρνηση στρατευμάτων. Αρχικά συνέτριψε τους αντεπαναστάτες υπό τον Ζήρα στην τοποθεσία Νάρες και ακολούθως μετέφερε σιδηροδρομικώς μια μεραρχία Κρητών σιδηροδρομικώς στην Θήβα και από εκεί στην περιοχή όπου είχαν προωθηθεί τα στρατεύματα των «αντεπαναστατών». Η παρουσία του έδωσε την αριθμητική υπεροχή στον Πλαστήρα και εξανάγκασε τους «αντεπαναστάτες» να παραδοθούν. Για την γρήγορη αυτή επέμβαση, εκτός του βαθμού του υποστράτηγου έλαβε και το προσωνύμιο «Κεραυνός» που θα τον συνοδεύει στα υπόλοιπα χρόνια του πολιτικού του βίου.

Κυβέρνηση Παπαναστασίου (1924)
 Στη συνέχεια ο Κονδύλης στήριξε με πάθος την πτώση της Βασιλείας αποτελώντας μαζί με τους Πάγκαλο και Χατζηκυριάκο το στρατιωτικό σκέλος των οπαδών της αβασίλευτης δημοκρατίας. Στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου 1923 εξελέγη πληρεξούσιος με την «Δημοκρατική Ένωση» και ως αδιάλλακτος αντιβασιλικός έλαβε για πρώτη φορά το χαρτοφυλάκιο του Υπουργείο Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Παπαναστασίου τον Μάρτιο του 1924. Στην ορκωμοσία του ως υπουργός έσπασε το πρωτόκολλο του επίσημου ενδύματος, προσερχόμενος με απλή στολή συνταγματάρχη. Μετά το δημοψήφισμα και την πτώση του Θρόνου, ίδρυσε νέο πολιτικό κόμμα στο οποίο εντάχθηκε μικρή ομάδα πληρεξουσίων, παραιτήθηκε από υπουργός για να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση Παπαναστασίου, ενώ προέβη σε παρασκηνιακές ενέργειες και συνεννοήσεις για την πτώση της. Συνδέθηκε με στενή φιλία με τον βαθύπλουτο εργοστασιάρχη Μποδοσάκη, ο οποίος υπήρξε βασικός χρηματοδότης του στα επόμενα χρόνια.

Τον Οκτώβριο του 1924 ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου και καθώς έβλεπε την μεγάλη φθορά της κυβέρνησης αλλά και του πολιτικού συστήματος στην συνείδηση των πολιτών, τον Μάιο του 1925 δημιούργησε τις παραστρατιωτικές μονάδες των «κυνηγών» ώστε στην πρώτη ευκαιρία να τις χρησιμοποιήσει για να αναλάβει την εξουσία. Όταν έγινε το κίνημα του Παγκάλου τον Ιούνιο του 1925 στην σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον Κουντουριώτη προσφέρθηκε να αναλάβει την Πρωθυπουργία και να χτυπήσει ενόπλως τους στασιαστές κάτι που δεν συνέβη λόγω της επέμβασης του Παπαναστασίου που δεν ήθελε να χυθεί «δημοκρατικό αίμα» στους δρόμους των Αθηνών. Ακολούθως, σε μια από τις πολλές του οβιδιακές μεταμορφώσεις, ο Κονδύλης ως πληρεξούσιος της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης μαζί με όσους των υποστήριζαν, έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Πάγκαλο συντελώντας να νομιμοποιηθεί το στρατιωτικό κίνημα με «κοινοβουλευτικό μανδύα». Τον Φεβρουάριο του 1926 ο Κονδύλης σχεδίασε ένα κίνημα για να ανατρέψει τον Πάγκαλο, αλλά συνελήφθη την τελευταία στιγμή και εκτοπίστηκε στη Σαντορίνη. Απελευθερώθηκε δύο μήνες αργότερα, όταν αποδέχθηκε δημοσίως την εκλογή Πάγκαλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του. Την ίδια στιγμή εξύφαινε νέα συνωμοσία για κίνημα κατά του δικτάτορα με συμμετέχοντες πολλούς κορυφαίους Παγκαλικούς στρατιωτικούς παράγοντες, όπως οι αρχηγοί των δημοκρατικών ταγμάτων Ναπολέων Ζέρβας και Βασίλειος Ντερτιλής, που είχαν απογοητευτεί από την αποτυχημένη διακυβέρνηση του Παγκάλου.

