Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2018

Υπόθεση Μέρτεν

Η Υπόθεση Μέρτεν, που συγκλόνισε την πολιτική ζωή της Ελλάδας, βρισκόταν κατά διαστήματα στην επικαιρότητα, επί μία τετραετία και συγκεκριμένα από το 1957 μέχρι το 1960. Η υπόθεση αφορούσε τον Μαξ Μέρτεν, αξιωματικό των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων, ο οποίος κατηγορήθηκε για εγκλήματα πολέμου.
Ο Μαξ Μέρτεν (8 Σεπτεμβρίου 1911 - 21 Σεπτεμβρίου 1971) ήταν Γερμανός ανώτατος εισαγγελέας της Ναζιστικής Γερμανίας που έφερε τον βαθμό του λοχαγού. Καταγόταν από το Βερολίνο και είχε νυμφευθεί την κόρη του Ούγγρου προξένου στο Βερολίνο. Κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε στη Σερβία και την Ελλάδα ως ανώτερος δικαστικός σύμβουλος των εκεί γερμανικών στρατιωτικών διοικήσεων (Κομαντατούρ), ενώ η σύζυγός του διέμενε μόνιμα στη Βουδαπέστη, όπου για πολύ καιρό υπήρξε ιδιαιτέρα γραμματεύς του υφυπουργού δικαιοσύνης Ρόλαντ Φράυσλερ.
Στην Ελλάδα ήλθε τον Απρίλιο του 1942, ένα χρόνο μετά τη γερμανική εισβολή, συνοδευόμενος από τον υπασπιστή του, Μάισνερ, με τον οποίο και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκητη διετία 1942-1944, όπου και ανέλαβε τη γενική εποπτεία της δίωξης των Εβραίων της Μακεδονίας, σύμφωνα με την από 7 Ιουλίου 1942 σχετική διαταγή της Κομαντατούρ «περί μέτρων κατά των Εβραίων και των περιουσιών αυτών», αντικαθιστώντας σε πολλές των περιπτώσεων και τον ανώτερο στρατιωτικό διοικητή Μακεδονίας και Αιγαίου.
Θεωρούνταν ο κύριος υπεύθυνος της γενοκτονίας των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, διατάσσοντας τη μεταφορά περίπου 45.000 ατόμων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς, καθώς και την ευθύνη της λεηλασίας των περιουσιών τους, μέχρι και τυμβωρυχίας του εβραϊκού νεκροταφείου, που υπολογίσθηκε ότι ξεπερνούσαν σε αξία το τεράστιο για την εποχή εκείνη ποσό των 125.000.000 χρυσών φράγκων. Εξ αυτών και αποκαλούνταν «Δήμιος της Θεσσαλονίκης» ή «Χασάπης της Θεσσαλονίκης».
Μετά τη λήξη του πολέμου ο Μέρτεν συνελήφθη από τους Αμερικανούς στην κατεχόμενη Γερμανία. Το 1946 οι Αμερικανοί πρότειναν την παράδοσή του στις ελληνικές αρχές, στα πλαίσια της συμφωνίας που οι Σύμμαχοι είχαν υπογράψει το 1943 για την παράδοση των εγκληματιών πολέμου στις χώρες διάπραξης των εγκλημάτων τους. Η ελληνική πλευρά δια του Έλληνα στρατιωτικού ακολούθου στο Βερολίνο, στρατηγού Ανδρέα Υψηλάντη, πρότεινε την απελευθέρωσή του λόγω της άμεμπτης συμπεριφοράς του και των ανεκτίμητων υπηρεσιών του προς την Ελλάδα.
Έτσι άρχισε μια νέα καριέρα στη μεταπολεμική Γερμανία, εργαζόμενος στο Γερμανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης. Αναμίχθηκε στην πολιτική και μαζί με τον Γκούσταβ Χάινεμαν, τον κατοπινό πρόεδρο της Δυτικής Γερμανίας, ίδρυσε πολιτικό κόμμα αντιπολιτευτικό του Κόνραντ Αντενάουερ για την αποδοχή της μονιμότητας του χωρισμού της Γερμανίας.[1]
H υπόθεση Μέρτεν ξεκίνησε τον Μάιο του 1957 όταν ο Γερμανός εγκληματίας, με τη συναίσθηση ότι ήταν απολύτως ασφαλής, έφθασε στην Ελλάδα και προσήλθε στο Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου στην Αθήνα, για να εξεταστεί ως μάρτυς υπερασπίσεως του συμπατριώτη του, επίσης εγκληματία πολέμου, Αρθούρου Μάισνερ[2] και μάλιστα όχι ως απλός ιδιώτης αλλά με την επίσημη ιδιότητα υψηλόβαθμου στελέχους του υπουργείου Δικαιοσύνης της Δυτικής Γερμανίας, κατέχοντας θέση Γενικού Γραμματέα. Για τις κατηγορίες εναντίον του ποτέ δεν είχε συλληφθεί προκειμένου να προσαχθεί στο Δικαστήριο εγκλημάτων πολέμου παρότι εκκρεμούσε σε βάρος του ένταλμα σύλληψης από το 1946.
Ο αρμόδιος δικαστικός άκουσε κατάπληκτος το όνομα του Μέρτεν. Δεν έχασε όμως την ψυχραιμία του και δεν πρόδωσε τη συγκίνησή του. Βγήκε με κάποιο πρόσχημα από το γραφείο του και τηλεφώνησε στον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ανδρέα Τούση, προϊστάμενο του Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου. Ο Τούσης έδρασε κεραυνοβόλα. Ειδοποίησε την αστυνομία και διέταξε να συλληφθεί αμέσως ο αλλοδαπός, που εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στο γραφείο του ανακριτού. Η διαταγή του εξετελέσθη και ο Μέρτεν διεπίστωσε ότι ήταν κρατούμενος. Μέσα στο κελί του, ο Μέρτεν εργαζόταν διαρκώς. Εφοδιάστηκε με έγγραφα, δεχόταν επισκέψεις Γερμανών διπλωματών και πρότεινε μάρτυρες. Μεταξύ των μαρτύρων αυτών ήταν ο τότε υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Γεώργιος Θεμελής και η σύζυγος του υπουργού Εσωτερικών Δημήτριου Μακρή, Δοξούλα Λεοντίδου-Μακρή.
Το παραπεμπτικό βούλευμα για τον Μέρτεν εκδόθηκε το Μάρτιο του 1958 και ο προσδιορισμός της δίκης έγινε λίγο προτού η κυβέρνηση της Ε.Ρ.Ε. φέρει στη Βουλή των Ελλήνων το νομοσχέδιο περί "αναστολής διώξεων" των Γερμανών εγκληματιών πολέμου. Παρά το γεγονός ότι το νομοσχέδιο εξαιρούσε τον Μέρτεν από το ευεργέτημα, έγινε φανερό και καταγγέλθηκε στη Βουλή ότι αποτελούσε το πρώτο βήμα για την απόλυση του Μέρτεν. Η υπεράσπιση του παλαιού ναζί επεκαλέσθη επανειλημμένως τον νόμο αυτό, για να αποδείξει ότι για την ελληνική κυβέρνηση δεν υπήρχε θέμα εγκληματιών πολέμου και ότι εν πάση περιπτώσει θα ήταν άδικη μία κατ' εξαίρεση "σκληρή μεταχείριση" του Μέρτεν, απλώς και μόνο επειδή είχε την "ατυχία" να συλληφθεί στην Ελλάδα.