Η πρώτη Πρωθυπουργία και η συμπόρευση με τους «Φιλελευθέρους»(1926-1932)

στο υπουργείο Στρατιωτικών (1926)
Στις 21 Αυγούστου 1926 ο Κονδύλης χάρις τα δημοκρατικά τάγματα πέτυχε στο κίνημα του και συνέτριψε το παγκαλικό καθεστώς σε λίγες ώρες. Η άνοδος του στην εξουσία επικρίθηκε από όλα τα κόμματα και από μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης που ζητούσε επίμονα σχηματισμό Οικουμενικής κυβέρνησης και εκλογές. Στην σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών που ακολούθησε στις 26 Αυγούστου, τα αντίπαλα κόμματα δεν βρήκαν  κοινό τόπο συνεννόησης, και έτσι ο Κουντουριώτης του έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. 

Λίγες ημέρες μετά, στις 9 Σεπτεμβρίου, ο Κονδύλης αποφάσισε την διάλυση των «δημοκρατικών ταγμάτων» που είχαν καταστεί κράτος εν κράτει και ακολούθησε μεγάλη αιματοχυσία στο κέντρο των Αθηνών καθώς και πρωτοφανής λαϊκή εξέγερση από πολίτες όλων των κομμάτων και τάξεων που είχαν βαρεθεί την στρατοκρατία. Μετά τα δραματικά αυτά γεγονότα, ο Κονδύλης δέχτηκε ισχυρές πιέσεις από σύσσωμο τον Τύπο και την κοινή γνώμη και αναγκάστηκε να οδηγήσει τη χώρα σε ανόθευτες εκλογές στις 9 Νοεμβρίου 1926 με απλή αναλογική και αποχή του κόμματος του. Στις επόμενες εκλογές της 19ης Αυγούστου 1928, συμμετείχε με το «Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα» που έλαβε 9 έδρες και ο ίδιος εκλέχθηκε βουλευτής Καβάλας.

Η μεγάλη στροφή στον αντιβενιζελισμό και η Παλινόρθωση (1932-1935)

Πιτσίκας - Κονδύλης - Τσαλδάρης το 1933 στα παραπήγματα
Στις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου 1932 ο Κονδύλης μετονόμασε το κόμμα του σε Εθνικο - ριζοσπαστικό κι έλαβε 6 έδρες, συνεργαζόμενος με το Κόμμα των Φιλελευθέρων, εξελέγη ο ίδιος βουλευτής Τρικάλων. Δεν άργησε να διαπιστώσει την πολιτική φθορά που είχαν υποστεί οι Φιλελεύθεροι και ο Βενιζέλος προσωπικά από την διακυβέρνηση της προηγούμενης τετραετίας και έτσι έκανε τη μεγάλη στροφή και συνεργάστηκε με το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα, λαμβάνοντας το χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου Στρατιωτικών από τον πρωθυπουργό Παναγή Τσαλδάρη τον Οκτώβριο του 1932. Στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933 συνεργάστηκε και πάλι με τους Λαϊκούς, αυξάνοντας τις έδρες του κόμματός του σε 11. Όταν εξερράγη το κίνημα του Πλαστήρα τα ξημερώματα της 6ηςΜαρτίου, βρισκόμενος στην Λάρισα απείλησε τους κινηματίες με αντίποινα και άμεση στρατιωτική επέμβαση με όσα στρατεύματα είχε στην διάθεση του αν δεν κατέθεταν τα όπλα. Ακολούθως στην κυβέρνηση Τσαλδάρη που σχηματίστηκε, ανέλαβε και πάλι το Υπουργείο Στρατιωτικών και σταδιακά ξεκίνησε μια συντονισμένη προσπάθεια παραγκωνισμού των βενιζελικών αξιωματικών που είχαν εδραιώσει την θέση τους μετά το 1923.

Μετά την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου στην Κηφισίας το καλοκαίρι του 1934, βάθυνε το χάσμα εκ νέου μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών. Ο Βενιζέλος, ο εξόριστος Πλαστήρας στην Γαλλία και πολλοί επώνυμοι αξιωματικοί προετοίμασαν ένα στρατιωτικό κίνημα που εκδηλώθηκε την 1η Μαρτίου 1935. Ο Κονδύλης αν και είχε πληροφορίες από μήνες για την συνωμοσία επέτρεψε να εκδηλωθεί το κίνημα, είτε για να το ενστερνιστεί, είτε για να το καταστείλει αναλόγως της δυναμικής του και των εξελίξεων. Οι κινηματίες εκτός από την κατάληψη του στόλου απέτυχαν να επικρατήσουν είτε στην Αθήνα είτε στην Θεσσαλονίκη, έτσι ο Κονδύλης εκδηλώθηκε αποφασιστικά για την καταστολή του κινήματος. Ανακλήθηκε στο στράτευμα με τον βαθμό του αντιστράτηγου και οδήγησε τις κυβερνητικές δυνάμεις σε νικηφόρο προέλαση στην Δυτική Θράκη εναντίον των στρατευμάτων των βενιζελικών κινηματιών υπό τον υποστράτηγο Καμμένο που συνετρίβησαν μέσα σε λίγες ώρες χωρίς να προβάλλουν αντίσταση. Πριν τις συντακτικές εκλογές της 9ης Ιουνίου 1935, ο άλλοτε πρωτεργάτης της έξωσης του Θρόνου από την Ελλάδα, τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της επαναφοράς της βασιλείας. Ο Κονδύλης οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση αναλογιζόμενος την συντριβή των κινηματιών, την λαϊκή μεταστροφή και την απόλυτη πολιτική επικράτηση των αντιβενιζελικών που είχαν πλέον επικρατήσει στον στρατό και στις δημόσιες υπηρεσίες και ζητούσαν να ανταποδώσουν την πολιτική καταπίεση που είχαν δεχθεί την προηγούμενη δεκαετία.

Κονδύλης με Ρέππα, Οικονόμου και Παπάγο 
Ακολούθησε μια περίοδος μεγάλης εσωστρέφειας της αντιβενιζελικής παράταξης καθώς υπήρχε εντός αυτής μια μετριοπαθή πτέρυγα υπό τον Πρωθυπουργό Τσαλδάρη που είτε ήθελε να ματαιώσει είτε να αναβάλλει την Παλινόρθωση. Ο στρατός όμως που είχε στις τάξεις του πλέον μόνο αντιβενιζελικούς αξιωματικούς συνεννοήθηκε με τον Κονδύλη και στις 10 Οκτωβρίου 1935 οι διοικητές των τριών όπλων Παπάγος, Ρέππας  και Οικονόμου εμπόδισαν τον Τσαλδάρη να μεταβεί στην βουλή και τον εξανάγκασαν σε παραίτηση. Χάρις την στρατιωτική αυτή επέμβαση, ο Κονδύλης σχημάτισε κυβέρνηση κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα με μειοψηφικό ψήφισμα της Ε΄ Εθνοσυνέλευσης και κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο. Η 45ημερη διακυβέρνηση του Κονδύλη δεν ήταν παρά μια ατελείωτη σειρά διαταγμάτων που απένειμαν συντάξεις σε στρατιωτικούς, ανάπηρους πολέμου, οπλαρχηγούς του Μακεδονικού Αγώνα και αδικημένους στρατιωτικούς της δεκαετούς πολεμικής εξόρμησης. Ακολούθως εκδίωξε τον Ζαΐμη από πρόεδρο της δημοκρατίας, αυτοανακηρύχθηκε αντιβασιλιάς και στις 3 Νοεμβρίου διενήργησε ένα ολοφάνερα νόθο δημοψήφισμα, στο οποίο το 97,8% των ψηφοφόρων τάχθηκε υπέρ της βασιλείας. Η έλευση του βασιλιά Γεώργιου στις 25 Νοεμβρίου 1935 στο Φάληρο υποτίθεται ότι ήταν η ολοκληρωτική δικαίωση της πολιτικής του την τελευταία τριετία, όμως τελικά αποδείχθηκε το ακριβώς αντίθετο. Ο Βασιλιάς Γεώργιος επιθυμούσε την λήθη και την συνεννόηση με τους βενιζελικούς και τον Βενιζέλο προσωπικά, εξέφρασε την θέληση του να αμνηστευθούν οι κινηματίες του 1935 και οδήγησε τον Κονδύλη σε παραίτηση στις 30 Νοεμβρίου 1936.