Σχεδόν αμέσως με την προφυλάκιση του Μέρτεν, ξεκίνησε μία σειρά πολυάριθμων τότε παραστάσεων και διαβημάτων του Γερμανού πρέσβη στην Αθήνα στο Υπουργείο Εξωτερικών και Δικαιοσύνης που ζητούσε την άμεση αποφυλάκιση του Μέρτεν. Στην απολογία του ο Μαξ Μέρτεν υποστήριξε αντί των κατηγοριών ότι ο λόγος που επισκέφθηκε την Ελλάδα δεν ήταν άλλος από το να συναντήσει παλιούς του φίλους από την κατοχή.
Η τότε ελληνική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην αρχή έδειξε αμήχανη και στη συνέχεια να υποχωρεί στις πιέσεις, μέσω πρέσβη, του καγκελάριου Κόνραντ Αντενάουερ, καθώς σε λίγο χρόνο (Φθινόπωρο 1958) αναμενόταν και η σύναψη δανείου της Ελλάδος ύψους 200 εκατομμυρίων μάρκων[3].
Η ιστορία πήρε διαστάσεις όταν αρχές Νοεμβρίου του 1958, ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ πραγματοποίησαν επίσημη επίσκεψη στη Βόννη, επιδιώκοντας κυρίως να εξασφαλίσουν πιστώσεις από τη Δυτική Γερμανία για έργα υποδομής. Οι Δυτικογερμανοί ηγέτες ενδιαφέρονταν για τη διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου στην Ελλάδα και για την εξάπλωση της οικονομικής επιρροής της Δυτικής Γερμανίας στη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Φαίνεται όμως ότι ενδιαφέρονταν και για κάτι άλλο ακόμη: να σταματήσει η δίωξη των εγκληματιών πολέμου στην Ελλάδα, ώστε παράγοντες της οικονομικής και πολιτικής ζωής της Δυτικής Γερμανίας που βαρύνονταν με εγκλήματα ή είχαν εντάλματα για την κατοχική δράση τους στην Ελλάδα, να μπορούσαν ανενόχλητα να έρχονται και να φεύγουν. Πράγματι, στις 13 Νοεμβρίουτου 1958, υπογράφτηκε γερμανοελληνική οικονομική συμφωνία σε μυστικό παράρτημα της οποίας «ο Καραμανλής υποσχέθηκε στον Γερμανό Καγκελάριο Αντενάουερ ότι η Ελλάδα θα ανέστελλε όλες τις διώξεις και θα παρέδιδε τον Μέρτεν στη Γερμανία»[4].
Λίγες μέρες μετά την επιστροφή από τη Βόννη των Καραμανλή-Αβέρωφ, ο αρχηγός της Δημοκρατικής Ενώσεως Ηλίας Τσιριμώκος ζήτησε από τον πρόεδρο της Βουλής να συζητηθεί το θέμα Μέρτεν. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι υπήρχαν πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε αναλάβει την υποχρέωση απέναντι στη δυτικογερμανική κυβέρνηση, να απελευθερώσει τον δήμιο της Θεσσαλονίκης Μαξ Μέρτεν.
Η πληροφορία προκάλεσε εντύπωση και έξαψη ιδιαίτερα στην Αριστερά. Στα τέλη Ιανουαρίου του 1959, η κυβέρνηση Καραμανλή έφερε για συζήτηση στη Βουλή νομοσχέδιο «Περί τροποποιήσεως της νομοθεσίας για τα εγκλήματα Πολέμου», σύμφωνα με το οποίο οριζόταν ότι «αναστέλλεται αυτοδικαίως και χωρίς να απαιτείται απόφασις τις δικαστηρίου, πάσα δίωξις Γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματιών πολέμου, καθώς και η εκτέλεσις πάσης ποινής ή το υπόλοιπον ταύτης». Υπουργός Δικαιοσύνης στην Ελλάδα τότε ήταν ο Κωνσταντίνος Καλλίας που δήλωσε «πρέπει να παραμεριστούν τα εμπόδια δια την ανάπτυξιν των σχέσεών μας με την Δυτικήν Γερμανίαν», και χαρακτήρισε την ψήφιση του νόμου ως μία πολιτικής πράξης σκοπίμου[5].
Αναφορές στο νομικό εκείνο έκτρωμα δημοσίευσαν πολλές ευρωπαϊκές εφημερίδες και περιοδικά, ενώ οι Times λοιδορώντας την Ελλάδα έγραφαν «Η Ελλάς αμνηστεύει τους σφαγείς της». Αλλά και στο εσωτερικό οι αντιδράσεις πολλών βουλευτών ήταν επίσης έντονες, ιδιαίτερα του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, του Ηλία Τσιριμώκου και του Σταύρου Ηλιόπουλου[6]που κατηγόρησαν την κυβέρνηση για υποχώρηση και ενδοτικότητα.
Στο δε ξεσηκωμό των Καλαβρυτινών σχετικά με τον νόμο ο τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Κανελλόπουλος δήλωσε από το βήμα της Βουλής: «κατέχομαι υπό βαθείας ευλαβείας έναντι των θυμάτων των Καλαβρύτων, αλλά αι σφαγαί εκεί προεκλήθησαν ως αντίποινα δια φόνους Γερμανών και μάλιστα αιχμαλώτων…», δηλώσεις που προκάλεσαν δυσφορία και οργή[7]. Συνέπεια όλων αυτών ήταν τελικά το διάταγμα αυτό να καταψηφιστεί απ΄ όλη την αξιωματική αντιπολίτευση που διαμαρτυρόταν για την απαράδεκτη μεθόδευση.
Ο εισηγητής της πλειοψηφίας Παπαρρηγόπουλος δήλωσε ότι στην περίπτωση Μέρτεν θα γινόταν εξαίρεση και ο Γερμανός ναζί θα έμενε στη δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων. Όπως αποδείχθηκε, επρόκειτο για μία παραπλανητική κίνηση προκειμένου η κυβέρνηση να κατευνάσει την οργή της αντιπολιτεύσεως.Τελικά η δίκη του Μαξ Μέρτεν ξεκίνησε στις 11 Φεβρουαρίου του 1959 στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκλημάτων Πολέμου στην Αθήνα στο οποίο προέδρευε ο συνταγματάρχης Κοκορέτσας, ο οποίος είχε αποκλείσει τους πολιτικώς ενάγοντες για να αποφευχθεί κάθε πολιτικοποίηση του ζητήματος[8]. Ο Μέρτεν προσήλθε στο δικαστήριο γελαστός και σε ερώτηση των δημοσιογράφων γιατί ήλθε στην Ελλάδα αφού γνώριζε ότι σε βάρος του εκκρεμούσε ένταλμα συλλήψεως από το 1946, απήντησε ότι κατείχε έγγραφο από το οποίο προέκυπτε ότι το 1947 έλαβε διαβεβαίωση της ελληνικής στρατιωτικής αποστολής στο Βερολίνο, ότι ουδεμία κατηγορία είχε διατυπωθεί σε βάρος του στην Ελλάδα.
Η δίκη διήρκεσε περισσότερες από 20 ημέρες και είχε προκαλέσει το διεθνές ενδιαφέρον. Την παρακολούθησαν κυρίως Εβραίοι, πολλοί ξένοι ανταποκριτές μέσων ενημέρωσης, όπως και πολλοί νομομαθείς. Στις 5 Μαρτίου του 1959 ο πρόεδρος ανακοίνωσε την ετυμηγορία της ενοχής του Μαξ Μέρτεν βάσει της οποίας του καταδικάστηκε σε 25 χρόνια κάθειρξη, κατά συγχώνευση, για παράνομες φυλακίσεις και εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης Ελλήνων και Ισραηλιτών, φόνους και θάνατο από ασιτία Ισραηλιτών, τρομοκράτηση σε βάρος 56.000 Ισραηλιτών, καταστροφή του Εβραϊκού νεκροταφείου της Θεσσαλονίκης, εκτοπίσεις 40.000 Εβραίων σε γερμανικά στρατόπεδα κ.λπ.[9].
Το φθινόπωρο του 1959 η υπόθεση Μέρτεν ήλθε και πάλι στην επικαιρότητα με το νομοσχέδιο που κατέθεσε η κυβέρνηση της Ε.Ρ.Ε., με το οποίο γινόταν τροποποίηση του προηγούμενου σχετικού νόμου και επιτρεπόταν η αποφυλάκιση των εγκληματιών πολέμου που είχαν ήδη καταδικαστεί και εκρατούντο σε ελληνικές φυλακές. Ακολούθησε θυελλώδης συζήτηση στη Βουλή. Κάτω από τον καταιγισμό πυρών Ε.Δ.Α. και Δημοκρατικής Ενώσεως, η κυβέρνηση δια του αντιπροέδρου της, Παναγιώτη Κανελλόπουλου, απήντησε ότι η Ε.Ρ.Ε. είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στη "σημερινή Γερμανία" και ότι ο μόνος εγκληματίας πολέμου που βρισκόταν σε ελληνικές φυλακές, ο Μέρτεν, έπρεπε να απελαθεί και να παραδοθεί στη χώρα του.
Τελικά το νομοσχέδιο ψηφίστηκε[10] και στις 5 Νοεμβρίου του 1959 ο Μέρτεν αποφυλακίστηκε και απελάθηκε από την Ελλάδα [11][12].
Ευθύς μετά την άφιξή του στη Δυτική Γερμανία συνελήφθη με ένταλμα των γερμανικών δικαστικών αρχών και δικάστηκε στο Βερολίνο. Ο ανακριτής αποφάσισε να παραμείνει ελεύθερος με τον όρο να παρουσιάζεται στην αστυνομία δύο φορές την εβδομάδα[13].
Στις 28 Σεπτεμβρίου του 1960, η γερμανική εφημερίδα Ηχώ του Αμβούργου και το περιοδικό Der Spiegel δημοσίευσαν αφηγήσεις του Μαξ Μέρτεν, σύμφωνα με τις οποίες ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Εσωτερικών Δημήτρης Μακρής και η σύζυγός του, Δοξούλα, ήταν "έμμισθοι πληροφοριοδότες των γερμανικών αρχών Κατοχής και για τις πολύτιμες πληροφορίες που είχαν δώσει, σχετικά με την Αντίσταση, πήραν ανταμοιβή από τις κατασχεμένες περιουσίες των Εβραίων".
Τα δημοσιεύματα των γερμανικών εντύπων αναδημοσιεύτηκαν από τον αθηναϊκό τύπο και προκάλεσαν σάλο στην Ελλάδα. Το θέμα απασχόλησε και τη Βουλή, με την κυβέρνηση να δέχεται έντονα πυρά από κόμματα της αντιπολίτευσης[11][14][15]. Η κυβέρνηση διέψευσε κατηγορηματικά τον Μέρτεν και έκανε έντονα διαβήματα στη Βόννη. Η δυτικογερμανική κυβέρνηση, με ανακοίνωσή της, εξέφρασε τη λύπη της για τα δημοσιεύματα. Η ελληνική πρεσβεία της Βόννης, με ανακοίνωσή της, χαρακτήρισε τα δημοσιεύματα "τερατουργήματα, τα οποία, εάν δεν εξυπηρετούν συγκεκριμένον δόλιον σκοπόν, αποτελούν αποκυήματα νοσηρού εγκεφάλου". Στην ανακοίνωση του Έλληνα πρεσβευτή τονιζόταν ακόμη ότι το μέγεθος του ψεύδους των πληροφοριών προέκυπτε και μόνο από 4 στοιχεία:
1. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αντιθέτως προς τους ισχυρισμούς των εντύπων, καθ' όλο το διάστημα της Κατοχής, ουδέποτε βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη.
2. Τον υπουργόν Εσωτερικών κ. Μακρή, τον οποίον εμφανίζουν ως συναντώμενον μετά του κ. πρωθυπουργού κατά την διάρκειαν της Κατοχής, εγνώρισεν ούτος το 1956, ήτοι 11 έτη μετά την λήξιν του πολέμου.
3. Ουδεμίαν ουδέ απωτάτην συγγένειαν έχει ο Κ. Καραμανλής με την εμφανιζομένων υπό των ανωτέρω εντύπων ως ανεψιάν του σύζυγον του κ. Μακρή, την οποίαν δια πρώτην φοράν συνάντησε όταν εγνώρισε τον σύζυγόν της.
4. Ο υπουργός Εσωτερικών κ. Δ. Μακρής, όστις εμφανίζεται εν έτει 1942-43 ως μνηστήρ της νυν συζύγου του, αγούσης τότε το 17ον έτος της ηλικίας της, ούτε μνηστήρ αυτής ήτο ούτε εγνώριζε ταύτην κατά την εποχήν εκείνην, συζευχθείς αυτήν το 1949.
Από την αντιπολίτευση, οι Σοφοκλής Βενιζέλος, Ηλίας Τσιριμώκος, Κομνηνός ΠυρομάγλουΗλίας Μπρεδήμας κ.α. ζήτησαν από τους ενδιαφερόμενους να προσφύγουν στα γερμανικά δικαστήρια, να προστατεύσουν την τιμή του αξιώματος που φέρουν και να περιφρουρήσουν το κύρος της Ελλάδος. Το ίδιο ζήτησαν με επιμονή κόμματα και εφημερίδες.
Ο Μέρτεν, όμως, προχώρησε και άλλο. Δήλωσε στα γερμανικά έντυπα ότι η σύζυγος του Μακρή, η Δοξούλα, η οποία δούλευε στην Κατοχή στη γερμανική διοίκηση Θεσσαλονίκης, του είχε χαρίσει τα Χριστούγεννα του 1942 λεύκωμα με αναμνηστικές φωτογραφίες. Και η Ηχώ του Αμβούργου σε νεότερο δημοσίευμά της κατηγόρησε για συνεργασία με τους Γερμανούς κατακτητές, τον υφυπουργό Αμύνης Γεώργιο Θεμελή, που κατά την Κατοχή ήταν Νομάρχης Πέλλης και προϊστάμενος του υπουργείου Οικισμού.
Ο Θεμελής χαρακτήρισε τα δημοσιεύματα "βδελυρά συκοφαντικά βέλη". Θεμελής και Μακρής υπέβαλαν μήνυση στα ελληνικά δικαστήρια, αλλά το Κόμμα των Φιλελευθέρων, η Ε.Δ.Α. και η Δημοκρατική Ένωση επέμεναν ότι οι θιγόμενοι έπρεπε να καταφύγουν στα γερμανικά δικαστήρια. Αντίθετα, ο Γεώργιος Παπανδρέου είπε ότι η δίκη έπρεπε να γίνει στα ελληνικά δικαστήρια.
Στις 8 Οκτωβρίου, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έλυσε τη σιωπή του και σε αυστηρές δηλώσεις του ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι "η κυβέρνησις ευθύς εξ αρχής ενημέρωσε την κοινήν γνώμην επί της αθλίας αυτής υποθέσεως. Και δια της προσφυγής των θιγομένων ενώπιον της ελληνικής δικαιοσύνης και της ψηφίσεως ειδικού νόμου επιτρέποντος εις τον εν λόγω εγκληματίαν πολέμου να προσέλθη εις την Ελλάδα και να επιβεβαιώση τας κακοηθείας του, εδημιούργησε όλας τας προϋποθέσεις δια την πλήρην διαφώτισιν της κοινής γνώμης...".
Στις 7 Μαρτίου του 1961 ο Μαξ Μέρτεν αρνήθηκε να καταθέσει στα γερμανικά δικαστήρια σχετικά με τα όσα καταμαρτυρούσε στον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Δημήτρη Μακρή, δηλώνοντας ότι δεν εμπιστεύεται τη γερμανική δικαιοσύνη[16]. Στις 10 Νοεμβρίου του 1961 καταδικάστηκε ερήμην σε τετραετή φυλάκιση και χρηματική καταβολή 70.000 δραχμών ως ένοχος συκοφαντικής δυσφήμισης.