Το απροσδόκητο τέλος – σύντομη αποτίμηση

Στις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936 ο Κονδύλης συνέπραξε με την αντιβενιζελική «Λαϊκή Ριζοσπαστική Ένωση» (Ι. Θεοτόκης, Ι. Ράλλης κ.ά) των φανατικών βασιλοφρόνων και εξέλεξαν συνολικά 60 βουλευτές. Λίγες μέρες αργότερα, στις 31 Ιανουαρίου, ο Κονδύλης πέθανε από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 57 ετών.

Ο Κονδύλης υπήρξε ένας αυτοδημιούργητος σκληροτράχηλος αρχικά αξιωματικός μετέπειτα πολιτικός με ιδιαίτερη διαίσθηση των κοινωνικών αιτημάτων και διεργασιών, καθώς ο ίδιος προερχόταν από την κατώτερη κοινωνικά βαθμίδα. Ευφυής, εύστροφος, οξύνους με διορατικότητα και ισχυρή κρίση, ζύγιζε επιδέξια ανθρώπους και καταστάσεις. Ρεαλιστής μέχρι ωμότητας, προσγειωμένος, πατούσε πάντα γερά στο έδαφος, ποτέ δεν έχανε την επαφή με τις μάζες και το κοινό αίσθημα του λαού. Διέκρινε από μακριά τις «χαμένες υποθέσεις», άρπαζε γερά τις εμφανιζόμενες ευκαιρίες, υπήρξε αδυσώπητος στους εχθρούς του, γενναιόδωρος στους οπαδούς του. Αναδείχθηκε μέσα από τις συνεχείς επεμβάσεις του στρατού στην πολιτική, στις οποίες κατάφερνε πάντα να βρίσκεται στο πλευρό του νικητή.

Πηγές

Θεμιστοκλής Ζαφειρόπουλος, Ο Γεώργιος Κονδύλης και η εποχή του, Αθήνα 1984

Δαφνής Γρηγόριος, η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων (τόμοι Α΄+Β΄), εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1997

Βερέμης Θάνος, ο στρατός στην Ελληνική πολιτική, εκδόσεις Κούριερ εκδοτική, Αθήνα 2000

Μερκούρης Σταμάτης, ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ «ο κεραυνός» 1879-1936, εκδόσεις Αφοί Κυριακίδη

Γκλέτσος Κωνσταντίνος, Γεώργιος Κονδύλης (1879-1936), άρθρο στην εφημερίδα  «Απογευματινή» 


Κούκουνας Δημοσθένης, Οι Έλληνες πολιτικοί (ιστορικό βιογραφικό λεξικό τόμος Β΄ 926-1949), εκδόσεις Historia, Αθήνα 2015
istorikathemata.com

Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2017

Σοφία Παλαιολογίνα: Η γυναίκα που οικοδόμησε την ρωσική αυτοκρατορία

Σοφία Παλαιολογίνα: Η γυναίκα που οικοδόμησε την ρωσική αυτοκρατορία

Η ανιψιά του τελευταίου Παλαιολόγου - πρώτη τσαρίνα, θεμελίωσε το ρωσικό κράτος πάνω στην Ορθοδοξία και στη βυζαντινή παράδοση.