Παραπομπές

  1. Άλμα πάνω Σούζαν-Σοφία Σπηλιώτη, «Μια υπόθεση πολιτικής και όχι δικαιοσύνης: Η δίκη Μέρτεν (1957-59) και οι ελληνογερμανικές σχέσεις»,στο: Mark Mazower (επίμ.), Μετά τον πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα, 1943-1960, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, σελ. 317-318
  2. Άλμα πάνω Mark Mazower, Θεσσαλονίκη. Πόλη των φαντασμάτων. Χριστιανοί-Μουσουλμάνοι και Εβραίοι 1430-1950, μτφρ. Κώστας Κουρεμένος, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2006, σελ. 537
  3. Άλμα πάνω Σπύρος Λιναρδάτος, Από τον εμφύλιο στην χούντα, τομ. Γ΄, 1955-1961, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα, 1978 σελ. 383
  4. Άλμα πάνω Σούζαν-Σοφία Σπηλιώτη, «Μια υπόθεση πολιτικής και όχι δικαιοσύνης: Η δίκη Μέρτεν (1957-59) και οι ελληνογερμανικές σχέσεις»,στο: Mark Mazower (επίμ.), Μετά τον πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα, 1943-1960, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, σελ. 321
  5. Άλμα πάνω Σπύρος Λιναρδάτος, Από τον εμφύλιο στην χούντα, τομ.Γ, 1955-1961, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα, 1978 σελ. 385
  6. Άλμα πάνω Σπύρος Λιναρδάτος, Από τον εμφύλιο στην χούντα, τομ.Γ, 1955-1961, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα, 1978 σελ. 482
  7. Άλμα πάνω Σπύρος Λιναρδάτος, Από τον εμφύλιο στην χούντα, τομ. Γ΄, 1955-1961, εκδ.Παπαζήσης,Αθήνα, 1978 σελ. 483
  8. Άλμα πάνω Σούζαν-Σοφία Σπηλιώτη, «Μια υπόθεση πολιτικής και όχι δικαιοσύνης: Η δίκη Μέρτεν (1957-59) και οι ελληνογερμανικές σχέσεις»,στο: Mark Mazower (επίμ.), Μετά τον πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα,1943-1960, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, σελ. 322
  9. Άλμα πάνω Σπύρος Λιναρδάτος, Από τον εμφύλιο στην χούντα, τομ.Γ, 1955-1961, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα, 1978 σελ. 386-387
  10. Άλμα πάνω Νόμος 4016/3 Νοεμβρίου 1959.
  11. ↑ Άλμα πάνω, στο:11,0 11,1 Ριζοσπάστης 1960: Συγκλονίζει η «υπόθεση Μαξ Μέρτεν» (16-10-2001)
  12. Άλμα πάνω Καθημερινή Tο Oλοκαύτωμα των Eλλήνων Eβραίων
  13. Άλμα πάνω Ευάνθης Χατζηβασιλείου, «Υπόθεση Μέρτεν», στο: Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, τομ.4, Ίδρυμα Κωνσταντίνος Καραμανλής-Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1994, σελ.182
  14. Άλμα πάνω Τα Νέα Αφιέρωμα ο Ελληνικός 20ός αιώνας τα γεγονότα 1960
  15. Άλμα πάνω Αφιερώματα, υπόθεση Μέρτεν
  16. Άλμα πάνω Ιστορικό Λεύκωμα 1961, Καθημερινή (1997)

    Πηγές

    • Σούζαν-Σοφία Σπηλιώτη, «Μια υπόθεση πολιτικής και όχι δικαιοσύνης: Η δίκη Μέρτεν (1957-59) και οι ελληνογερμανικές σχέσεις»,στο: Mark Mazower (επίμ.), Μετά τον πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα 1943-1960, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, σελ. 317-326
    • Ευάνθης Χατζηβασιλείου, «Υπόθεση Μέρτεν», στο: Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, τομ. 4, Ίδρυμα Κωνσταντίνος Καραμανλής-Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1994, σελ.406-418, 559-569
    • Σπύρος Λιναρδάτος, Από τον εμφύλιο στην χούντα, τομ. Γ΄, 1955-1961, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα, 1978 σελ. 383-387, 482-484.
    • Η υπόθεση Μαξ Μέρτεν, Ιστορικό Λεύκωμα 1960, Καθημερινή (1997)

    Εξωτερικοί σύνδεσμοι






Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2017

Το τέλος του Μάνφρεντ φον Ριχτχόφεν

Μικρά της Ιστορίας ΙΙΙ (Ποιος σκότωσε τον "Κόκκινο Βαρώνο"; )


Ένα εναλλακτικό σενάριο

Πώς πέθανε τελικά ο φον Ριχτχόφεν, ο λεγόμενος Κόκκινος Βαρώνος, δηλαδή ο διασημότερος πιλότος της Γερμανίας κατά τον Α'Παγκόσμιο Πόλεμο; Το μυστήριο δεν έχει λυθεί ακόμα. Ο λόγος είναι απλός: ο Ριχτχόφεν καταρρίφτηκε ενώ πετούσε χαμηλά  πάνω από τις αγγλικές γραμμές όπου όλοι τον πυροβολούσαν, με ό,τι όπλο είχαν διαθέσιμο. Μαζί τους και ένα εγγλέζικο καταδιωκτικό που τον ακολουθούσε. Έτσι, όλοι διεκδίκησαν τη δόξα της κατάρριψης.

Το αεροσκάφος του Ριχτχόφεν, πριν πάρει το 
Τριπλάνο με το οποίο καταρρίφτηκε,δεύτερο στη σειρά 
του λεγόμενου "Ιπτάμενου Τσίρκου".
Πρώτα και κύρια η ΡΑΦ (Royal Air Force). Διότι, ο φον Ριχτχόφεν ήταν ο φόβος κι ο τρόμος των Εγγλέζων πιλότων: είχε καταρρίψει ογδόντα μέσα σε ενάμιση χρόνο. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ήταν και θρασύς, βάφοντας το αεροπλάνο του κόκκινο (εξού και το παρατσούκλι του) για να το βλέπουν από μακριά και να φοβούνται, για να τους δείξει επίσης ότι επιδιώκει την αναμέτρηση ακόμα και με μειονέκτημα: να εντοπιστεί πρώτος αυτός, ώστε οι αντίπαλοι να κανονίσουν τους ελιγμούς τους. Σαν να λέμε, παραχωρούσε λίγα μέτρα σε μια κούρσα στον αντίπαλο του.

Η πραγματικότητα ήταν πιο πεζή. Σύμφωνα με τη βαλιστική έρευνα στο πτώμα του, χτυπήθηκε από μια και μοναδική σφαίρα η οποία ήταν αδύνατο να προέλθει από το αεροπλάνο που τον κυνηγούσε: θα είχε άλλη γωνία εισόδου. Εντούτοις, η ΡΑΦ χρέωσε κανονικά και με το νόμο την κατάρριψη του στον Καναδό σμηναγό Άρθουρ Μπράουν. Έτσι τη βόλευε για να ανεβάσει το ηθικό των πιλότων της. Κανονικά, στον Καναδό πιλότο το μόνο που ίσως μπορεί να πιστωθεί είναι ότι ανάγκασε τον σπουδαίο αντίπαλό του να πετάξει χαμηλά για να τον αποφύγει και έτσι να εκτεθεί σε αντιαεροπορικά πυρά.

Πυροβολήθηκε λοιπόν από το έδαφος. Από ποιον όμως, που όλοι τον βαρούσαν με φρενίτιδα όταν αυτός πραγματοποίησε χαμηλή διέλευση, και όλων τα όπλα (τουφέκια ή πολυβόλα) έπαιρναν σφαίρες του διαμετρήματος .303 σαν κι αυτή που τον σκότωσε; Φεύγουμε από τους ιπτάμενους Καναδούς και πάμε στους επι γης Αυστραλούς που χειρίζονταν τα αντιαεροπορικά της περιοχής όπου χτυπήθηκε ο Κόκκινος Βαρώνος. Τον διεκδίκησαν η 24η μοίρα (λοχίας Σέντρικ Πόπκιν) και η 53η πυροβολαρχία (Γουίλυ Έβανς ή ο Ρόμπερτ Μπούι-δυο ήταν οι πιθανοί). Οι Αυστραλοί χρέωσαν στον τελευταίο την κατάρριψη, γιατί κι αυτοί ...έτσι γουστάρανε. Ο λόγος που επιλέχτηκε ο συγκεκριμένος δεν έγινε ποτέ γνωστός. Πάντως, παρά το ότι το πτώμα του Φον Ριχτχόφεν αποτέλεσε ουσιαστικά ένα τρόπαιο, η κηδεία που του κάνανε οι Εγγλέζοι ήταν με πλήρεις στρατιωτικές τιμές (άγημα που πυροβόλησε, λόγοι που εκφωνήθηκαν και κατάθεση στεφάνου). Ήταν η ηρωϊκή εποχή των πιλότων.
Ο τάφος του Ρόμπερτ Μπούι. Αναφέρει την κατάρριψη του Ριχτχόφεν.