Ήταν στα μέσα του 15ο αιώνα όταν μια 17χρονη πορφυρογέννητη του Βυζαντίου, άφηνε πίσω της την Πόλη των Πόλεων, την ώρα που η Βασιλεύουσα βυθιζόταν στο σκοτάδι από τους Οθωμανούς, για να μεταλαμπαδεύσει το πνεύμα μιας Αυτοκρατορίας που έδυε, σε μιαν άλλη Αυτοκρατορία που μόλις είχε αρχίσει να ανατέλλει.
Την παραμυθένια ζωή της και την περιπετειώδη διαδρομή της, από τους μισοφωτισμένους διαδρόμους της παπικής Εκκλησίας μέχρι τις παγωμένες ρωσικές στέπες και από την «μυστική αποστολή» που κρυβόταν πίσω από τον αρραβώνα της με το Δούκα της Μόσχας, μέχρι την μυστηριώδη συλλογή βιβλίων που μετέφερε από την Κωνσταντινούπολη και τα ίχνη της αναζητούνται ακόμη και σήμερα, μας γνώρισε ο Γιώργος Λεονάρδος, δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου " Σοφία Παλαιολογίνα- Από το Βυζάντιο στη Ρωσία", όπως και πολλών άλλων ιστορικών μυθιστορημάτων.
Венчание великого князя Ивана III с греческой царевной Софьей
Στη Ρωσία θα γυριστεί ταινία για τη Σοφία Παλαιολογίνα
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με την ευκαιρία ρωσικής κινηματογραφικής παραγωγής με θέμα την ζωή της Σοφίας Παλαιολογίνας ο κ. Λεονάρδος επισημαίνει την πολυδιάστατη προσωπικότητα της νεαρής, πρακτικής και φιλόδοξης αυτής γυναίκας που ενέπνευσε τον σύζυγο της στη δημιουργία της ισχυρής Ρωσίας, ενώ ως τσαρίνα η ίδια σφράγισε τον θεσμό της μοναρχίας στη χώρα της απολαμβάνοντας το σεβασμό ακόμη και του Στάλιν, σχεδόν πέντε αιώνες μετά το θάνατο της.
Η γυναίκα αυτή σφράγισε τη μεσαιωνική πολιτική και πολιτιστική Ιστορία της Ρωσίας, γεγονός που αναγνωρίζουν ακόμη και σήμερα οι Ρώσοι.
Με δημοσιογραφικούς τίτλους μας δίνει το στίγμα της ταυτότητας της ο γνωστός συγγραφέας: «Η Σοφία ήταν η ανιψιά του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Κωνσταντίνου και κόρη του Θωμά Παλαιολόγου. Βαπτίσθηκε στον Μυστρά με το χριστιανικό όνομα Ζωή, και το 1460 όταν καταλήφθηκε η Πελοπόννησος από τους Τούρκους, η Ζωή μαζί με τους γονείς της και τα δύο αδέλφια της, αναχώρησε για την Κέρκυρα. Με την μεσολάβηση του Έλληνα Βησσαρίωνα, που είχε ήδη γίνει στη Ρώμη καθολικός καρδινάλιος, η Ζωή με τον πατέρα της και τα αδέλφια της, μεταβαίνει στη Ρώμη. Μετά τον πρόωρο θάνατο των γονιών της, ο Βησσαρίωνας αναλαμβάνει την κηδεμονία των τριών παιδιών, τα οποία ασπάζονται το καθολικό δόγμα. Η ζωή της όμως αλλάζει όταν Πάπας εκλέγεται ο Παύλος ο Β', ο οποίος θέλησε να προωθήσει έναν διπλωματικό γάμο για τη Ζωή. Της προξένεψαν τον Δούκα της Μόσχας, Ιβάν τον Γ', με στόχο να προσηλυτισθούν οι ορθόδοξοι Ρώσοι στον καθολικισμό. Καθώς η Ζωή ήταν από βυζαντινή αυτοκρατορική γενιά, ο Πάπας Παύλος την έστειλε στη Ρωσία ως κληρονόμο του Βυζαντίου, το οποίο είχε ήδη πέσει στα χέρια των Τούρκων. Πρώτος σταθμός, μετά την Ρώμη, ήταν η ρωσική πόλη Πσκοφ, όπου η νεαρή τότε κοπέλα, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τον ρωσικό λαό».