Μήπως όμως η λύση στο αίνιγμα είναι ακόμα πιο πεζή; Τον βαρούσαν δεκάδες όπλα, οπότε αποκλείεται ποτέ να βρεθεί άκρη στο ποιού ήταν η σφαίρα, και έτσι ο Ούγκο Πραττ στην περιπέτεια του Κόρτο Μαλτέζε "Κοτ ντε νουί και ρόδα της Πικκαρδίας" υπέδειξε έναν Αυστραλό μπεκρή στρατιώτη, τον Κλεμ! Ούτε αεροπλάνα, ούτε αντιαεροπορικά. Ο οποίος  στο κόμιξ μόνο αν ήταν τύφλα μπορούσε να σκοπεύσει, και μάλιστα με ακρίβεια ελεύθερου σκοπευτή. Στην ιστορία του Ούγκο Πράττ, ο Κόρτο Μαλτέζε βρίσκεται σε ένα στρατιωτικό όχημα στο μέτωπο μέσα στο οποίο έχει φυλάξει δυο μπουκάλια εκλεκτού κρασιού côtes de nuit. Μαζί του είναι δυο Αυστραλοί, ο λοχίας Σάντυ, ο οποίος είναι περίπτωση μεγάλου αλήτη (και ο Κόρτο απορεί πως δεν του την έχουν ανάψει ακόμα οι δικοί του) και ο στρατιώτης Κλέμ. Αυτοί οι δυο θέλουν να πιουν το κρασί του Κόρτο και προσπαθούν να τον πείσουν με βασικό επιχείρημα ότι μόνο έτσι ο Κλεμ θα μπορούσε να χτυπήσει τον Κόκκινο Βαρώνο.
-Δεν σε καταλαβαίνω Σάντυ;
-Δεν μπορείς να καταλάβεις...αν ο Κλεμ ήταν μεθυσμένος...θα μπορούσε να καταρρίψει αυτόν τον καταραμένο κόκκινο βαρώνο με μία μόνο βολη. Ο Κλεμ είναι ο καλύτερος σκοπευτής όλης της Αυστραλίας...μα μόνο μεθυσμένος...Είναι τρελό, Κόρτο, μα εκείνος, όταν τα βλέπει διπλά, δεν λαθεύει...από μακριά, εν κινήσει, δεν έχει σημασία. Μα αν είναι νηφάλιος δεν αξίζει δεκάρα. Τον έχω δει με τα μάτια μου να κατεβάζει μισή ντουζίνα μπουκάλια μαύρης μπύρας, και μετά να νικάει όλους τους αγώνες σκοποβολής...αν άνοιγες αυτά τα μπουκάλια μποργκόνια...θα είχαμε κλείσει με τον κόκκινο βαρώνο.
-Είναι κόλπο για να κατεβάσετε το κρασί μου...
Κάποια στιγμή ο Κόρτο κοιμηθηκε και οι δυο μπαγαπόντηδες του ήπιανε το κρασί. Ο Κλεμ έγινε φέσι, αλλά μια και έγινε φέσι του δώσανε ένα τουφέκι (ο ίδιος ο Κόρτο, παρά το ότι είχε εξοργιστεί), αυτός σημάδεψε για πολλή ώρα και....κρακ! Πάει ο φον Ριχτχόφεν.

"Κλεμ! Διάβολε Κλεμ. Βάρα! ΒΑΡΑ!!!"
Ο Ούγκο Πραττ είναι πολύ ακριβής στα έργα του σε θέματα ιστορίας. Δεν είναι καθόλου απίθανο να έγινε έτσι, δηλαδή από έναν οποιονδήποτε ταπεινό στρατιώτη. Τον καιρό βέβαια του Α'Παγκοσμίου Πολέμου αποκλείεται να υιοθετούνταν μια τέτοια εκδοχή: ένας μεθυσμένος κακομοίρης καθάρισε έναν ιππότη που θαύμαζαν εχθροί και φίλοι. Όμως, το 1918, και λίγο πριν, οι "κακομοίρηδες" άρχισαν να γίνονται οι πρωταγωνιστές της ιστορίας.

Η κηδεία του Φον Ριχτχόφεν από τους Αυστραλούς. Στην άκρη δεξιά είναι ένας Κινέζος ο οποίος μάλλον έσκαψε τον τάφο. 140.000 Κινέζοι στρατολογήθηκαν κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου από τους Εγγλέζους και τους Γάλλους για βαριές χειρωνακτικές εργασίες, όπως το σκάψιμο χαρακωμάτων. Ο βρετανικός ιμπεριαλισμός στις δόξες του!


Ευρετήριο Μικρών της Ιστορίας

 (Οι έγχρωμες φωτογραφίες πάρθηκαν από την διεύθυνση του φέισμπουκ WW1 colorized photos)

Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

Το πρώτο αεροπορικό ατύχημα


Η έφοδος και η κατάληψη του υψώματος 1425 (χελώνα) από τον Εθνικό στρατό κατά τον εμφύλιο πόλεμο (2 Αυγούστου 1949)


γράφει ο Φιλίστωρ Ι. Β. Δ.

Πρόλογος - η κατάσταση των εμπολέμων στις αρχές του 1949

Η κρίσιμη χρονιά του 1949 για το Ελληνικό εμφύλιο πόλεμο που μαινόταν ήδη δύο χρόνια, ξεκίνησε με τον διορισμό του Αλέξανδρου Παπάγου στην αρχιστρατηγία του Εθνικού στρατού. Το Γενικό Επιτελείο στρατού είχε αυξήσει την στρατολογία του δημιουργώντας ένα στρατό από 250.000 οπλίτες με την Αμερικάνικη στρατιωτική βοήθεια α βρίσκεται στην κορύφωση της. 
Από την άλλη ο ΔΣΕ παρέμενε αξιόμαχος και με δυνατότητες για επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας στην Βόρεια Ελλάδα, ήδη όμως τον Φεβρουάριο του 1949 είχε επισημοποιηθεί το σχίσμα στην ηγεσία του: ο Μάρκος Βαφειάδης είχε υποστηρίξει τον Ιούλιο του προηγούμενου έτους ότι ο ΔΣΕ υπό τις υφιστάμενες προϋποθέσεις αδυνατούσε να νικήσει η να ελέγξει ένα μεγάλα αστικά κέντρα, ζητώντας να διατηρηθεί η λειτουργία των μικρών ευέλικτων μονάδων που προκαλούν συνεχείς δολιοφθορές και οικονομική αιμορραγία στον αντίπαλο. Ο Νίκος Ζαχαριάδης διαφωνούσε, επιζητούσε την οργάνωση του ΔΣΕ σε τακτικό στρατό, έτσι αφαίρεσε την αρχηγία από τον Βαφειάδη, ο οποίος απομακρύνθηκε για "λόγους υγείας" και αντικαταστάθηκε από τον άπειρο Γούσια (Βροντίσιο), σχηματίστηκε νέα προσωρινή κυβέρνηση υπό τον Γιάννη Ιωαννίδη που έκανε προτάσεις ειρήνευσης στην Ελληνική κυβέρνηση που προέβλεπαν αμνηστία και αποχώρηση των ξένων στρατιωτικών αποστολών.