© Sputnik/Valentin Cheredintsev
Ο συγγραφέας του βιβλίου, θεωρεί κομβικό σημείο για τη ζωή της νεαρής κοπέλας την είσοδο της στην εκκλησία της πόλης: «εντυπωσιάσθηκε και παρότι είχε συνέχεια δίπλα της τον παπικό λεγάτο, ο οποίος την παρακολουθούσε, ασπάσθηκε την Ορθοδοξία, αγνοώντας τη θέληση του Πάπα. Στις 12 Νοεμβρίου του 1472, η Ζωή έγινε η δεύτερη σύζυγος του Δούκα της Μόσχας Ιβάν Γ', και έλαβε το όνομα Σοφία, ένα καθ' αυτό βυζαντινό όνομα».
Από την στιγμή εκείνη ξεκινά η λαμπρή πορεία της στην παγωμένη εκείνη χώρα, διηγείται ο κ.Λεονάρδος: «Η Σοφία έχοντας έντονο το θρησκευτικό συναίσθημα, πίεζε τον Ιβάν να απαλλαγεί από τον ζυγό των Τατάρων, καθώς τότε η Ρωσία ήταν υποτελής τους. Όντως, ο Ιβάν απελευθέρωσε την χώρα του και συνένωσε τα διάφορα ανεξάρτητα δουκάτα και πριγκιπάτα, κάτω από την εξουσία του».
© Sputnik/Balabanov
Η συμβολή της Σοφίας στη χώρα είναι πολλή μεγάλη, καθώς, όπως εξηγεί ο συγγραφέας, «εκείνη εισήγαγε το βυζαντινό τυπικό στη ρωσική αυλή, ενώ συνέβαλε στο στήσιμο του ρωσικού κράτους».
«Καθώς η Σοφία ήταν η μοναδική διάδοχος του Βυζαντίου, ο Ιβάν θεώρησε οτι κληρονομεί τον θρόνο του, έτσι, υιοθέτησε το κίτρινο χρώμα των Παλαιολόγων και τον δικέφαλο αετό του Βυζαντίου, ο οποίος υπήρχε μέχρι την επανάσταση του 1917 και επανήλθε μετά την κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος. Ο Ιβάν ονόμασε την Μόσχα, Τρίτη Ρώμη. Επίσης, επειδή οι γιοι των βυζαντινών αυτοκρατόρων λάμβαναν το όνομα του Καίσαρα, έτσι και ο Ιβάν πήρε τον αυτόν τον τίτλο, που στα ρωσικά είναι Τσαρ (τσάρος). Χάρις επίσης στην βυζαντινή κληρονομιά της Σοφίας, ο Ιβάν προβίβασε την αρχιεπισκοπή της Μόσχας σε Πατριαρχείο, με το σκεπτικό οτι πρώτο Πατριαρχείο δεν είναι η τουρκοκρατούμενη πλέον Κωνσταντινούπολη, αλλά η Μόσχα».
© Sputnik/Alexey Filippov
Σύμφωνα πάντα με τον συγγραφέα, Γ.Λεονάρδο, «η Σοφία ήταν η πρώτη που ίδρυσε στη Ρωσία, στα πρότυπα της Κωνσταντινούπολης, μυστικές υπηρεσίες, προάγγελο της τσαρικής Οχράνα και της σοβιετικής ΚΑ-ΓΚΕ-ΜΠΕ. Τη συμβολή της αυτή αναγνωρίζουν μέχρι και σήμερα οι Ρωσικές αρχές, όπως αντικατοπτρίζεται και στη δήλωση του τέως διευθυντή της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας, Αλεξέϊ Πατρούσεφ, την Ημέρα των Σωμάτων Ασφαλείας, στις 19/12/2007, οτι η χώρα τιμά τη Σοφία για την προσφορά της, καθώς προστάτευσε τη Ρωσία από τους εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς».
Σ' αυτήν επίσης, «οφείλεται η αλλαγή της όψης της Μόσχας, καθώς εκείνη έφερε ιταλούς και βυζαντινούς τεχνίτες, οι οποίοι έχτιζαν πέτρινα πλέον κτήρια, ναούς, όπως τον ναό του Αρχάγγελου Μιχαήλ, μέσα στο Κρεμλίνο, αλλά και τα τείχη του Κρεμλίνου, όπως υπάρχουν και σήμερα. Η Σοφία μάλιστα ανοικοδόμησε το ανάκτορο, στο οποίο και σήμερα υποδέχονται οι Ρώσοι πρόεδροι τους ξένους ηγέτες που επισκέπτονται την Μόσχα, την περίφημη Χρυσή Αίθουσα. Στα πρότυπα επίσης του Βυζαντίου, έβαλε και έσκαψαν από κάτω όλο το Κρεμλίνο, ώστε να υπάρχει δρόμος διαφυγής».