Σοβαρή επίσης εξέλιξη υπήρξε η απόφαση της 5ης ολομέλειας του ΚΚΕ για ανακήρυξη αυτόνομης Μακεδονίας με αυτοδιάθεση και αποκατάσταση δικαιωμάτων για όλες τις μειονότητες της μετά το τέλος του πολέμου. Η απόφαση δεν ήταν τυχαία αλλά είχε να κάνει με την αντιμετώπιση του σοβαρότερου προβλήματος του ΔΣΕ που δεν ήταν άλλο από τις εφεδρείες. Οι Σλαβομακεδόνες από 11.000 άνδρες σε σύνολο 24.000 το 1948, είχαν αυξηθεί σε 14.000 στα μέσα του 1949 επί συνόλου 20.000. Σε δεύτερο ανασχηματισμό της "κυβέρνησης του Γράμμου" τον Απρίλιο του 1949, στην σύνθεση της συμπεριελήφθησαν (όχι τυχαία) και δύο Σλαβομακεδόνες: ο Κράστε Κότσεφ ως διευθυντής μειονοτήτων στο υπουργείο εσωτερικών, και ο Πασκάλ Μιτρόφσκι ως υπουργός επισιτισμού. Οι συνθήκες όμως για τον ΔΣΕ μέσα στο 1949 συνεχώς χειροτέρευαν, καθώς ο Στάλιν είχε αποφασίσει να σταματήσει την ενίσχυση των Ελλήνων κομμουνιστών που ως τότε παρείχε με φειδώ, αλλά κυριότερα η διαμάχη Τίτο - Στάλιν και η υποστήριξη του ΚΚΕ στον δεύτερο, στέρησε τον ΔΣΕ από το σοβαρότερο υποστηρικτή του στην περιοχή. Η ηγεσία του ΚΚΕ και ο Ζαχαριάδης τάχθηκαν ανοιχτά με το μέρος του Στάλιν, ενώ ο Τίτο εξαναγκάστηκε να έρθει σε συνεννόηση με τους Δυτικούς ώστε να στηριχθεί έναντι του Στάλιν και να μην χάσει την εξουσία. Το αντίτιμο ήταν να "πουλήσει" τους τέως συντρόφους του ΔΣΕ.... 

Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις σε Πελοπόννησο και Στερεά Ελλάδα 

Θρασύβουλος Τσακαλώτος
Στις τάξεις του Εθνικού στρατού επικρατούσε η θέληση για νίκη και η πίστη ότι αυτή ήταν πλέον εφικτή, καθώς από τις αρχές του 1949 είχαν παραληφθεί μεγάλες ποσότητες στρατιωτικού υλικού, νέες μονάδες είχαν σχηματιστεί και εκπαιδευθεί, ενώ είχε βελτιωθεί αισθητά η οργάνωση και η μαχητική του ικανότητα. Ο Ιανουάριος του 1949 ξεκίνησε με εκτεταμένες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο ("επιχείρηση Περιστερά") με μια μεραρχία, μια ταξιαρχία και 13 τάγματα πεζικού υπό την ανώτατη διοίκηση του ικανότατου αξιωματικού υποστράτηγου Θρασύβουλου Τσακαλώτου. Μετά από δύο εβδομάδες εντατικών επιχειρήσεων ο ΔΣΕ είχε 679 νεκρούς και 1601 αιχμαλώτους, ενώ η κομμουνιστική αντίσταση στην Πελοπόννησο είχε ελαχιστοποιηθεί σε λίγες μικρές ένοπλες ομάδες που μπορούσε να αντιμετωπίσει ευχερώς ακόμη και η χωροφυλακή από μόνη της. 

Μετά την Πελοπόννησο, ο Εθνικός Στρατός έστρεψε τις δυνάμεις του στη Στερεά Ελλάδα και τη Θεσσαλία και οργάνωσε την επιχείρηση «Κυνηγός» (1 Μαΐου-21 Ιουνίου 1949) ενώ παράλληλα το Γ΄ Σώμα Στρατού διενεργούσε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία. Οι καταπονημένες δυνάμεις του ΔΣΕ δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις αριθμητικά υπέρτερες δυνάμεις του στρατού, υποχωρούν, κατακερματίζονται και τελικά διαλύονται. Στις 21 Ιουνίου 1949 πέφτει νεκρός ο διοικητής της αποδεκατισμένης ΙΙ Μεραρχίας Γιάννης Αλεξάνδρου («Διαμαντής»). Ο Αρχιστράτηγος Παπάγος  συγκέντρωσε μια πανστρατιά 100.000 ανδρών υποστηριζόμενη από πυροβολικό αεροπορία και τεθωρακισμένα απέναντι στους δύο βασικούς θύλακες κομμουνιστικής αντίστασης: τους ορεινούς όγκους στον Γράμμο και στο Βίτσι. Οι περιοχές αυτές είχαν σοβαρές αμυντικές οργανώσεις σε βάθος, ενώ από μόνοι τους οι ορεινοί όγκοι αποτελούσαν την βέλτιστη τοποθεσία για άμυνα.

Το σχέδιο επίθεσης και οι δυνάμεις των εμπολέμων

Ο σχεδιασμός του επιτελείου προέβλεπε μια σειρά από παραπλανητικές επιθέσεις στον Γράμμο υπό την ονομασία "Πυρσός Α" ώστε να καθηλωθούν οι δυνάμεις του ΔΣΕ πριν την τελική επίθεση στο Βίτσι όπου και θα κρινόταν ο πόλεμος. Το 1949 ο Γράμμος ήταν μέτωπο αμυντικά πιο αδύνατο από το Βίτσι αλλά η επιχείρηση είχε και επιδιώξεις τακτικής σημασίας Η κατάληψη σημαντικών υψωμάτων της άμυνας του ΔΣΕ θα βελτίωνε τη θέση των κυβερνητικών στρατευμάτων για την επικείμενη επίθεσή τους στην τρίτη φάση του Πυρσός και θα σφυγμομετρούσε ταυτόχρονα την αμυντική ικανότητα των ανταρτών.

Οι επιθέσεις στην περιοχή του Γράμμου είχα την ιδιαιτερότητα ότι κινούνταν εφαπτόμενες στα Ελληνοαλβανικά σύνορα, με τις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών να είναι χειρότερες από ποτέ και τον Hohxa να εκφράζει φόβους για εισβολή του Ελληνικού στρατού στην Βόρειο Ήπειρο. Οι διμερείς σχέσεις των δύο χωρών ήταν στο χειρότερο τους σημείο, ενώ απόρρητα έγγραφα του ΓΕΣ προέβλεπαν ακόμη και Ελληνική εισβολή στο Αλβανικό έδαφος αν οι συνθήκες αγώνα το επέβαλλαν.

Υποσύνολο του σχεδίου "Πυρσός Α" ήταν η "επιχείρηση Χαλκός" που προέβλεπε την κατάληψη του υψώματος 1425 (επονομαζόμενου από τους ντόπιους "χελώνα") δυτικά του Γράμμου. Το ύψωμα δέσποζε στην τοποθεσία, αποτελούσε αμυντικό κόμβο της άμυνας του ΔΣΕ στον Γράμμο, βρισκόταν ακριβώς πάνω στην Ελληνοαλβανική μεθόριο και με την κατάληψη του, η ηγεσία του Εθνικού στρατού επιζητούσε την αποκοπή της πιθανής υποχώρησης του ΔΣΕ στην Αλβανία. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ που υπεράσπιζαν το ύψωμα ήταν σχετικά μικρές (μόλις 90 οπλίτες υπό τον Λοχαγό Νοβάτση Χρήστο), αλλά άριστα οργανωμένες με 22 πολυβολεία σκεπαστά με διπλές σειρές συρματοπλεγμάτων ενώ η περιοχή ήταν ζωσμένη με ναρκοπέδια. Στον οπλισμό των αμυνόμενων συμπεριλαμβάνονταν, πολυβόλα, μπαζούκας, αντιαρματικά , όλμοι και μυδράλια.