© Sputnik/Sergey Pyatakov
«Από το 1472, που πήγε η Σοφία στη Ρωσία, ξεκινά η ιστορία του σύγχρονου —τσαρικού κράτους. Οι Ρώσοι τότε λόγω κλίματος, δεν καλλιεργούσαν, ήταν μόνο κυνηγοί. Η Σοφία τους έπεισε να καλλιεργήσουν τα χωράφια που είχαν, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση του αγροτικής οικονομίας, σε όλη τη διάρκεια της τσαρικής διακυβέρνησης».
«Η Σοφία ήταν σεβαστή ακόμα και από το σοβιετικό καθεστώς», καθώς, σύμφωνα με τον κ. Λεονάρδο, «όταν οι σοβιετικοί γκρέμισαν το μοναστήρι της Αναλήψεως, που βρίσκεται στο Κρεμλίνο, μέσα στο οποίο φυλάσσονταν τα λείψανα των τσαρίνων, τα οστά της όχι μόνο δεν πετάχτηκαν, αλλά με εντολή του Στάλιν, φυλάχθηκαν στην σαρκοφάγο τους η οποία μεταφέρθηκε στον Αγιο Μιχαήλ».
Ο Γ. Λεονάρδος αναφέρει οτι η Σοφία έφερε από την τουρκοκρατούμενη Πόλη εξήντα (60) κάρα γεμάτα βιβλία, σπάνιους θησαυρούς, τα οποία φυλάχθηκαν σε υπόγειες στοές του Κρεμλίνου και αναζητώνται μέχρι σήμερα.
«Υπάρχουν γραπτές αναφορές», λέει ο κ. Λεονάρδος, «για την ύπαρξη αυτών των βιβλίων, τα οποία οι Δυτικοί ζητούσαν από τον εγγονό της Ιβάν τον Τρομερό να τους τα πουλήσει, κάτι το οποίο φυσικά αυτός δεν έκανε. Σήμερα υπάρχει μία εταιρία στη Ρωσία, έργο της οποίας είναι η ανακάλυψη αυτών των βιβλίων».
Η Σοφία Παλαιολογίνα άφησε την τελευταία της πνοή στις 7 Απριλίου του 1503, σε ηλικία 48 ετών. Για πρώτη φορά στα χρονικά της ρωσικής κοινωνίας αποδόθηκαν τιμές σε μία γυναίκα, έστω και σύζυγο τσάρου.
Εγγονός της ήταν ο Ιβάν Δ' ο Τρομέρος, ενώ ο σύζυγός της, Ιβάν Γ΄, ήταν ο πρώτος στη ρωσική ιστορία που ονομάσθηκε Μέγας, λόγω του έργου που πραγματοποίησε συνεπικουρούμενος από την Σοφία Παλαιολογίνα.
© Sputnik/Vladimir Fedorenko
«Η Σοφία μεταλαμπάδευσε τη Βυζαντινή αυτοκρατορία σε μία αναδυόμενη αυτοκρατορία, τη Ρωσική. Ήταν εκείνη που έχτισε το ρωσικό κράτος, μετέφερε το βυζαντινό τυπικό, και γενικά εμπλούτισε τη ρωσική δομή και κοινωνία. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν στη Ρωσία ονόματα που παραπέμπουν στο Βυζάντιο, συνήθως τελειώνουν σε —οφ», επισημαίνει στη συνομιλία μας ο κ.Λεονάρδος.
Όσον αφορά στην εικόνα της ο Γ. Λεονάρδος μας πληροφορεί ότι «δεν υπάρχουν πορτρέτα της, όμως, επί κομμουνιστικού καθεστώτος, επιστήμονες με τεχνικές ανασυγκρότησαν το πρόσωπο της από τα κόκκαλα. Έτσι έγινε η προτομή της που υπάρχει στην είσοδο του Μουσείου Ρωσικής Ιστορίας, διπλα στο Κρεμλίνο».
«Η κληρονομιά της Σοφίας είναι η Ρωσία…..», λέει επιγραμματικά ο συγγραφέας.

greece-russia2016

Φτωχοποίηση και κάποιες διαπιστώσεις...

Οκ... Και να το ήθελες να πεις κανά δυό καλές κουβέντες δεν σου βγαίνουν ρε αδερφέ... Από την δεύτερη τετραετία και μετά το πράγμα χάλασε! Α...