Η έφοδος και τα πυρά από την Αλβανία

οπλίτες του Εθνικού στρατού
Για την επιχείρηση η Ι μεραρχία διέθεσε το 603 τάγμα πεζικού υποστηριζόμενο από ισχυρές μονάδες πυροβολικού και όλη την αεροπορία και η ημερομηνία της επίθεσης ορίστηκε η 2α Αυγούστου 1949. Η μάχη ξεκίνησε με μια αληθινή κόλαση πυρός από πυροβολικό και αεροπορία εναντίον των αμυνόμενων που υπήρξε ιδιαίτερα αποτελεσματική. Στις 08.00 οι οπλίτες του Εθνικού στρατού επιτέθηκαν με σφοδρότητα και κατέλαβαν το ύψωμα 1309 με ευκολία και προετοιμάστηκαν για την τελική επίθεση στο ύψωμα 1425 που ήταν και ο αντικειμενικός σκοπός. Τότε συνέβη κάτι απρόσμενο καθώς οι σχηματισμοί του Εθνικού στρατού δέχθηκαν καταιγιστικά πυρά από την μεριά της Αλβανικής μεθορίου που τους καθήλωσαν. Από τα πυρά αυτά σκοτώθηκε ο υποδιοικητής του τάγματος ταγματάρχης Θεμιστοκλής Χριστιάς. Το πυρ συνεχιζόταν από την πλευρά της Αλβανίας με αποτέλεσμα να αιφνιδιαστούν και να καθηλωθούν οι επιτιθέμενοι που είχαν τραυματίες ανάμεσα τους.

μαχητές του ΔΣΕ
Στην κρίσιμη στιγμή καθώς τα επιτιθέμενα τμήματα έχαναν το ηθικό τους και η επίθεση έμοιαζε ότι εκφυλιζόταν, ο διοικητής του τάγματος ταγματάρχης Απόστολος Ζαλαχώρης εγκατέλειψε τον σταθμό διοίκησης  και τέθηκε ο ίδιος επικεφαλής των επιτιθέμενων στην πρώτη γραμμή πυρός σαλπίζοντας γενική επίθεση. Οι οπλίτες του Εθνικού στρατού με αναπτερωμένο ηθικό ανέλαβαν την πρωτοβουλία των κινήσεων καταλαμβάνοντας τα πρώτα οχυρά που υπεράσπιζαν την τοποθεσία. Ακολούθησε αγωνιώδης μάχη σώμα με σώμα που τελικώς έκαμψε την αντίσταση των αμυνώμενων. Τα χαρακώματα εκκαθαρίζονταν από τους επιτιθέμενους με εφ΄ όπλου λόγχη, ενώ πολύ σύντομα όλα τα πολυβολεία σίγησαν. Η αντίσταση των στρατιωτών του ΔΣΕ λύγισε και οι λίγοι εναπομείναντες υποχωρούσαν προς την Αλβανία καλυπτόμενοι από συνεχή φίλια Αλβανικά πυρά.

Οι οπλοφόροι του ΔΣΕ προσπάθησαν να ανασυνταχθούν επί του Αλβανικού εδάφους παρενοχλώντας συνεχώς τους αντιπάλους του που είχαν καταλάβει το ύψωμα. Τελικώς διοργανώθηκε και εκτελέστηκε νυχτερινή αντεπίθεση για την επανακατάληψη του υψώματος 1425 με 40 οπλίτες ορμώμενη από το Αλβανικό έδαφος, χωρίς όμως αποτέλεσμα καθώς οι ισχυρές δυνάμεις που κατείχαν το ύψωμα συνέτριψαν με ευκολία τους επιτιθέμενους που είχαν 7 νεκρούς. 

Απώλειες - Επίλογος

Οι απώλειες του Εθνικού στρατού ήταν 1 αξιωματικός και 15 στρατιώτες νεκροί, 90 τραυματίες, ανάμεσα τους και 5 αξιωματικοί. Από την πλευρά του ΔΣΕ 69 νεκροί και 11 τραυματίες, σχεδόν απόλυτη καταστροφή των δυνάμεων των αμυνόμενων. Όλο το στρατιωτικό τους υλικό έπεσε στα χέρια των αντιπάλων του, ενώ ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο Λοχαγός Βερβεράς, ο ανθυπολοχαγός Χρήστος Χριστοδούλου και ο λοχίας Δημήτρης Μπαγκούδης.

Σε μάχες που ακολούθησαν στην περιοχή, οι Αλβανοί συνέχισαν να παρενοχλούν την προέλαση του Εθνικού στρατού με πυρά πυροβολικού ενώ υποστήριζαν και περιέθαλπταν τους μαχητές του ΔΣΕ. Ο Εθνικός στρατός απάντησε βομβαρδίζοντας Αλβανικές θέσεις και χωριά ενώ σημειώθηκε ακόμη και μικρή προέλαση μονάδων του Εθνικού στρατού εντός του Αλβανικού εδάφους.

Αναμφίβολα η κατάληψη του υψώματος 1425 αποτέλεσε μια τοπική επιτυχία στην εξόρμηση του Εθνικού στρατού που δεν βάρυνε τόσο στις εξελίξεις του Αγώνα. Η επιτυχία στο ύψωμα 1425 θεωρήθηκε από όλους άριστος οιωνός για τον Εθνικό στρατό ενόψει των αποφασιστικών επιχειρήσεων που έμελλε να ακολουθήσουν. Ο Τσακαλώτος έστειλε συγχαρητήριο μήνυμα προσωπικά στον ταγματάρχη Ζαλαχώρη, ενώ το ίδιο έκανε και ο ταξίαρχος Θεμιστοκλής Κετσέας. 

Πηγές

-Νικόλαος Λαζόπουλος, τελικές επιχειρήσεις ΒΙΤΣΙ-ΓΡΑΜΜΟΣ (η μάχη των συνόρων), εκδόσεις Ελεύθερη σκέψις

-Νίκος Κουλούρης, Το τέλος του εμφύλιου πόλεμου τον Αύγουστο του 1949 στο Γράμμο

-Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο 4ης Αυγούστου 1949, σελ 7

-http://www.hri.org/MPA/gr/other/emfilios/pirsos.html



istorikathemata.com

Η Ιατρική στις Βενετικές κτήσεις στη Μεσσηνία τον Μεσαίωνα..

  Μετά την Τέταρτη Σταυροφορία (1204), οι Βενετοί εγκαθίδρυσαν στατηγικά λιμάνια στη Μεσσηνία: Μεθώνη (Modon) και Κορώνη (Coron) λειτούργησα...